ΠΡΙΝ από λίγες ημέρες βρέθηκα σε μια από τις γνωστές ταβέρνες της πόλης. Η μείωση της κίνησης ήταν παραπάνω από εμφανής. Ρώτησα τον ιδιοκτήτη αν έχει μειώσει το προσωπικό και μου απάντησε ότι ζήτησε από τους σερβιτόρους να έρχονται τρεις μόνο ημέρες την εβδομάδα. Ολοι το αποδέχθηκαν χωρίς να διαμαρτυρηθούν.
ΤΟ ίδιο συμβαίνει βέβαια παντού. Στις περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις οι μισθοί των στελεχών μειώνονται και μαζί γίνονται περικοπές στις θέσεις εργασίας. Σε άλλες περιπτώσεις πάλι οι εργαζόμενοι που παραμένουν μπαίνουν σε διαθεσιμότητα.
ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ όλοι προσπαθούν να περιορίσουν το κόστος. Οι επιταγές δεν εξοφλούνται πριν περάσουν εννιά τουλάχιστον μήνες. Τα νοίκια στην επαγγελματική στέγη κόβονται μονομερώς και πάλι χωρίς διαμαρτυρίες, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι σε τέτοιες εποχές το ακίνητο θα μείνει ξενοίκιαστο. Το σίγουρο εισόδημα έχει πάψει προ πολλού να είναι σίγουρο. ΚΑΙ όλα αυτά βέβαια χωρίς την παραμικρή παρέμβαση: κανείς δεν χρειαζόταν τον κ. Ντομινίκ Στρος Καν για να μάθει το αυτονόητο, ότι δηλαδή οι αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα θα μειωθούν λόγω της ύφεσης – και θα μειωθούν πολύ.
ΤΟ ερώτημα ωστόσο και σε αυτήν την περίπτωση είναι αν υπήρχε άλλος δρόμος, αν θα μπορούσαμε αλλά και αν θα ήταν επιθυμητό να αποφύγουμε αυτού του τύπου την εσωτερική «υποτίμηση» των αμοιβών. Για τους περισσότερους από εμάς η απάντηση, όσο και αν δεν μας αρέσει, είναι αρνητική.
ΥΠΑΡΧΕΙ βέβαια η θεωρία- και κάποιοι την υποστηρίζουν ακόμη και σήμερα- ότι στην κρίση «κόβεις ανάποδα το τιμόνι». Οχι μόνο δεν μειώνεις αλλά αντίθετα αυξάνεις τους μισθούς για να υπάρξει ζήτηση, να κινηθεί η αγορά, να εισπράξει φόρους το Δημόσιο- ιδού το πρόβλημα, λύθηκε χωρίς να υποφέρει κανείς.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ακόμη και αν υποθέσουμε ότι βρίσκονταν με κάποιο μυστηριώδη τρόπο τα χρήματα για αυξήσεις σε μισθούς- που δεν βρίσκονται γιατί οι τράπεζες δεν δανείζουν πια ούτε τον δημόσιο ούτε τον ιδιωτικό τομέα -, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν η αύξηση των εισαγωγών και η έκρηξη στο εξωτερικό μας έλλειμμα.
ΚΑΙ αυτό δεν είναι ούτε πρόβλεψη ούτε θεωρητική εκτίμηση: είναι η χειροπιαστή εμπειρία της ελληνικής οικονομίας από τη μεταπολίτευση και μετά, με κορύφωση την εξαετία Καραμανλή, όταν τα ελλείμματα- εσωτερικό και εξωτερικό- ξέφυγαν από κάθε έλεγχο.
ΚΑΛΩΣ ή κακώς για μια μικρή και ανοιχτή οικονομία όπως η ελληνική ο μόνος δρόμος για διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι μέσα από τις εξαγωγές. Λύση βέβαια που προϋποθέτει ότι τα προϊόντα μας θα είναι ανταγωνιστικά. Και όσο και αν η ΓΣΕΕ λέει σωστά ότι δεν φταίνε οι μισθοί για την απώλεια της ανταγωνιστικότητας, βραχυπρόθεσμα άλλη λύση δεν υπάρχει από τη μείωσή τους. ΘΑ υπάρχουν φυσικά και οι εξαιρέσεις. Εκείνες οι υγιείς επιχειρήσεις που εξακολουθούν να έχουν κέρδη και στηρίζονται στη ζήτηση από το εξωτερικό – για εξαγωγές, αλλά και τη ναυτιλία, τον τουρισμό ή τις υπηρεσίες. Αυτές δεν θα έχουν κανένα λόγο και καμιά δικαιολογία να κάνουν περικοπές. Δυστυχώς είναι η μειοψηφία.