Συντριπτικά υπέρ της Ελλάδας διαμορφώνεται το ισοζύγιο των επενδύσεων της μιας χώρας στην άλλη καθώς τα ελληνικά κεφάλαια που έχουν τοποθετηθεί στη γείτονα είναι σημαντικά υψηλότερα από τα τουρκικά που έχουν επενδυθεί στην Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό ότι το διάστημα 2002-2008 η Ελλάδα αποτέλεσε έναν από τους βασικούς ξένους επενδυτές στην Τουρκία με συνολικό επενδεδυμένο κεφάλαιο 6 δισ. δολαρίων, ενώ μόνο το 2009 υπολογίζεται ότι οι ελληνικές επενδύσεις στη χώρα ανήλθαν σε 780 εκατ. δολάρια. Αντιθέτως, οι Τούρκοι έχουν επενδύσει μόλις 30 εκατ. δολάρια στην Ελλάδα, γεγονός που δείχνει ότι η χώρα μας παραμένει ένα «αφιλόξενο» μέρος για τα ξένα κεφάλαια, αφού όχι μόνο οι τούρκοι επιχειρηματίες αλλά και άλλες εθνικότητες προτιμούν την Ελλάδα μάλλον για διακοπές και όχι για business.
Αντίθετα, το επενδυτικό περιβάλλον στην Τουρκία περιγράφεται ως «φιλόξενο» από τους έλληνες επιχειρηματίες που τόλμησαν και τοποθέτησαν τα κεφάλαιά τους στη γείτονα. Βεβαίως, στα 6 δισ. δολάρια που είναι οι ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία το μεγαλύτερο κομμάτι, που μπορεί να ξεπερνά και τα 4,5 δισ. δολάρια (ανάλογα με την ισοτιμία του ευρώ με την τουρκική λίρα), έχει να κάνει με την εξαγορά της Finansbank από την Εθνική Τράπεζα το 2006, όταν ο τότε πρόεδρος της τράπεζας κ. Τ. Αράπογλου πήρε το ρίσκο να προχωρήσει στην επένδυση, παρά τις αντιδράσεις. Σήμερα η Finansbank συνεισφέρει περίπου το 40% των κερδών του ομίλου της Εθνικής και εμφανίζει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης. Είχαν προηγηθεί το 2000 η Ιntralot και πολλές μιικρότερες ελληνικές εταιρείες. Ολες αυτές οι επιχειρήσεις είχαν βάλει τα λεφτά τους σε δύσκολες περιόδους, όταν η οικονομία της Τουρκίας ήταν ιδιαίτερα ασταθής, οι υποτιμήσεις της τουρκικής λίρας ήταν στην ημερησία διάταξη και δεν υπήρχε ισχυρή κυβέρνηση.
Σήμερα όμως όλα αυτά έχουν αλλάξει. Η Τουρκία είναι μια ιδιαίτερα αναπτυσσόμενη οικονομία με αύξηση της κατανάλωσης και με την Παγκόσμια Τράπεζα να εκτιμά ρυθμούς ανόδου του τουρκικού ΑΕΠ κατά 4%-4,5%. Ετησίως οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Τουρκία εκτιμώνται στα 20 δισ. δολάρια. Με χαμηλό μέσο όρο ηλικίας (περίπου το 30% του συνολικού πληθυσμού κάτω των 15 ετών), είναι μια αγορά με προοπτικές, με δυναμική παραγωγική ηλικία και αυξανόμενο καταναλωτικό κοινό, όταν το καταναλωτικό πρότυπο στη Δ. Ευρώπη «μαραζώνει».
