Και όμως εν μέσω κρίσης υπάρχει φως! Αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις συνεχίζουν- παρά το ζοφερό περιβάλλον που έχει διαμορφώσει η οικονομική κρίσηνα παράγουν και κυρίως να εξάγουν. Και μάλιστα να αυξάνουν τις εξαγωγές τους. Ορισμένοι εκτιμούν ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται στις… ξένες αγορές. Σε αυτό συμφωνούν «εν τοις πράγμασι» οι επιχειρηματίες με τους οποίους μίλησε «Το Βήμα». Υπάρχουν εταιρείες- και δεν είναι λίγες- που το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεών τους το πραγματοποιούν στη διεθνή αγορά και μόνο ένα μικρό μέρος στην εγχώρια. Υπάρχουν και άλλες που εντείνουν την εξαγωγική δραστηριότητά τους, προσπαθώντας να εξισορροπήσουν τις απώλειες που διαπιστώνουν στην εσωτερική αγορά.
Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά η κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη , πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ), «οι εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας τον περασμένο Μάρτιο ήταν ελπιδοφόρες. Επειτα από περίπου δύο χρόνια η αξία των ελληνικών εξαγωγών αυξήθηκε κατά 16,5%. Φαίνεταιλοιπόν» υποστηρίζει η κυρία Σακελλαρίδη «ότι υπάρχουν δυνατότητες να βελτιωθούν τα αποτελέσματα των εξαγωγικών επιχειρήσεων». Προς αυτήν την κατεύθυνση, μάλιστα, όπως αναφέρει, συντείνει και ένας απρόσμενος «σύμμαχος» των ελληνικών προϊόντων «η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου».
Πράγματι η άνοδος των εξαγωγών παρατηρείται, ουσιαστικά, από τη στιγμή που άρχισε να αποδυναμώνεται το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα έναντι του αμερικανικού. Μόνο οι εξαγωγές τροφίμων φθάνουν και ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ, γεγονός που αναδεικνύει τον δυναμισμό εν μέσω κρίσης και αποδεικνύει κόντρα στο ρεύμα ότι ο έλληνας επιχειρηματίας διαθέτει δημιουργικό πνεύμα και ευρηματικότητα.
Βεβαίως ορισμένοι θεωρούνόχι αδίκως- πως μετά την καθίζηση της ελληνικής αγοράς η ένταση της εξαγωγικής δραστηριότητας αποτελεί κανόνα επιβίωσης των εταιρειών τους.
Ωστόσο ο δρόμος όμως των ελληνικών προϊόντων προς τις ξένες αγορές δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Η γραφειοκρατία των τελωνείων, το υψηλό κόστος διεκπεραίωσης μιας εξαγωγής, η πλήρης έλλειψη ηλεκτρονικών αρχείων και αντίστοιχης ηλεκτρονικής ενημέρωσης των αρμοδίων αρχών που απαιτούν τη φυσική παρουσία για την τεκμηρίωση των εξαγωγικών εγγράφων, αλλά και το απαγορευτικό κόστος της πολυήμερης παραμονής εμπορευμάτων στο λιμάνι του Πειραιά, σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν τους εξαγωγείς στην απελπισία. Μάλιστα οι πολύμηνες απεργίες στο λιμάνι του Πειραιά την περίοδο 2008-2009 αποδιοργάνωσαν τον εξαγωγικό προγραμματισμό των ελληνικών επιχειρήσεων. Είναι βέβαιο όμως ότι σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν αποδείξει ότι μπορούν να πετύχουν και στις πιο αντίξοες συνθήκες.
