Νέες προσφορές λανσάρουν οι τράπεζες στις καταθέσεις με στόχο να αντλήσουν ρευστότητα από την εγχώρια αγορά ύστερα από ένα πολύ δύσκολο πρώτο τρίμηνο, κατά τη διάρκεια του οποίου το σύνολο των αποταμιεύσεων από νοικοκυριά στην Ελλάδα υποχώρησε κατά 5 δισ. ευρώ. Στόχο των διοικήσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων αποτελεί η διακράτηση των ρευστών διαθεσίμων των πελατών τους όσο το δυνατόν περισσότερο. Για τον λόγο αυτόν, εκτός από την αύξηση των αποδόσεων στους «κλειστούς» λογαριασμούς, τα τμήματα ανάπτυξης προϊόντων προχωρούν στη δημιουργία διαφόρων κινήτρων, ώστε να διατηρήσουν για αρκετούς μήνες κεφάλαια που έχουν στο καταθετικό χαρτοφυλάκιό τους. Συγκεκριμένα, μέσα από τα νέα προγράμματα η ανταμοιβή αυξάνεται όσο περισσότερο καθυστερεί η ανάληψη των χρημάτων. Αν και τα επιτόκια δεν έχουν επανέλθει στα επίπεδα του 6%-7%, όπως συνέβη μετά την κατάρρευση της Lehman Βrothers, έχουν εισέλθει και πάλι σε ανοδική τροχιά καταγράφοντας τους πρώτους μήνες του 2010 μια αύξηση που στις περισσότερες περιπτώσεις ξεπερνά τις 100 μονάδες βάσης. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η μέση ετησιοποιημένη απόδοση για νέες προθεσμιακές καταθέσεις στο τέλος Μαρτίου έφτασε για διάρκεια ως ένα έτος το 2,61% από 2,10% στο τέλος Δεκεμβρίου και για διάρκεια από 13 ως24 μήνες το 3,34% από 2,39% αντίστοιχα.
Καταβολή τόκων
Το προηγούμενο διάστημα ανακοινώθηκαν νέα προϊόντα με βασικό χαρακτηριστικό την καταβολή των τόκων ανά τακτά χρονικά διαστήματα και την ενισχυόμενη απόδοση από μήνα σε μήνα. Ετσι, εμφανίστηκαν στην αγορά προγράμματα με επιτόκια που αυξάνονται σταδιακά ως και το 9%, αρκεί ο καταθέτης να μην αποσύρει τις αποταμιεύσεις τους. Σε κάθε περίπτωση οι τραπεζίτες δεν επιθυμούν στην παρούσα φάση να ξεκινήσουν έναν «πόλεμο» που θα επιβάρυνε σε μεγάλο βαθμό το κόστος άντλησης κεφαλαίων, σε μια περίοδο όπου το σκέλος των εσόδων παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις λόγω της αύξησης των καθυστερήσεων. «Η πίτα της ελληνικής αγοράς είναι δεδομένη. Ως εκ τούτου μια ανακατανομή της από τράπεζα σε τράπεζα στην παρούσα φάση περισσότερο θα δημιουργούσε παρά θα έλυνε προβλήματα» επεσήμανε τραπεζικό στέλεχος.
Στο πλαίσιο αυτό, «κλειδί» για την εξασφάλιση μεγαλύτερου επιτοκίου αποτελεί τόσο η χρονική διάρκεια της κατάθεσης όσο και το ύψος της. Σε γενικές γραμμές για την εξασφάλιση μιας απόδοσης της τάξεως του 3%3,5% απαιτείται κατάθεση της τάξεως τουλάχιστον των 30.000 ευρώ και το «κλείσιμό» της για 12 μήνες. Το νέο χαρακτηριστικό που εντοπίζεται είναι η αυξανόμενη απόδοση όσο περνούν οι μήνες ή τα τρίμηνα ή ακόμη και τα χρόνια. Συγκεκριμένα, δίνεται η δυνατότητα στον καταθέτη να αποσύρει τα κεφάλαιά του ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ωστόσο, αν επιλέξει να συνεχίσει την κατάθεσή του, του προσφέρεται ως μπόνους αυξημένο επιτόκιο.
Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή υπάρχει στην αγορά προϊόν 12μηνης διάρκειας που αποδίδει τους τόκους και παρέχει το δικαίωμα στον καταθέτη να κάνει ανάληψη όλων των χρημάτων του ανά τρίμηνο. Ωστόσο, όσο πιο πολλά τρίμηνα διατηρείται «κλειδωμένη» η κατάθεση στην ίδια τράπεζα τόσο περισσότερο αυξάνεται η συνολική απόδοσή της. Με ανάλογο τρόπο λειτουργεί άλλο προϊόν με μέγιστη διάρκεια τα τρία έτη και δικαίωμα ανάληψης της κατάθεσης στο τέλος κάθε χρονιάς. Αλλες τράπεζες προσφέρουν προγράμματα με χαρακτηριστικά όπως η παροχή, υπό μορφήν δώρου, επιπλέον τόκων ενός μήνα ή η προκαταβολή όλων των τόκων της κατάθεσης στην αρχή.
Επιπλέον, παρέχονται κίνητρα για τη συστηματική αποταμίευση. Συγκεκριμένα, διατίθενται στην αγορά προθεσμιακές καταθέσεις που θέτουν ως προϋπόθεση για την εξασφάλιση του υψηλού επιτοκίου την καταβολή ενός ελαχίστου ποσού κάθε μήνα, το οποίο μπορεί να ξεκινά από τα 50 ευρώ. Αλλα προϊόντα προσφέρουν υψηλό επιτόκιο στο μέρος της κατάθεσης που υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο όριο κάθε μήνα. Αν, για παράδειγμα, το όριο αυτό τοποθετείται στις 2.500 ευρώ, ο καταθέτης εξασφαλίζει υψηλή απόδοση για τα επιπλέον χρήματα πάνω από το ποσό αυτό.
Περί εγγυημένου κεφαλαίου
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝπαρουσιάζουν ξανά τα προγράμματα εγγυημένου κεφαλαίου, τα βασικά χαρακτηριστικά των οποίων είναι η μεγάλη διάρκεια και η εξασφάλιση μιας ελάχιστης εγγυημένης απόδοσης. Για παράδειγμα, έχουν εμφανιστεί στην αγορά προϊόντα ακόμη και έξι ετών, η ετήσια απόδοση των οποίων μπορεί να κυμαίνεται από 1% ως και 6,5%, ανάλογα με την πορεία χρηματιστηριακών δεικτών ή μετοχών. Το αρχικό κεφάλαιο της κατάθεσης είναι συνήθως χαμηλό, ξεκινώντας από τις 10.000
ευρώ, ενώ παρέχεται η δυνατότητα στον αποταμιευτή να αποχωρήσει αν χρειαστεί πριν από τη λήξη του προϊόντος, με κίνδυνο όμως απώλειας μέρους του αρχικού κεφαλαίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα από ορισμένα προϊόντα μπορεί να επιτευχθεί σημαντική γεωγραφική διασπορά του επενδυόμενου κεφαλαίου, καθώς η τελική απόδοση της επένδυσης μπορεί να εξαρτάται από την πορεία όχι ενός αλλά πολλών δεικτών ή μετοχών από διαφορετικές χώρες.