«Είναι πολύ σημαντικό οι έλληνες επιχειρηματίες να αντιληφθούν ότι η Τουρκία δεν αποτελεί μόνο μια αγορά των 73 εκατ. κατοίκωναλλά κυρίως το κέντρο μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής. Η Τουρκία μπορεί να αποτελέσει τη βάση των ελληνικών επιχειρήσεων για την εξάπλωση των δραστηριοτήτων τους σε ένα μεγάλο μέρος της Ασίας. Τα δίκτυα που έχει δημιουργήσει με τις γειτονι κές χώρες της Μαύρης Θάλασσας προς Βορρά και τις χώρες της Ανατολήςμπορούν να ανοίξουν νέες προοπτικές για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Οσοι πετυχαίνουν επιχειρηματικά στην αγορά της Τουρκίας αποκτούν ταυτόχρονα διαβατήριο για μια αγορά εκατοντάδων εκατομμυρίων κατοίκων» αναφέρει στο «Βήμα» ο διευθύνων σύμβουλος της Ιntralot κ. Κ. Αντωνόπουλος. Η Ιntralot δραστηριοποιείται από το 2000 στην Τουρκία και ήταν ως την εξαγορά της Finansbank η μεγαλύτερη ελληνική επένδυση στην Τουρκία με επενδεδυμένα κεφάλαια πάνω από 100 εκατ. ευρώ. Σε συνεργασία με την Τurkcell, τη μεγαλύτερη εταιρεία κινητής τηλεφωνίας στην Τουρκία, έχει συστήσει την Ιnteltek, η οποία έχει αναλάβει τη διοργάνωση και λειτουργία του Στοιχήματος στη χώρα και πέρυσι ανανέωσε το συμβόλαιο αυτό για ακόμη 10 χρόνια. Η Ιnteltek, εκμεταλλευόμενη τη θέση της Τουρκίας, κατάφερε πρόσφατα να επεκταθεί και στο Αζερμπαϊτζάν.
Από το 2006 ο μεγαλύτερος ελληνικός όμιλος ιχθυοκαλλιεργειών Νηρεύς έχει επενδύσει στην Τουρκία και διαθέτει ιχθυογεννητικό σταθμό και μονάδα πάχυνσης για τσιπούρα και λαβράκι απασχολώντας περί τα 70 άτομα. «Η εταιρεία μας με την επωνυμία Ιlknak βραβεύτηκε πέρυσι ως η πιο συνεπής εταιρεία στις φορολογικές υποχρεώσεις της στην περιφέρεια της Περγάμου» αναφέρει στο «Βήμα» ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της θυγατρικής του Νηρέα κ. Δ. Λουμπούνης. «Το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι πολύ καλό. Εδώ όλες οι πόρτες είναι ανοιχτές και τα όποια προβλήματα λύνονται αμέσως.Αυτό που μας έχει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι η ύπαρξη κτηματολογίου αλλά και χωροταξικού σχεδίου έτσι ώστε να γνωρίζει ο κάθε επιχειρηματίας σε ποια περιοχή επιτρέπεται να επενδύσει για να μη βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων, όπως στην Ελλάδα, π.χ. προσφυγές πολιτών, δικαστικές επιπλοκές κτλ.» επισημαίνει ο κ. Λουμπούνης και προσθέτει: «Από την άλλη πλευρά, τα επιχειρηματικά δάνεια είναι τσιμπημένα,γι΄ αυτό και είμαστε υποχρεωμένοι να αναπτυσσόμαστε με ίδια κεφάλαιααργά και σταθερά.Επίσηςη εφοδιαστική αλυσίδα θέλει βελτίωση αφού η έλλειψη logistics και η υποχρεωτική παρουσία χονδρεμπόρων διατηρούν σχετικά υψηλά το κόστος».
Τραπεζικό στέλεχος που θέλησε να κρατήσει την ανωνυμία του δήλωσε στο «Βήμα»: «Το μυστικό στην Τουρκία είναι ότι το πολιτικό σύστημα προσελκύει και δεν εμποδίζει τις ξένες επενδύσεις. Υπάρχει ειδικό γραφείο του Πρωθυπουργού που ασχολείται με τη διευκόλυνση ξένων επενδύσεων.Ο τούρκος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών κ. ΑλίΜπαμπατζάν είναι ο άνθρωπος-κλειδί.Μπορεί να φτιάξει δικό του νομοσχέδιο για να υπερκεράσει υφιστάμενο νόμο υπουργείου ώστε να ξεμπλοκάρει μια επένδυση. Ολα αυτά όμως νόμιμα, αφού οι νόμοι εκεί τηρούνται και υπάρχει επιχειρηματική ηθική».
