Η επικείμενη συνεδρίαση της αρμόδιας Επιτροπής για τη νομισματική πολιτική της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) έχει αυξήσει την αγωνία των επενδυτών για το τι θα δείξουν τα οικονομικά νέα από τις ΗΠΑ. Και τούτο διότι αν τα στοιχεία δεν δείξουν σαφή επιδείνωση της αμερικανικής οικονομίας, τότε θα είναι δύσκολο για τον πρόεδρο της Fed Μπεν Μπερνάνκι να δικαιολογήσει την κρίσιμη απόφαση, η οποία θα αφορά έναν δεύτερο γύρο «ποσοτικής χαλάρωσης», δηλαδή νέες αγορές ομολόγων του αμερικανικού Δημοσίου αξίας εκατοντάδων δισ. δολαρίων. Πάντως η αγορά χρυσού προεξοφλώντας το ενδεχόμενο αυτό οδηγείται από ρεκόρ σε ρεκόρ. Χθες η τιμή του πολύτιμου μετάλλου εκτινάχθηκε για πρώτη φορά πάνω από τα 1.280 δολάρια την ουγκιά, κάνοντας ρεκόρ στα 1.282,97 δολάρια, και στη συνέχεια υποχώρησε ελάχιστα. Από τις αρχές Αυγούστου τα κέρδη του χρυσού έχουν ξεπεράσει τα 100 δολάρια, αύξηση της τάξεως του 8,5%.

Αντίθετα, οι επιχειρηματίες αισιοδοξούν. Τρεις από τους επιχειρηματικούς Τιτάνες των ΗΠΑ, ο Γουόρεν Μπάφετ της Βerkshire Ηathaway, ο Στιβ Μπάλμερ της Μicrosoft και ο Τζεφ Ιμελτ της General Εlectric, πιστεύουν ότι η αμερικανική οικονομία όχι μόνο θα αποφύγει τη διπλή ύφεση αλλά θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί στην παγκόσμια σκηνή. Μιλώντας στη Σύνοδο Οικονομικής Ανάπτυξης της Μοντάνα και οι τρεις επιχειρηματίες περιέγραψαν το πώς οι άνθρωποι στις εταιρείες τους δεν συμμερίζονται την απαισιοδοξία που κυριαρχεί στα αμερικανικά μίντια και στους πολιτικούς κύκλους και παρότρυναν τους συμμετέχοντες τραπεζίτες και επιχειρηματίες να δουν πέρα από τα απαισιόδοξα πρωτοσέλιδα.

Απόλυτα αισιόδοξος ο κ. Μπάφετ, δήλωσε ότι «δεν θα έχουμε διπλή ύφεση. Βλέπω ότι το κλίμα έχει χαλάσει τους τρεις τελευταίους μήνες, γενικά στα μίντια,αλλά δεν το βλέπω στις δικές μου επιχειρήσεις.Βλέπω ότι προσλαμβάνουμε περισσότερους ανθρώπους από ό,τι έναν μήνα πριν, δύο μήνες πριν». Από την πλευρά του ο κ. Μπάλμερ υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να είναι η κυρίαρχη δύναμη στην επιστήμη της τεχνολογίας και συνεπώς παγκόσμια οικονομική ηγέτις. Πράγματι στον ιδιωτικό τομέα υπήρξε αύξηση των θέσεων εργασίας κατά 67.000 τον Αύγουστο και ο δείκτης της βιομηχανικής δραστηριότητας έδειξε εντυπωσιακή επέκταση. Ομως τα χθεσινά στοιχεία έδειξαν ότι η καταναλωτική εμπιστοσύνη υποχώρησε τον Σεπτέμβριο. Ο δείκτης Τhomson Reuters/University of Μichigan έπεσε στα χαμηλότερα επίπεδα ενός έτους, στις 66,6 μονάδες. Παρά την απρόσμενα μεγάλη πτώση ωστόσο ο δείκτης βρίσκεται πολύ πάνω από τα επίπεδα του 50 και τα οποία σηματοδοτούν τη συρρίκνωση.

Τα στοιχεία αυτά, όπως επισημαίνουν ορισμένοι οικονομολόγοι, δεν υποδηλώνουν δραματική εξασθένιση της αμερικανικής οικονομίας και συνεπώς θα είναι δύσκολο για την κεντρική τράπεζα και τον κ. Μπερνάνκι να αποφασίσουν περαιτέρω σημαντική χαλάρωση της νομισματικής τους πολιτικής. Ο πρόεδρος της Fed στην ομιλία του στο πρόσφατο οικονομικό συμπόσιο στο Τζάκσον Χόουλ είχε δηλώσει ότι η κεντρική τράπεζα είναι έτοιμη να ενεργήσει «μόνο αν υπάρξει σημαντική επιδείνωση στις προοπτικές της οικονομίας». Σίγουρα το ανακοινωθέν που θα εκδοθεί με τη λήξη των εργασιών το βράδυ της προσεχούς Τρίτης θα περιλαμβάνει μείωση στις πρότερες προβλέψεις της Fed ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης στις ΗΠΑ και σίγουρα θα υπάρξουν νέες εκτιμήσεις ώστε να αντικατοπτρίζουν προοπτικές οικονομικής εξασθένησης.

Αλλοι όμως οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι επειδή η επόμενη συνεδρίαση της Fed θα τελειώσει στις 3 Νοεμβρίου- την επομένη των κρίσιμων εκλογών για τα δύο νομοθετικά σώματα του Κογκρέσου- θα είναι πολιτικά άβολο για την κεντρική τράπεζα να σπεύσει την επομένη να κάνει μια τόσο μεγάλη μεταβολή της νομισματικής της πολιτικής. Λέγεται επίσης ότι έχουν ασκηθεί έντονες πολιτικές πιέσεις στον κ. Μπερνάνκι για ακόμη χαλαρότερη νομισματική πολιτική μετά την επιθετική κίνηση της Ιαπωνίας.

Πράγματι, η Ιαπωνία πουλώντας γεν αξίας 21 δισ. δολαρίων κατάφερε να ρίξει το γεν στα 86 γεν ανά δολάριο και υπαινίχθηκε ότι θα συνεχίσει αν υπάρξει νέα ραγδαία άνοδος του γεν. Ομως παρ΄ ότι δεν είχε στόχο την ισοτιμία γεν/ευρώ, το κοινό νόμισμα έχει ανατιμηθεί σχεδόν 5% έναντι του ιαπωνικού από την περασμένη Τετάρτη και παράλληλα ανέβασε το ευρώ και στα 1,3159 δολάρια. Η ανατροπή αυτή ανησύχησε τους Ευρωπαίους. Ο προεδρεύων των υπουργών Οικονομικών της ζώνης του ευρώ Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ έσπευσε να δηλώσει ότι «το Εurogroup επιμένει ότι πρέπει η Ιαπωνία να σταματήσει τις μονομερείς παρεμβάσεις».