Η τυραννία του λαμόγιου, η οποία κρατά υπό κατοχή τη χώρα εδώ και μερικές δεκαετίες, έχει επιφέρει, εκτός από την πτώχευση, και ορισμένες εξίσου σημαντικές παράπλευρες απώλειες. Λέξεις όπως «ενοχή», «διαφάνεια», «κάθαρση», «διαφθορά», «αξιοκρατία» και εκφράσεις όπως «εξεταστική επιτροπή» ή «υγιής διαχείριση» έχουν χάσει τη σημασία τους. Στο στόμα όσων τις εκφέρουν και στα αφτιά όσων τις εισπράττουν αποτελούν κενό γράμμα, μικρά κομματάκια ξύλου από έναν ξύλινο οργανισμό, ο οποίος εμφανίζεται εν είδει πολιτικού λόγου.
Οταν, βέβαια, δεν έχεις να πληρώσεις τη δόση του δανείου, ελάχιστα σε ενδιαφέρει η αξία των λέξεων που χρησιμοποιείς. Προτιμάς να βογκήξεις, να ουρλιάξεις, ακόμη και να ρίξεις καμιά κλωτσιά, αν σου το επιτρέπουν οι δυνάμεις σου. Πλην όμως δεν μπορείς να επιχειρηματολογήσεις αν δεν διαθέτεις τις λέξεις ενός λόγου έναρθρου, κοινώς δεν διαθέτεις όπλα για να υπερασπιστείς τον εαυτό σου σε έναν κόσμο που ακόμη θέλει να λέγεται πολιτισμένος.
Το πρόβλημα της οικονομικής κρίσης σίγουρα δεν είναι γλωσσολογικό. Ωστόσο, η κοινωνική και ψυχολογική κρίση που το συνοδεύει, για να θεραπευτεί, απαιτεί εκτός των άλλων και μια διαδικασία μακράς και επίπονης «κοινωνικής ψυχανάλυσης», η οποία προϋποθέτει, αν μη τι άλλο, την αποκατάσταση των μέσων που μας επιτρέπουν να επικοινωνήσουμε ο ένας με τον άλλον, κοινώς να συνεννοηθούμε.
Κατ΄ αρχάς, ας συνεννοηθούμε ως προς τον όρο «λαμόγιο», τον εχθρό. «Λαμόγιο» δεν είναι μόνον αυτός που, ενώ μέχρι προχθές έσπρωχνε καροτσάκι, εν μιά νυκτί εμφανίστηκε να οδηγεί 4×4, καπνίζοντας πούρα επειδή του θυμίζουν τα σέρτικα Ξάνθης που κάπνιζε ο πατέρας του. «Λαμόγιο» είναι και αυτός ο οποίος, γνωρίζοντας και αναγνωρίζοντας την ανικανότητά του, καταχράται τη θέση του διπλανού του, μόνο και μόνο επειδή κατάφερε να χωθεί από κάποιο παραθυράκι κάποιου νόμου, κάποιας κυβέρνησης. Η τυραννία της λαμογιάς είναι πριν από όλα τυραννία της μετριότητας.
Γαία πυρί μειχθήτω. Η μετριότητα, προκειμένου να εξασφαλίσει την κυριαρχία της, προτιμά να τα καταστρέψει όλα, παρά να αποκαταστήσει τις ιεραρχίες που θα της έδιναν τη θέση της, επιτρέποντάς της να επιβιώσει. Και εννοείται δεν αναγνωρίζει τις ευθύνες της- αλλιώς δεν θα ήταν μετριότητα, θα μου πείτε. Η διαφορά του «λαμόγιου» από τον Αλ Καπόνε είναι ότι εκείνος αναγνώριζε ότι παραβιάζει νόμους, είχε επιλέξει την παρανομία, ενώ το «λαμόγιο», κλείνει τους λογαριασμούς του με ένα «εντάξει, μωρέ, τι έγινε». Η τυραννία της λαμογιάς είναι τυραννία της ανομίας, κοινώς τυραννία της βαρβαρότητας. Οταν οι λέξεις έχουν μετατραπεί σε ξύλα, καθένας μπορεί να τις χρησιμοποιήσει για να σπάσει το κεφάλι του διπλανού του. Η απόσταση που τον χωρίζει από τη δολοφονία είναι πολύ μικρή. Το είδαμε με τα τρία θύματα της Μarfin και όλοι φοβόμαστε ότι θα το ξαναδούμε. Μας πνίγει το δίκιο, και επειδή έχουμε χάσει το αίσθημα του δικαίου μαζί με τις λέξεις που το εκφράζουν, για να μην πνιγούμε, γινόμαστε εκδικητές εισαγγελείς. Η διαπόμπευση και ο δημόσιος διασυρμός είναι μια συμβολική δολοφονία, η οποία δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από την πραγματική.
Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο αν υπολογίσουμε ότι αυτοί που καλούνται να παραδώσουν τα «λαμόγια» στη χλεύη του Εθνους, όπως έλεγε και ο Μποστ, είναι οι ίδιοι που τα υπέθαλπαν επί δεκαετίες. Οι ίδιοι υβριδικοί οργανισμοί που σαλεύουν στην απέραντη λασπουριά του ελληνικού κράτους το οποίο, ως Λεβιάθαν, καταπίνει όλες τις ζωτικές δυνάμεις αυτής της χώρας, χωρίς να είναι σε θέση να ανταποδώσει τίποτε. Μέτρα, παραπάνω μέτρα, χωρίς κανείς να ομολογεί ότι αυτά τα μέτρα, μέχρι στιγμής, το μόνο που κάνουν είναι να διατηρούν την τυραννία της μετριότητας.
«Κυνήγι μαγισσών» είπατε; Κλεισμένοι στα στενά της ανικανότητας, με την περίφροντι σοβαροφάνεια ως ασπίδα, και την υποκρισία ως γραμμή άμυνας το μόνο που μας μένει για να αισθανόμαστε ακόμη ζωντανοί είναι η εκδίκηση. Παραγνωρίζοντας ότι ο ιδιότυπος εμφύλιος που έχει ήδη ξεκινήσει κινδυνεύει, από τη μια στιγμή στην άλλη, από ένα τίποτε, να μετατραπεί σε «πόλεμο όλων εναντίον όλων», στη βαρβαρότητα του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», στον εκφυλισμό και των τελευταίων κοινωνικών ιστών που μας έχουν απομείνει.
Είναι βέβαιο ότι αυτοί που αισθάνονται περισσότερο ένοχοι για την κατάντια μας είναι αυτοί που ευθύνονται λιγότερο. Και για να περισώσουμε αυτό το «λιγότερο» της ευθύνης οφείλουμε και να ιεραρχήσουμε τη σκέψη μας και να ξαναβρούμε τη σημασία των λέξεων που της επιτρέπουν να λειτουργεί. Με δυο λόγια: ποσώς με ενδιαφέρει αν ο τάδε ή ο δείνα χρωστάει δεν ξέρω πού και πόσα. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι να εισπραχθούν αυτά που χρωστάει και, το κυριότερο, αφού εισπραχθούν, να πειστώ ότι δεν θα βυθιστούν στις βαλτώδεις εκτάσεις του Λεβιάθαν.
Κάτι τελευταίο: η λέξη κρίση στα ελληνικά έχει διττή σημασία. Από τη μία σημαίνει την κατάσταση ανισορροπίας και αβεβαιότητας στην οποία ζούμε και από την άλλη την πνευματική ενέργεια που απαιτείται για να αντιληφθούμε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Ενας άνθρωπος είναι σε κρίση, αλλά ένας άνθρωπος μπορεί να έχει και κρίση. Οφείλουμε να κάνουμε ό, τι μπορούμε για να περάσουμε από τη μία σημασία στην άλλη.
Ο κ. Τάκης Θεοδωρόπουλος είναι συγγραφέας.