Στα πλην της Τουρκίας για τις επιχειρήσεις είναι τα πολύ υψηλά επιτόκια στα επιχειρηματικά δάνεια (φθάνουν και το 17%), ενώ και η φορολογία της τάξεως του 20% δεν δημιουργεί νέα δεδομένα στον ανταγωνισμό. Επίσης, ενώ υπάρχει ιδιαίτερα καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό και επαγγελματίες μάνατζερ, παρατηρείται συγκέντρωση του καταρτισμένου στελεχικού δυναμικού ως επί το πλείστον στα μεγάλα οικονομικά- αστικά κέντρα (Κωνσταντινούπολη, Αγκυρα και Σμύρνη).
Οι εμπορικές συναλλαγές των δύο χωρών ανέρχονται σε περίπου 3,7 δισ. δολάρια ετησίως, αν και το 2009 λόγω της κρίσης περιορίστηκαν στα 2,5 δισ. δολάρια, με αναλογία 2 προς 1 υπέρ της Τουρκίας. Σήμερα 480 ελληνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, με την επένδυση της Finansbank να ξεχωρίζει, ενώ εκτός από την Ιntralot και τον Νηρέα σημαντικές επενδύσεις έχει πραγματοποιήσει και το Θεραπευτήριο Υγεία.
Επίθεση φιλίας με κεμπάπ και ναργιλέ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ από 250 επαφές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ ελλήνων και τούρκων επιχειρηματιών μέσα σε λίγες μόνο ώρες κατά την πρόσφατη επίσκεψη του τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα. Αλυσίδες ταχείας εστίασης με ανατολίτικες γεύσεις, καφετέριες που θα προσφέρουν σαλέπι και ναργιλέ αλλά και ζαχαροπλαστεία με ντοντουρμά (παγωτό στα τουρκικά) ημέρας είναι ορισμένες από τις τουρκικές επιχειρήσεις που θα βρεθούν σύντομα και στην άλλη πλευρά του Αιγαίου.
Ενας από τους πλέον επιτυχημένους τούρκους επιχειρηματίες, ο Γιαβούζ Ισκεντέρογλου, συμφώνησε με τον έλληνα επιχειρηματία στον χώρο της νυχτερινής διασκέδασης κ. Θανάση Πριόβολο για το άνοιγμα των ομώνυμων εστιατορίων του στην Ελλάδα. «Οι έλληνες συνεργάτες μας θα διαθέσουν τα απαραίτητα κεφάλαια και εμείς θα φέρουμε τις πρώτες ύλες για τα κεμπάπ» δήλωσε ο Ισκεντέρογλου στη «Χουριέτ».
Ο ιδιοκτήτης της αλυσίδας «Simit Sarayi» έχει ήδη προχωρήσει στην ενοικίαση χώρου στην περιοχή της Ομόνοιας όπου θα λειτουργήσει σύντομα το πρώτο κατάστημά του στην Ελλάδα. Ο Χαλούκ Οκουτούρ, ο οποίος χαρακτηρίζεται στη χώρα του «ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής των ΜcDonalds», εκτιμά ότι η Ελλάδα είναι «μια καλή αρχή» για το άνοιγμα 100 καταστημάτων σε όλη την Ευρώπη τα επόμενα πέντε χρόνια.
Επίσης εντός του έτους θα ανοίξει στην Ελλάδα το πρώτο ζαχαροπλαστείο Μado, το οποίο παρασκευάζει καθημερινά παγωτό από πρόβειο γάλα, σαλέπι και μαστίχα. «Εχουμε μελετήσει πολύ καιρό την Ελλάδα. Η χώρα παραμένει ακόμη μια παρθένα αγορά» λέει ο πρόεδρος της εταιρείας Μεχμέτ Σαΐτ Κανμπούρ.