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗκαι η ύφεση της ελληνικής οικονομίας δεν φαίνεται να επηρεάζει τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες βλέπουν τη ζήτηση για τα προϊόντα τους και τον τζίρο τους να αυξάνονται. Και τούτο διότι οι ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες κυρίως εξάγουν βγαίνουν από την κρίση που τους έπληξε την προηγούμενη διετία και οι οικονομίες τους βαδίζουν και πάλι τον δρόμο της ανάπτυξης σε αντίθεση με την ελληνική που τώρα εισέρχεται στη βαθύτερη ύφεση της σύγχρονης ιστορίας της. Ετσι, ακόμη και εταιρείες που μέχρι πρότινος είχαν τις εξαγωγές ως συμπληρωματική δραστηριότητα, άλλαξαν στρατηγική και εστιάζουν τις επιχειρηματικές τους προσπάθειες στο να ενισχύσουν τη διείσδυσή τους στις αγορές του εξωτερικού.
«Πέρυσι, ήταν μία χρονιά εξαιρετικά δύσκολη για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις εξαιτίας της διεθνούς κρίσης, εφέτος όμως το κλίμα έχει αλλάξει» αναφέρει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Α. Κεφαλογιάννης , διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Gaea, η οποία εξάγει κυρίως τυποποιημένο ελαιόλαδο και τυποποιημένες ελιές. Εφέτος, σύμφωνα με τον κ. Κεφαλογιάννη, «θα έχει αύξηση πωλήσεωνμε συγκρατημένους ρυθμούς, αλλά σίγουρα θα υπάρχει θετικό πρόσημο και οριακή κερδοφορία».
Η Gaea, στο διοικητικό συμβούλιο της οποίας συμμετέχει ως αντιπρόεδρος ο σεφ κ. Λ. Λαζάρου, εκμεταλλεύεται την υψηλή ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου και με το κατάλληλο μάρκετινγκ έχει καταφέρει να διεισδύσει σε ευρωπαϊκές αγορές και σε ορισμένες εξ αυτών μάλιστα, όπως της Γερμανίας, της Αγγλίας ή της Νορβηγίας, κατέχει εξαιρετικά μερίδια αγοράς. Ο κ. Κεφαλογιάννης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στη γερμανική αγορά, τη μεγαλύτερη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Gaea «είναι το νούμερο τρία στα brand names του ελαιολάδου τα δύο τελευταία χρόνια. Κατέχει το 43,5% των συνολικών πωλήσεων τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου στη Γερμανία, με 6,2% μερίδιο αγοράς». Αντιστοίχως, κατέχει την πρώτη θέση στην αγορά της τυποποιημένης βρώσιμης ελιάς στη Νορβηγία και τη δεύτερη στην αγορά του τυποποιημένου ελαιολάδου. Οι εξαγωγές της γίνονται κυρίως στη Βόρεια Αμερική και στη Βόρεια Ευρώπη.
Οι πωλήσεις της εφέτος, κατά τον κ. Κεφαλογιάννη, αναμένονται στα 11,5 εκατ. ευρώ, έναντι 10,025 εκατ. ευρώ το 2009, ενώ περισσότερα από 8,5 εκατ. ευρώ είναι η αξία των εξαγωγών της. Τη μερίδα του λέοντος στις πωλήσεις της κατέχει το τυποποιημένο ελαιόλαδο, που καλύπτει το 50%.
Από το εξωτερικό στο εσωτερικό
Ο κ. Χρ. Καινούργιος έχει ιχθυοτροφείο στην περιοχή της Πρέβεζας – στις πηγές του ποταμού Αχέροντα. Παράγει πέστροφες και τις εξάγει στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Η οικονομική κρίση δεν τον έχει επηρεάσει, αντιθέτως, όπως λέει ο ίδιος «έχει ευνοήσει» την εξαγωγική του δραστηριότητα. «Παράγω πρωτεΐνες χαμηλού κόστους και απευθύνομαι στον μέσο καταναλωτή και μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον εγώ έχω ωφεληθεί» εξηγεί ο ίδιος.
