ΣΤΟΥΣ Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 πρώτευσαν δέκα Ελληνες και αν δεχθούμε την αυθεντική ετυμολογική έννοια του «ολυμπιονίκης» αυτοί δικαιούνται και τον τίτλο της πρωτοπορίας. Τότε το έπαθλο ήταν ένα δάφνινο στεφάνι και ένα ασημένιο μετάλλιο. Χάλκινο μετάλλιο για τον δεύτερο και απλή αναφορά για τον τρίτο. Με την καθιέρωση του βάθρου ο τίτλος του ολυμπιονίκη τριχοτομήθηκε και σιγά σιγά επήλθε εννοιολογική και αξιοκρατική αποδυνάμωση καθώς για περισσότερους από έναν λόγους ο επίζηλος τίτλος παραχωρήθηκε (και εδώ υπεισέρχεται και η ευθύνη των ανθρώπων του Τύπου) σε όσους επέτυχαν- άθλος οπωσδήποτε- να φθάσουν στην τελική οκτάδα με συνέπεια να οκταπλασιασθεί και ο συνολικός αριθμός των ολυμπιονικών με έναν αυθαίρετο πληθωρισμό, που ευχάριστα χαϊδεύει τα αφτιά ακροατών και θέλγει τους αναγνώστες.
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ αυτό συνδέεται άμεσα και με την έλλειψη εθνικής αθλητικής αυτογνωσίας. Δεν είναι μόνο θέμα ιστορικής αξιολόγησης, είναι φραστικά τουλάχιστον υποτίμηση του πρώτου (κάτι που δεν υπήρχε στην Αρχαία Ελλάδα). Πάρτε ως παράδειγμα ότι από τους Ελληνες που διακρίθηκαν στους Α΄ Ολυμπιακούς ως «πρώτοι», δηλαδή μια δεκάδα, ελάχιστοι έχουν τιμηθεί με βιβλιογραφική αυτοδυναμία. Π.χ. ο Σπύρος Λούης. Αργότερα ο Κωστής Τσικλητήρας (ολυμπιονίκης το 1908 και το 1912). Οι υπόλοιποι πρωτεύσαντες και ως πρωτοπόροι της αναβίωσης του μεγάλου τίτλου αναφέρονται στα σχετικά βιβλία, κάποιοι μάλιστα έχουν καλυφθεί και από τη λήθη.
ΚΑΤΑ συνέπεια κάθε προσπάθεια για την αυτοδύναμη ανάδειξη των παλαιών ολυμπιονικών- των «πρωτευσάντων», δηλονότι- είναι αξιοπρόσεκτη και άξια κάθε συνδρομής. Αυτό συμβαίνει και τώρα από μια ομάδα συντοπιτών του ολυμπιονίκη της σκοποβολής – το πρώτο αγώνισμα της τρίτης ημέρας των αγώνων του 1896- Παντελή Καρασεβδά να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία για την έκδοση βιβλίου. Ο Καρασεβδάς δεν ήταν ευκαιριακά ο νικητής στον αγώνα από απόσταση 200 μ. με «τυφέκιον» που σε πλείστα κείμενα της εποχής αναφέρεται με τη λαϊκή ταυτότητα του «γκρα».
ΠΑΡΕΝΘΕΤΙΚΑ να θυμίσουμε ότι τα αγωνίσματα της σκοποβολής έγιναν στο στεγασμένο ολυμπιακό σκοπευτήριο στην Καλλιθέα- μάλιστα ο σπουδαίος Ιωάννης Χρυσάφης αναφέρει ότι η τότε «βασίλισσα Ολγα έρριψε την πρώτην βολήν διά να εγκαινιάση το κτίριον και ευθύς μετά τούτο ήρχισαν οι αγώνες. Εκαστος σκοπευτής έβαλε τεσσαράκοντα εν συνόλω βολάς εις τέσσερας σειράς εκ δέκα βολών εκάστη και με δύο εκάστοτε δοκιμαστικάς. Νικητής ανεδείχθη ο Παντελής Καρασεβδάς, ο νυν συνταγματάρχης εν αποστρατεία (το βιβλίο του Χρυσάφη εκδόθηκε πριν από 80 χρόνια…), πρόεδρος των αθλητικών σωματείων Πανελληνίου και Παναθηναϊκού, μέλος της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων». Ο Καρασεβδάς ήταν τότε νεαρός φοιτητής της Νομικής και στην εξέλιξη του βίου του αναδείχθηκε σε αξιόλογο βουλευτή. Αθλητής του Πανελληνίου, η δε επίδοσή του 2.320 βαθμοί έναντι 1.978 του δευτέρου δικηγόρου Π. Παυλίδη. Τρίτος ο Ν. Τρικούπης και τέταρτος ο αρχιτέκτονας της αναμαρμάρωσης του Παναθηναϊκού Σταδίου Αναστάσης Μεταξάς (έλαβε μέρος και στους Μεσολυμπιακούς του 1906 διακριθείς). Ο Καρασεβδάς απεβίωσε το 1946.
Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ και ο στόχος των συμπολιτών του Παντελή Καρασεβδά αναμφίβολα θα επεκταθούν και πέραν του ολυμπιακού πλαισίου ώστε να καταγραφεί και η μετέπειτα έντονη και πολυτάραχη ανάμειξή του στα κοινά- ως φιλαθλητικού άνδρα και πολιτικού για να δοθούν εικόνες της τότε κοινωνίας και δημόσιας ζωής. Λεπτομερής καταγραφή των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων έχει γίνει στην κλασική έκδοση Καρόλου Μπεκ, μόλις έναν μήνα μετά τον Απρίλιο του 1896. Και ως επίμετρο ένα ευτράπελο: Ο Καρασεβδάς απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση, μετά τους Αγώνες, είπε ότι η σταδιοδρομία του ως σκοπευτή άρχισε με στόχο τα σπουργίτια, στον Αστακό. Αλλά η εξέλιξή του οφείλεται, όπως και η νίκη του, στην Ακαδημαϊκή Λέσχη (;). (Ζητούνται πληροφορίες. Καταγραφή στο βιβλίο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του αείμνηστου εξέχοντος αθλητικού δημοσιογράφου και επί πολλά έτη συνεργάτη του «Βήματος» και των «Νέων» Χρίστο Σβολόπουλο).