Η πολιτική σκοπιμότητα επανέρχεται στην ατζέντα του Πρωθυπουργού καθώς το φθινόπωρο θα πρέπει να δώσει την πρώτη εκλογική μάχη μετά την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία, τη μάχη των εκλογών για την τοπική αυτοδιοίκηση. Οι εκλογές αυτές, σύμφωνα με τους πολιτικούς αναλυτές, θα δείξουν κατά πόσο αντέχει ακόμη η κυβέρνηση τις μεταρρυθμίσεις ή αν θα πρέπει να «βάλει νερό στο κρασί της» για να επιβιώσει πολιτικά. Εν όψει αυτών των εκλογών αλλά και ενός πολύ θερμού φθινοπώρου, με τις αντιδράσεις των παραγωγικών τάξεων στις μεταρρυθμίσεις να κλιμακώνονται και την ύφεση να κυριαρχεί και κατά πάσα πιθανότητα να επιδεινώνεται ραγδαία, ο κ. Παπανδρέου πρέπει να βρει τρόπους να προσφέρει, αν όχι ανακούφιση, τουλάχιστον ελπίδα στους πολίτες. Οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στο Ασφαλιστικό φέρνουν πόνο σε πολύ μεγάλη μερίδα εργαζομένων, η ανεργία καλπάζει, καθώς ο δημόσιος τομέας δεν προσλαμβάνει και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις κλείνουν, επενδύσεις δεν γίνονται, οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι δυσαρεστημένοι διότι περιορίστηκαν τα εισοδήματά τους, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης και οι μεγάλες βαρέθηκαν να πληρώνουν φόρους και έκτακτες εισφορές.
Με λίγα λόγια, ο κ. Παπανδρέου έχει δυσαρεστήσει με την πολιτική του σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού. Από την άλλη, όλα δείχνουν ότι οι πολίτες αποδέχονται ως μοναδική επιλογή αυτή την πολιτική εφόσον επιθυμούν να παραμείνουν στο ευρώ και να «ανήκουμε στη Δύση». Προϋπόθεση για αυτά τα δύο είναι η αποπληρωμή των χρεών μας στις τράπεζες της Ευρώπης και η υιοθέτηση όλων των μέτρων της ΕΕ τα οποία καθυστερούμε επί 30 χρόνια με διάφορες προφάσεις και κόλπα να υιοθετήσουμε. Συνεπώς η δυσαρέσκεια από τη μία και η αντίληψη της κατάστασης από την άλλη αλληλεπιδρούν, με αποτέλεσμα ουδείς να γνωρίζει πώς θα μεταφραστεί το αποτέλεσμα σε ψήφους.
Εν πάση περιπτώσει, ο κ. Παπανδρέου θα πρέπει να «παλέψει» στις εκλογές και το μόνο όπλο που διαθέτει είναι να βρει μια αχτίδα ελπίδας για το μέλλον. Μια ελπίδα που σήμερα δεν διαφαίνεται από πουθενά. Παρ΄ όλα αυτά, στην ομιλία του στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης ο κ. Παπανδρέου θα πρέπει να προσεγγίσει πολιτικά τους μικρομεσαίους, τους απολυμένους, τους κατεστραμμένους επιχειρηματίες, τους δημοσίους υπαλλήλους και όλους τους άλλους θιγμένους από την πολιτική του. Και για να το κάνει αυτό θα πρέπει να μιλήσει για προοπτικές ανάπτυξης και για προσωρινότητα των σκληρών μέτρων και κυρίως των φόρων. Ο ίδιος βέβαια πιστεύει- και το επιτελείο του το διατυμπανίζει- ότι έσωσε τη χώρα. Η πραγματικότητα όμως είναι εξαιρετικά δυσάρεστη. Η κατάσταση δεν είναι καλή ούτε στο κοινωνικό ούτε στο πολιτικό μέτωπο, με την εγκληματικότητα και την τρομοκρατία να γίνονται ολοένα και πιο σκληρές, την Παιδεία να παραμένει εξαιρετικά υποβαθμισμένη και το σύστημα υγείας να κλυδωνίζεται.
Πώς θα ξεφύγει ο κ. Παπανδρέου από αυτή την κατάσταση; Μόνο με την υπόσχεση επενδύσεων, την περιγραφή ενός πολύ συγκεκριμένου και αποτελεσματικού αναπτυξιακού νόμου, την προοπτική μείωσης των φόρων και αύξησης των μισθών. Είναι όμως δυνατόν να γίνουν αυτά; Είναι δυνατόν τέτοιου είδους υποσχέσεις να γίνουν πραγματικότητα μέσα στην επόμενη διετία; Η ως σήμερα εμπειρία μας από την κυβέρνηση Παπανδρέου δεν αφήνει πολλές ελπίδες. Η ελπίδα όμως πεθαίνει τελευταία και σε αυτή τη σοφή ρήση θα στηρίξει ο κ. Παπανδρέου τις πολιτικές προοπτικές του.