Πράγματι, από 3,5 εκατ. ευρώ που ήταν οι πωλήσεις του κατά τη διάρκεια του 2008, πέρυσι ανήλθαν στα 4,5 εκατ. ευρώ και εφέτος θα πλησιάσουν περίπου τα 5,5 εκατ. ευρώ. Σε αντίθεση με άλλες επιχειρήσεις που ξεκινούν τη δραστηριότητά τους στην εσωτερική αγορά και ακολούθως στρέφονται στις ξένες, ο κ. Καινούργιος άρχισε τη δική του εμπορική δράση του εξάγοντας όλη την παραγωγή του στη Βόρεια Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αξία των εξαγωγών στο σύνολο των πωλήσεων της εταιρείας αντιστοιχεί σήμερα στο 70%, ενώ σύντομα ο κ. Καινούργιος σκοπεύει να αρχίσει εξαγωγές στη Ρωσία.
Αλλαγή στρατηγικής
«Στο ζοφερό περιβάλλον της οικονομικής ύφεσης η στροφή στις αγορές του εξωτερικού αποτελεί σημαντική διέξοδο για να καλύψουν οι επιχειρήσεις τις απώλειες στις πωλήσεις που έχουν στην εγχώρια αγορά» επισημαίνει η κυρία Αλεξάνδρα Πίττα-Χαζάπη, διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας Αττική Μελισσοκομική. Η εταιρεία, όπως αναφέρεται στον τίτλο της, τυποποιεί και διακινεί μέλι.
Εφέτος, λοιπόν, η κυρία ΠίτταΧαζάπη και ο αδελφός της κ. Γ. Πίττας (είναι οι μέτοχοι της Αττικής Μελισσοκομικής) αποφάσισαν να ενισχύσουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα, προκειμένου να εξισορροπήσουν τους κινδύνους που κρύβει πλέον η ελληνική αγορά. Στόχος τους είναι, όπως αναφέρουν, οι εξαγωγές τους «από το 7%- 8% του τζίρου να αντιπροσωπεύσουν τουλάχιστον το 10% των συνολικών πωλήσεων της εταιρείας». Και φαίνεται ότι έχουν «θετική ανταπόκριση» .
Στους πρώτους πέντε μήνες, από τον Ιανουάριο ως και τον Μάιο, οι πωλήσεις τους στο εξωτερικό ανήλθαν στους 100 τόνους από 70 τόνους που ήταν πέρυσι το αντίστοιχο διάστημα και, όπως λέει η κυρία Πίττα-Χαζάπη, «είναι αυξημένος και ο Ιούνιος». Το ελληνικό μέλι εξάγεται σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, Καναδάς, Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Λίβανος, Σινγκαπούρη, Αυστραλία και ήδη γίνονται προσπάθειες για την είσοδό του και στην κινεζική αγορά. «Πρόκειται για εξέλιξη αρκετά σημαντική, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το τυποποιημένο μέλι δεν είναι φθηνό προϊόνκαι εξάγεται στην ίδια τιμή που πωλείται και στην ελληνική αγορά» αναφέρει η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας, οι πωλήσεις της οποίας πέρυσι ανήλθαν στα 22,5 εκατ. ευρώ έναντι 23,8 εκατ. ευρώ το 2008.
Νέες επενδύσεις για νέες αγορές
Σε 85 χώρες και στις πέντε ηπείρους εξάγει φάρμακα (αντίγραφα) η Ρharmaten του κ. Β. Κάτσου. Για να εξυπηρετήσει την εξαγωγική δραστηριότητα της εταιρείας του ο κ. Κάτσος κατασκεύασε νέο εργοστάσιο, στις Σάππες του Νομού Ροδόπης- επένδυση ύψους 41 εκατ. ευρώ- «ανοίγοντας» παράλληλα 150 νέες θέσεις εργασίας, ενώ η ετήσια παραγωγική του δυνατότητα ανέρχεται σε 3 δισ. δισκία και 2 δισ. κάψουλες. Και το 90% της παραγωγής τους θα κατευθύνεται σε ξένες αγορές.
