Η ΚΙΝΑ ξεπέρασε την Ιαπωνία και έγινε η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία στον κόσμο και η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στην Ασία. Αν και αναμενόμενη, η ανατροπή επισημοποιήθηκε την εβδομάδα που πέρασε όταν ανακοινώθηκε ότι το ιαπωνικό ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις κατά 0,1% έναντι του πρώτου τριμήνου- πρόκειται για ένα φρενάρισμα της ιαπωνικής οικονομίας πολύ πιο απότομο απ΄ όσο προέβλεπαν και οι πλέον απαισιόδοξοι αναλυτές.Πρόκειται για την ανατροπή μιας παγκόσμιας καθεστηκυίας τάξεως 40 και πλέον χρόνων- από το 1968 η Ιαπωνία είχε ξεπεράσει τη Γερμανία και είχε σκαρφαλώσει στη δεύτερη θέση της κατάταξης των εθνικών οικονομιών παγκοσμίως.Στην κορυφή της κατάταξης παραμένουν οι ΗΠΑ. Για πόσο όμως ακόμη;

Κάποιοι ειδικοί, βεβαίως, υποστηρίζουν ότι τα συγκρινόμενα μεγέθη δεν ανταποκρίνονται στην οικονομική πραγματικότητα των δύο γειτονικών χωρών. Υποστηρίζουν ακριβέστερα ότι δεν χωρεί σύγκριση της κινεζικής οικονομίας με καμία «δυτική». Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Βarclays Capital Κιοχέι Μορίτα, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι η υπερφαλάγγιση της Ιαπωνίας από την Κίνα είναι συμβολική και όχι ουσιαστική, επειδή όταν μιλάει κανείς για τον «πλούτο» μιας χώρας δεν μπορεί να αγνοεί το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των πολιτών της. Και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Ιαπώνων είναι απείρως υψηλότερο από εκείνο των Κινέζων. Εστω και ως συμβολισμός, όμως, η είδηση δείχνει την αλλαγή του συσχετισμού των οικονομικών δυνάμεων στην Ασία και πιστοποιεί τη μετατόπιση του κέντρου βάρους των εξελίξεων από το Τόκιο στο Πεκίνο.

Το δεύτερο τρίμηνο του 2010 το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ιαπωνίας διαμορφώθηκε στα 1,2883 τρισ. δολάρια. Ηταν, δηλαδή, κατά 48,6 δισ. δολάρια μικρότερο από το ΑΕΠ της Κίνας, που την ίδια περίοδο διαμορφώθηκε στα 1,3369 τρισ. δολάρια. Βεβαίως, τα στοιχεία αυτά ίσως αναθεωρηθούν και εν πάση περιπτώσει αν συνυπολογίσει κανείς και το πρώτο τρίμηνο του έτους θα συμπεράνει ότι το εξάμηνο Ιανουαρίου- Ιουνίου 2010 το συνολικό ιαπωνικό ΑΕΠ είναι υψηλότερο του κινεζικού. Ωστόσο το σοκ που προκάλεσαν στο Τόκιο οι εξελίξεις του δευτέρου τριμήνου ήταν τέτοιο που, σύμφωνα με δηλώσεις κυβερνητικών πηγών προς τους «Τimes», η κυβέρνηση του Ναότο Καν πασχίζει ήδη να καταρτίσει νέα δέσμη μέτρων για την τόνωση της οικονομίας, ενώ ενδεχομένως να αναγκαστεί να παρέμβει και στις αγορές συναλλάγματος προκειμένου να καταστήσει ελκυστικότερες τις εξαγωγές της χώρας.

