Τι είναι άραγε «Τα οπωροφόρα της Αθήνας»; Μια κινηματογραφική κωμωδία με μορφή δοκιμίου ή ένα δοκίμιο με μορφή κινηματογραφικής κωμωδίας; Ελα ντε. Αλλά και τι σημασία έχει; Ανέκαθεν ο Νίκος Παναγιωτόπουλος έπαιζε με τους λεκτικούς γρίφους, με τις ατάκες, τις αντιθέσεις. Και εξακολουθεί να το κάνει όπως φαίνεται στους τίτλους αρχής της τελευταίας ταινίας του παρμένης από το βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου. Διότι σαν παιχνίδι τελικά θα πρέπει να εκλάβει κανείς τα «Οπωροφόρα». Μια χαλαρή, παιχνιδιάρικη, ευφρόσυνη βόλτα σε μια άσχημη πόλη, την Αθήνα, στην οποία όμως ο σκηνοθέτης βρίσκει ομορφιές, φέρνοντάς με στο σημείο να την κοιτάξω με μεγαλύτερη συμπάθεια γιατί προσωπικά την αντιπαθώ.

Ξεναγός μας σε αυτή τη βόλτα είναι ο Νίκος Κουρής, ένας ηθοποιός που κινηματογραφικά ξεκίνησε από τον Παναγιωτόπουλο («Αυτή η νύχτα μένει») και εδώ πετυχαίνει την πιο κόντρα ερμηνεία της καριέρας του. Ο Καρπουζοκέφαλος, όπως ονομάζεται ο ήρωάς του, είναι ένας αλαφροΐσκιωτος, ασκητικός νεαρός που φορά παλιομοδίτικα πουκάμισα και δένει ψηλά στο στομάχι το παντελόνι με αποτέλεσμα να φαίνεται πιο κοντό απ΄ όσο θα ΄πρεπε. Αν μου έλεγαν ότι είναι εμπνευσμένος από τον Σαρλό του Τσάπλιν, θα το πίστευα. Ο Καρπουζοκέφαλος καταδιώκεται από αστυνομικούς, δεν έχει σπίτι (ή δεν τον βλέπουμε σε σπίτι), τα λέει με καφενόβιους, φλερτάρει με δροσερά θηλυκά (προσέξτε την Ελευθερία Γεροφωκά ), διασκεδάζει ενεργοποιώντας τους συναγερμούς αυτοκινήτων και πάνω απ΄ όλα ζει για να δοκιμάζει φρούτα: ρόδια, μήλα, μούρα, φραγκόσυκα. Και ο μήνας έχει εννιά.

Υπάρχει τέτοιος άνθρωπος στην Αθήνα; Ασφαλώς και όχι. Είναι προϊόν φαντασίας. Της φαντασίας ενός συγγραφέα για την ακρίβεια, που αφηγείται τις σκέψεις του στην οικιακή βοηθό του ( Αλεξία Καλτσίκη ) που δεν καταλαβαίνει τίποτε. Και εμείς τις βλέπουμε με τον Καρπουζοκέφαλο πρωταγωνιστή. Τον συγγραφέα υποδύεται ο Λευτέρης Βογιατζής, ηθοποιός-φετίχ του Παναγιωτόπουλου από το «Μελόδραμα» και μετά. Εδώ δεν υπάρχει κόντρα ρόλος. Ο Λευτέρης Βογιατζής παίζει αυτό που ξέρει πολύ καλά: τον Λευτέρη Βογιατζή (γι΄ αυτό και μου άρεσε όπως πάντα και για τον ίδιο λόγο δεν θα αρέσει σε κάποιους άλλους).

Ο συγγραφέας δεν βγαίνει ποτέ έξω. Αντιθέτως, ο Καρπουζοκέφαλος βρίσκεται μόνο έξω (εκτός κι αν τον μπουζουριάσουν). Είναι οι δύο αντίθετες πλευρές του ιδίου νομίσματος, η ευφυΐα και η αφέλεια, «φρούτα» και τα δύο, μία ακόμη αντίθεση στη λίστα των αντιθέσεων που βρίσκεις σε αυτή τη χαριτωμένη ταινία. Συνάμα ο Παναγιωτόπουλος αρέσκεται να κάνει την πλάκα του με «εσωτερικά» ανέκδοτα τα οποία μόνο η ελληνική κινηματογραφική πιάτσα θα «πιάσει». Και πάλι, γιατί όχι; Σε μια σκηνή στο λεωφορείο ο σκηνοθέτης ονειρεύεται τους φίλους του βάζοντας πρόσωπα που σχετίζονται με τον ελληνικό κινηματογράφο στο ίδιο πλάνο. Θα δεις τον Γιώργο Μπράμο, τον Σταύρο Καπλανίδη, τη Βούλα Γεωργακάκου, τον Κώστα Βρεττάκο και άλλους, όλους μαζί να τραγουδούν σαν να ΄ναι στον κόσμο τους. Εκεί όπου βρίσκεται ολόκληρη η ταινία. Στον κόσμο της…

gzoump@tovima.gr