Οπως αναφέρει ο κ. Κάτσος, «η νέα παραγωγική μονάδα θα στηρίξει την εξαγωγική δραστηριότητα της εταιρείας στην αμερικανική αγορά». Εξηγώντας τις επιτυχείς εξαγωγικές του επιδόσεις- δεδομένου μάλιστα ότι η ευρωπαϊκή αγορά αντιγράφων φαρμάκων μοιάζει με «θέατρο πολέμου» μετά την «εισβολή» των ινδικών και κινεζικών φαρμακευτικών ομίλων με τις τιμές πολλών αντιγράφων φαρμάκων να βρίσκονται υπό κατάρρευση- λέει ότι παράγει αντίγραφα φάρμακα που έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός. Ετσι, οι τιμές τους διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα.
Κατά τη διάρκεια του 2009 οι πωλήσεις της ανήλθαν στα 115 εκατ. ευρώ, έναντι 78,2 εκατ. ευρώ το 2008, ενώ εφέτος εκτιμά ότι οι πωλήσεις της θα διαμορφωθούν στα 140 εκατ. ευρώ. Ετησίως πραγματοποιεί επενδύσεις ύψους 20 εκατ. ευρώ στην έρευνα και στην ανάπτυξη νέων προϊόντων.
Το λιμάνι της αγωνίας
Δραματική είναι η περίπτωση του κ. Ν.Καρδασιλάρη, προέδρου της φερώνυμης εταιρείας ξηρών καρπών,ο οποίος,ενώ έως πέρυσι εξήγαγε το συντριπτικό μέρος της παραγωγής του σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη,εδώ και πέντε μήνες έχει διακόψει τις εξαγωγές λόγω ανυπέρβλητων δυσκολιών.
«Εμένα με τσάκισαν οι πολύμηνες απεργίες στο λιμάνι του Πειραιά, μου διέλυσαν την επιχείρηση»αναφέρει χαρακτηριστικά και εξηγεί:«Επρεπε να παραλάβω πρώτη ύλη σε αμυγδαλόψιχα τον Απρίλιο του 2008 και τα εμπορεύματα έμειναν επτά ολόκληρους μήνες μπλοκαρισμένα στο λιμάνι. Οταν τον Νοέμβριο του 2008 απελευθερώθηκαν, πέρα από τις μεγάλες φθορές εγώ ήμουν υποχρεωμένος να εκτελωνίσω 250 κοντέινερ μονομιάς, πληρώνοντας πάνω από 25 εκατ. δολάρια. Πού να έβρισκα τόσα λεφτά σε ρευστό;
Εξαιτίας της χρηματοοικονομικής κρίσης που είχε ξεσπάσει, οι τράπεζες δεν μπόρεσαν να με δανείσουν και φυσικά δεν παρέλαβα τα εμπορεύματα, με αποτέλεσμα να μην είμαι συνεπής στις παραγωγικές μου υποχρεώσεις και να μην μπορέσω τότε να κάνω εξαγωγές».
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον ίδιο, το 2009 οι ασφαλιστικές εταιρείες αύξησαν σημαντικά τα όρια των ασφαλίστρων, με αποτέλεσμα να πρέπει να πληρώνουμε τοις μετρητοίς τους προμηθευτές, πράγμα αδύνατον.
Η χαριστική βολή δόθηκε στα τέλη του περασμένου χρόνου όταν οι ξένες ασφαλιστικές εταιρείες έφτασαν στο σημείο να μη δέχονται εγγυητικές επιστολές ελληνικών τραπεζών και να ζητούν μόνο μετρητά.«Εκεί έκλεισαν οι κάνουλες και οι εξαγωγές τελείωσαν» τονίζει ο κ. Καρδασιλάρης και προσθέτει την τελευταία πράξη στο δράμα του, λέγοντας:«Ποιος μιλάει για ανταγωνιστικότητα; Ξέρετε ότι εγώ για να διώξω ένα κοντέινειρ προς εξαγωγή από τον Πειραιά πλήρωνα 350 ευρώ στον ΟΛΠ ενώ για να φύγει ένα κοντέινερ από το λιμάνι του Ρότερνταμ πληρώνουν μόνο 50 ευρώ; Πώς να τους ανταγωνιστούμε;».