Η οιονεί ακινητοποίηση της ανάπτυξης στην Ιαπωνία αποτελεί ένα πισωγύρισμα με πιθανές επιπτώσεις και σε άλλες αναπτυγμένες οικονομίες στην Ευρώπη και βεβαίως στην οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Ιαπωνία είναι ένα βαρόμετρο για την παγκόσμια οικονομία. Πρώτη αυτή βυθίστηκε στην ύφεση το 2008 και πρώτη εξήλθε το 2009. Οι προσπάθειές της να οικοδομήσει μια διατηρήσιμη ανάπτυξη τορπιλίστηκαν, ωστόσο, από την κούρσα του γεν, το οποίο ενισχύθηκε στο υψηλότερο επίπεδο έναντι του δολαρίου την εβδομάδα που πέρασε. Το αποτέλεσμα της κούρσας του γεν είναι να γίνονται τα ιαπωνικά προϊόντα λιγότερο ελκυστικά στις διεθνείς αγορές συγκριτικά με αυτά ανταγωνιστικών χωρών, όπως εκείνα της Κορέας, της Ταϊβάν και βεβαίως της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Συναγερμός στο Τόκιο
Το προσπέρασμα της ιαπωνικής οικονομίας από την κινεζική, όπως κατεγράφη το τρίμηνο Απριλίου- Ιουνίου, φαίνεται ότι σήμανε συναγερμό στο κυβερνητικό επιτελείο του Τόκιο. «Η Ιαπωνία διαρκώς ομφαλοσκοπεί και ουδείς φαίνεται να αντιδρά στη συνήθειά της αυτή» σύμφωνα με τον Μάρτιν Σουλτς, επικεφαλής οικονομολόγο του Ινστιτούτου Ερευνών Fujitsu στο Τόκιο. Προ πέντε ετών το μέγεθος της ιαπωνικής οικονομίας ήταν διπλάσιο του μεγέθους της κινεζικής. Η τελευταία όμως αναπτύσσεται αλματωδώς, ενώ η Ιαπωνία σπατάλησε 20 ολόκληρα χρόνια από την περίοδο που έσκασε η φούσκα των ακινήτων προκειμένου να καταφέρει να ανακάμψει. Ξένοι επενδυτές κάνουν λόγο για μια κόπωση που χαρακτηρίζει τη χώρα και την οικονομία της, μια κόπωση που λειτουργεί ως τροχοπέδη για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και για κάθε διαρθρωτική αλλαγή που σχεδιάζουν οι κυβερνήσεις. «Η Ιαπωνία είναι μια χώρα στη δύση της. Το δημογραφικό της πρόβλημα διαρκώς οξύνεται και οι προοπτικές της οικονομίας της φθίνουν. Αντιθέτως η Κίνα διαθέτει μια ανατέλλουσα οικονομία. Αυτή θα είναι η χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου τον 21ο αιώνα» υποστηρίζει ο έγκριτος νεοϋορκέζος οικονομολόγος Καρλ Γουάινμπεργκ . Την περασμένη χρονιά η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ και έγινε η πρώτη αγορά αυτοκινήτου στον κόσμο. Ξεπέρασε τη Γερμανία και έγινε η πρώτη εξαγωγική χώρα στον κόσμο. Στις περισσότερες αγορές εμπορευμάτων είναι η κορυφαία χώρα σε εισαγωγέςμια πρωτιά την οποία κατείχε η Ιαπωνία από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και καθ΄ όλη τη δεκαετία του 1990. Κάθε σύγκριση της Κίνας με την Ιαπωνία ευνοεί πλέον την πρώτη. Βεβαίως το ετήσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Ιαπώνων αγγίζει τα 40.000 δολάρια, είναι δηλαδή περίπου δεκαπλάσιο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Κινέζων. Αλλά οι οικονομολόγοι διαπιστώνουν ότι η Ιαπωνία είναι μια χώρα που παρακμάζει. Ο διορισμός έξι πρωθυπουργών τα πέντε τελευταία χρόνια και το γεγονός ότι μόνο το 30% των ιαπωνικών επιχειρήσεων εμφάνισε κερδοφορία πέρυσι συνιστούν δύο από τις πλέον βασικές πηγές ανησυχίας για το μέλλον της χώρας. Η χαμένη δεκαετία
Η πολιτική των οιονεί μηδενικών επιτοκίων που ακολουθεί εδώ και μία 20ετία η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας δεν έχει καταφέρει να φρενάρει τον αποπληθωρισμό. Οι τιμές ξανάρχισαν να υποχωρούν καθώς ούτε ο ταχέως γηράσκων πληθυσμός της χώρας δείχνει διαθέσεις να αυξήσει την κατανάλωσή του ούτε ο κουρασμένος επιχειρηματικός κόσμος της χώρας εμφανίζεται διαθετειμένος να αυξήσει τις επενδύσεις του και να ξαναβρεί τον δυναμισμό που είχε προτού καταρρεύσουν οι αγορές μετοχών και ακινήτων στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ηταν η διαβόητη «χαμένη δεκαετία» της Ιαπωνίας, κατά την οποία η χώρα άρχισε να συσσωρεύει χρέη που έφθασαν το 200% του ΑΕΠ της. Το 95% του δημοσίου χρέους της η χώρα το χρωστά στους ίδιους τους πολίτες της, που σάρωναν επί σειρά ετών τα ομόλογα που εξέδιδε η κυβέρνηση του Τόκιο.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) συνέστησε στην κυβέρνηση του Ναότο Καν την αύξηση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ως τη μόνη λύση για να περιορίσει τα δυσθεώρητα χρέη της (το Ταμείο προβλέπει να φθάσουν το 250% του ΑΕΠ το 2015). Αλλά ένας γηράσκων πληθυσμός με παραδοσιακές καταναλωτικές αναστολές το πιθανότερο θα είναι να περιορίσει τις δαπάνες του. Αλλωστε, η ιδιωτική κατανάλωση συνεισφέρει ήδη κατά 60% στη διαμόρφωση του ιαπωνικού ΑΕΠ. «Είναι πολύ δύσκολο να βρει κανείς από πού θα προέλθει η ανάπτυξη. Η φορολόγηση των καταναλωτικών προϊόντων θα έχει επίπτωση στις δαπάνες των νοικοκυριών, όπως άλλωστε και η διολίσθηση της ισοτιμίας του γεν, που για να έχει κάποιο θετικό αντίκτυπο στις εξαγωγές θα πρέπει να είναι σημαντική» δήλωσε ο Ρίτσαρντ Τζέραμ της Μacquarie Secirities.

Εν κατακλείδι, η προοπτική να ξεπεράσει η κινεζική οικονομία την ιαπωνική και σε ετήσια βάση μοιάζει αναπότρεπτη. «Το εντυπωσιακότερο συμπέρασμα από την ανάλυση των εξελίξεων στις δύο χώρες είναι ότι η συνεισφορά τους στην παγκόσμια αναπτυξιακή διαδικασία δεν εξαρτάται τόσο από την αυξανόμενη ισχύ της κινεζικής οικονομίας όσο από τη σχετική αποδυνάμωση της ιαπωνικής έναντι όλων των άλλων οικονομιών του πλανήτη» εκτιμά ο ειδικός αναλυτής της Capital Εconomics Τζούλιαν Τζέσοπ.