Την περασμένη εβδομάδα το πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης των Ηνωμένων Πολιτειών έγινε εβδομήντα πέντε ετών. Υπό κανονικές συνθήκες η επέτειος θα έπρεπε να είναι μια αφορμή για να τιμηθεί ένα πρόγραμμα που προσέφερε αξιοπρέπεια στη ζωή των μεγαλύτερων σε ηλικία Αμερικανών. Το πρόγραμμα όμως δέχεται ολομέτωπη επίθεση από ορισμένους Δημοκρατικούς και από σχεδόν όλους τους Ρεπουμπλικανούς. Λέγεται δε ότι και η Επιτροπή Ελλειμμάτων του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ίσως να ζητήσει μεγάλες περικοπές των επιδομάτων και ιδιαίτερα μια μεγάλη αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης.

Οσοι επιτίθενται στο πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης υποστηρίζουν ότι νοιάζονται για το μέλλον του από οικονομικής απόψεως. Αλλά οι αριθμοί δεν τους δικαιώνουν και η αντίθεσή τους δεν είναι τόσο για τα δολάρια όσο για την ιδεολογία και την πολιτική τοποθέτηση. Και πίσω από όλα βρίσκεται η άγνοια ή η αδιαφορία για την πραγματική ζωή πολλών Αμερικανών.

Σχετικά με τους αριθμούς, το πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης έχει τη δική του αποκλειστική χρηματοδότηση μέσω του φόρου μισθωτών υπηρεσιών. Είναι όμως και τμήμα του ευρύτερου ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Αυτό σημαίνει ότι το πρόγραμμα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα κατά δύο τρόπους. Πρώτον, αν η αποκλειστική χρηματοδότηση αποδειχθεί ανεπαρκής, με αποτέλεσμα την περικοπή επιδομάτων ή την αναζήτηση επιπλέον βοήθειας από το Κογκρέσο. Δεύτερον, αν ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός δεν μπορέσει να αντέξει στο σύνολό του το κόστος του προγράμματος κοινωνικής ασφάλισης.

Κανένα όμως από αυτά τα πιθανά προβλήματα δεν αποτελεί άμεσο κίνδυνο. Το πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης έχει πλεόνασμα τα τελευταία 25 χρόνια και αυτά τα χρήματα μπαίνουν σε έναν ειδικό λογαριασμό, το λεγόμενο αποθεματικό ταμείο. Το πρόγραμμα δεν χρειάζεται να απευθυνθεί στο Κογκρέσο για βοήθεια ή για μείωση των επιδομάτων αν δεν μείνει από χρήματα το αποθεματικό ταμείο του, πράγμα που, σύμφωνα με τους αντιλογιστές του προγράμματος, θα γίνει μετά το 2037. Σύμφωνα με τους ίδιους υπολογισμούς, υπάρχουν πολλές πιθανότητες αυτό να μη συμβεί ποτέ.

Εν τω μεταξύ ο γηράσκων πληθυσμός θα προκαλέσει την αύξηση του κόστους των επιδομάτων από το σημερινό 4,8% στο 6% του ΑΕΠ. Η αύξηση αυτή είναι σημαντικά μικρότερη από την αύξηση των αμυντικών δαπανών από το 2001 και μετά, την οποία η Ουάσιγκτον δεν σκέφτηκε να χαρακτηρίσει κρίση ή να τη θεωρήσει αφορμή για να αναθεωρήσει κάποιες από τις φορολογικές ελαφρύνσεις του προέδρου Μπους.

Επομένως, ποιος λέει ότι υπάρχει κρίση; Κατά ένα μεγάλο ποσοστό αυτό οφείλεται σε υπολογισμούς που γίνονται με κακή πίστη και θα ήταν εύκολο να τους αγνοήσει κανείς αν δεν συμφωνούσαν μαζί τους άνθρωποι με επιρροή, όπως ο Αλαν Σίμσον, ο συμπρόεδρος της Επιτροπής Ελλειμμάτων του αμερικανού προέδρου.

Και αφού δημιούργησαν μια κρίση, τι είναι αυτό που θέλουν να κάνουν οι εχθροί του προγράμματος κοινωνικής ασφάλισης; Δεν προτείνουν την περικοπή επιδομάτων στους σημερινούς συνταξιούχους αλλά την περικοπή τους στο απώτερο μέλλον. Σκεφθείτε το λοιπόν έτσι: για να αποφύγουμε την πιθανότητα περικοπών στο μέλλον, πρέπει να κόψουμε τα μελλοντικά επιδόματα. Τι συμβαίνει πραγματικά εδώ πέρα; Οι συντηρητικοί απεχθάνονται το πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης για ιδεολογικούς λόγους: η επιτυχία του αποδυναμώνει το επιχείρημά τους ότι το κράτος είναι πάντα το πρόβλημα και ποτέ η λύση. Δέχονται όμως σημαντική στήριξη από ανθρώπους που κινούν τα νήματα στην Ουάσιγκτον, για τους οποίους η δηλωμένη προθυμία να κόψουν το πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης λειτουργεί ως αποδεικτικό δημοσιονομικής σοβαρότητας, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους αριθμούς.

Και καμία πλευρά του συνασπισμού εναντίον του προγράμματος κοινωνικής ασφάλισης δεν γνωρίζει ή νοιάζεται για τις δυσκολίες που θα προκαλέσουν οι προτάσεις αυτές.

Η ιδέα να αυξηθεί κι άλλο η ηλικία συνταξιοδότησης- πέρα απ΄ όσο προβλέπει ο ισχύων νόμος- συνοδεύεται από το επιχείρημα ότι το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να εργάζονται σε μεγαλύτερη ηλικία. Αυτό ισχύει μόνο για ευκατάστατους υπαλλήλους- αυτούς, δηλαδή, που χρειάζονται λιγότερο το πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης.

Δεν αναφέρομαι απλώς στο γεγονός ότι είναι πολύ ευκολότερο να φανταστούμε κάποιον να δουλεύει ως τα 70 του αν έχει ένα άνετο γραφείο και δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει χειρωνακτική εργασία.

Η Αμερική αρχίζει να γίνεται μια κοινωνία ανισοτήτων και αυτό επεκτείνεται και σε θέματα ζωής και θανάτου. Το προσδόκιμο ζωής για τους 65άρηδες έχει αυξηθεί αλλά αφορά εκείνους που κερδίζουν πολλά και όχι εκείνους που βρίσκονται στα χαμηλότερα εισοδήματα. Και θυμηθείτε ότι η ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί με βάση τον ισχύοντα νόμο. Γι΄ αυτό πρέπει να τα βάλουμε με αυτή την άδικη και σκληρή επίθεση που δέχονται οι εργαζόμενοι Αμερικανοί. Οι μεγάλες περικοπές στο πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να αποκλειστούν από το τραπέζι των συζητήσεων.