Oλα όσα εκφράζουν μια ποπ αισθητική έχουν διεθνώς καθιερωθεί και έχουν καταλάβει μια κυρίαρχη θέση στους επίσημους πολιτιστικούς θεσμούς. Οχι μοναχά ο Jeff Κoons τοποθετεί τα γυαλιστερά έργα του σε ευρωπαϊκά μουσεία ή στις ίδιες τις Βερσαλλίες αλλά και το ποπ θέατρο έγινε mainstream αφού παράγεται και φιλοξενείται σε σκηνές εθνικών θεάτρων και σε φημισμένες όπερες, σε γνωστά φεστιβάλ ή σε διάφορους θεατρικούς οργανισμούς που γίνονται αποδεκτοί ως εξαιρετικοί τόποι, ειδικευμένοι στην ποπ κατάσταση. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τέτοιου «τόπου» είναι η Φολκσμπύνε στο Βερολίνο με τις δραστηριότητές της και τη νοοτροπία του κοινού της.

Ο πολιτιστικός περίγυρος της Ευρώπης κάτω από την πίεση της πολιτιστικής βιομηχανίας και του οικονομικού παράγοντα καλλιέργησε σε υπέρτατο βαθμό τη ζήτηση και την προσφορά του ποπ θεάτρου. Ομως ο συγκεκριμένος πολιτιστικός περίγυρος υποχρεώθηκε και αυτός από την πλευρά του να ανταποκριθεί, να αντιδράσει καταφατικά στις ραγδαίες αλλαγές που σημειώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Γιατί πώς θα μπορούσε μόνος του να αντισταθεί, να αντιπαρατεθεί στο γενικότερο πνεύμα του καπιταλιστικού καιρού, την ώρα που θεατροποιημένη η πολιτική ζωή στα τηλεοπτικά κανάλια είχε υιοθετήσει τα δραματικά χαρακτηριστικά των έργων βουλεβάρτου. Την ώρα επίσης που η πραγματικότητα των νέων μίντια επέφερε μιαν οριστική άρση των ορίων ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο χώρο ενώ οι πολιτισμικές σπουδές και οι θεωρίες είχαν αφιερωθεί στην αποκατάσταση

Ο Τζόνι Ρότεν του θρυλικού πανκ συγκροτήματος «Sex Ρistols». Τραγούδια τους έχουν κατά καιρούς ενταχθεί σε ανεβάσματα κλασικών θεατρικών δραμάτων

όλων των εκφάνσεων της ποπ τέχνης. Ανταποκρινόμενες με τη σειρά τους στην απαίτηση για κατάργηση της διάκρισης ανάμεσα στην «υψηλή» κουλτούρα και τις υποκουλτούρες αλλά και στο παιχνίδι ανάμεσα στις αβανγκάρντ και τις ακαδημίες.

Τώρα που η τηλεόραση τρέφεται και επιζεί από τις ποπ εμφανίσεις κάθε είδους αστέρων, τώρα που η επικοινωνία μέσω του Διαδικτύου συγκροτεί έναν ακραίο ποπ λόγο στο απόλυτο παρόν, ζούμε μια εποχή ακάθεκτης ανόδου και ακμής του ποπ θεάτρου. Το ερώτημα βεβαίως είναι ποια ειδικότερα φαινόμενα καλούμαστε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε παρακολουθώντας τις διάφορες ποπ πρακτικές στο θέατρο.

Πρώτο φαινόμενο είναι η επικράτεια των ποπ στοιχείων και παραθεμάτων σε παραστάσεις κλασικών κειμένων. Από μιαν ιστορική σκοπιά, δεν είναι λίγα τα θεάματα που την τελευταία πεντηκονταετία επικαιροποίησαν κλασικά έργα χρησιμοποιώντας ποπ υλικά. Ακόμη και στους «Ορνιθες» του Καρόλου Κουν, το 1959, εντοπίζουμε μια τέτοια λογική. Τραγούδια των Βob Dylan, Frank Ζappa, Sex Ρistols έχουν κατά καιρούς ενταχθεί σε ανεβάσματα κλασικών δραμάτων. Η συνάντηση στη σκηνή ενός έργου που προέρχεται από έναν μακρινό ιστορικό περίγυρο με την πανκ κουλτούρα, την techno μουσική ή τις γαλλικές μελωδίες της δεκαετίας του ΄60, είναι μια σκηνοθετική στρατηγική που γεφυρώνει διαφορετικούς περίγυρους και γενιές. Ο σκηνοθέτης ρίχνει το βάρος στην αμεσότητα και δραστικότητα της επικοινωνίας ανάμεσα στη σκηνή και το κοινό, στην κατάθεση ενός προσωπικού βιώματος, στο σχόλιο και βεβαίως στην ιδέα ότι το θέατρο είναι μια πλατφόρμα όπου με τη συνδρομή των πολυμέσων αναμειγνύονται οι χρόνοι, οι περίγυροι, οι κουλτούρες.

Το ποπ θέατρο εμπερικλείει, βαθιά στον πυρήνα του, ένα πρόβλημα γενεών: απευθύνεται πρωτίστως στους νέους, φέρνει αντιμέτωπες τις ηλικίες, τοποθετεί στον τωρινό ορίζοντα του νέου κοινού, κατάλληλα παραλλαγμένες, τη λογοτεχνία του παρελθόντος και την ιστορία. Τη δεκαετία του 1980 ζήσαμε το απόγειο της διαπολιτισμικότητας στο θέατρο. Ηταν μια περίοδος κατά την οποία οι ευρωπαίοι σκηνοθέτες αντλούσαν συστηματικά υλικό, τεχνικές, ανθρωπολογικές έννοιες από τους πολιτισμούς της Ασίας, της Αφρικής, της Νότιας Αμερικής, προκειμένου να ανανεώσουν τη δημιουργικότητά τους και να εμπλουτίσουν το σκηνικό λεξιλόγιό τους. Σήμερα, αντίστοιχη βοήθεια τους παρέχει η ποπ κουλτούρα. Για μιαν ακόμη φορά πρόκειται για ένα φαινόμενο διαπολιτισμικού χαρακτήρα. Ομως προς μιαν άλλη κατεύθυνση. Το θέατρο έχει γίνει σήμερα ποπ γιατί ο πολιτισμός των μίντια άγγιξε ένα ζενίθ. Και κατά τη δεκαετία του 1920, όταν τα μίντια της εποχής πραγματοποιούσαν μια θεαματική εμφάνιση στη ζωή των ανθρώπων, το θέατρο είχε διεκδικήσει ένα είδος ποπ ταυτότητας.

Η σημερινή μαζική αποδοχή του ποπ θεάτρου σε ολόκληρη την Ευρώπη συνεπάγεται και μιαν αποδοχή της ταχύτητας, των συνεχών εναλλαγών, του μοντάζ και του κολάζ, της έντονης αίσθησης, της μετάβασης από την κατηγορία του αισθητικού στην κατηγορία του πολιτικού, με τις καθημερινές πραγματικότητες των πολιτών και της πόλης στο προσκήνιο.