Δρόμος της Μόσχας στις 19 Αυγούστου 1991. Οι τελευταίες ημέρες της περεστρόικα

Το παρόν μυθιστόρημα εκδόθηκε το 1986, τότε που στη Σοβιετική Ενωση έλαμπε το άστρο του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Ο Τζον Λε Καρέ, ο συγγραφέας που ασχολήθηκε με την αντιπαλότητα Ανατολής- Δύσης στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, εδώ δεν μιλάει για συρράξεις και πράξεις βίας στον ακήρυχτο πόλεμο ανάμεσα στις χώρες του «ελεύθερου κόσμου» και σε εκείνες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αλλά προσπαθεί να δείξει το άγνωστο πρόσωπο των ανθρώπων των μυστικών υπηρεσιών. Κεντρικός ήρωας είναι ο Μάγκνους Πιμ, διπλωμάτης καριέρας και κατάσκοπος του βρετανικού κράτους που όταν εξαφανίζεται από το σπίτι του και από το προσκήνιο, μετά τον θάνατο του πατέρα του, του περιώνυμου απατεώνα Πικ, αναζητείται από πολλούς: τη CΙΑ, τη μυστική υπηρεσία της Τσεχοσλοβακίας, αλλά και τη σύζυγό του Μαίρη και τον μέντορά του Τζακ Μπράδερχουντ. Ολοι φοβούνται πως έχει αποσκιρτήσει σε εχθρική χώρα- υπάρχουν ενδείξεις για συνεργασία με το αντίπαλο στρατόπεδο- και περιμένουν την αναγγελία της είδησης.

Μολονότι οι ούτως ειπείν διώκτες του αγνοούν τον τόπο όπου κατέφυγε και κάνουν ό,τι μπορούν για να τον ανακαλύψουν, ο αναγνώστης εξαρχής γνωρίζει πως ο Μάγκνους Πιμ μένει σε μια μικρή παράκτια πόλη του Νότιου Ντέβον, στην πανσιόν μιας ηλικιωμένης κυρίας, της μις Ντάμπερ, που ζει μόνη με τον γάτο και το καναρίνι της. Για να μην τον ανακαλύψουν έχει λάβει μέτρα προστασίας. Είναι πενήντα τριών ετών, απόφοιτος της Οξφόρδης, χαριτωμένος, με νεανική και αριστοκρατική εμφάνιση, γεμάτος σφρίγος και ζωντάνια, με χαμόγελο που αναδίνει ζεστασιά, ειλικρίνεια και ντομπροσύνη. Ωστόσο, είναι ψεύτης, αφού συστήνεται στη μις Ντάμερ ως κύριος Καντέρμπερι. Υποτίθεται πως βρίσκεται εκεί για να γράψει ένα βιβλίο και πράγματι γράφει, ίσως απομνημονεύματα, ίσως επιστολές, απευθυνόμενος σε δύο διαφορετικά πρόσωπα: τον γιο του Τομ και τον φίλο του Τζακ.

Κι ενώ η γυναίκα του, επίσης υπάλληλος των μυστικών υπηρεσιών, και ο Τζακ, πρώην εραστής της, συζητούν για την πιθανή κρυψώνα του Πιμ, αυτός θυμάται την περασμένη ζωή του, από τα παιδικά του χρόνια ως την πρόσφατη διαμονή του στην Αμερική, όπου είχε σημαντικό πόστο στην υπηρεσία του, και τα ταξίδια αναψυχής στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στη Μυτιλήνη, στην Κέρκυρα και στην Αθήνα. Αποφασισμένος να τα πει όλα, να είναι ειλικρινής για πρώτη φο ρά στη ζωή του, να αφηγηθεί την αλήθεια, χωρίς υπεκφυγές, διαστρεβλώσεις και καρυκεύματα, ελεύθερος πλέον μετά τον θάνατο του πατέρα του, του καλού και ταυτόχρονα του κακού του δαίμονα, βάζει τη μνήμη του να λειτουργήσει και να θυμηθεί. Είναι λάτρης του Προυστ και των αναμνήσεών του που έγιναν βιβλίο, το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Ανασύρει από το παρελθόν μνήμες με πρωταγωνιστή τον πατέρα του με τον οποίο αισθάνεται δεμένος με ισχυρούς δεσμούς. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τη μητέρα του που σχεδόν απουσιάζει από την αφήγηση: μάλιστα η αναφορά κάποιου σε αυτήν ξεσκεπάζει ένα από τα πολλά του ψέματα, κάνοντας τη γυναίκα του να υποπτευθεί το μέρος όπου κρύβεται. Ο Πιμ αφηγείται τη ζωή του δίνοντας βαρύτητα στο παρελθόν του και στη ζωή με τον πατέρα του, άνθρωπο ικανότατο που θα γινόταν πρωθυπουργός, σαν τον Ουίνστον Τσόρτσιλ, αν δεν έρρεπε παιδιόθεν προς τις απάτες. Ολα άρχισαν μετά τον πόλεμο στη Βέρνη της Ελβετίας, όπου σπούδαζε νομικά, κατά την πατρική επιθυμία. Εκεί, στο σπίτι που τον φιλοξενούσαν, γνώρισε τον Αξελ, ο οποίος του παρουσιάστηκε ως γερμανός στρατιώτης, χωρίς χαρτιά. Εκείνος του δίδαξε τον Μαρξ και τον Ενγκελς, εκείνος τον πήγε να δουν και να ακούσουν τον Τόμας Μαν σε μια ομιλία. Στη Βέρνη γνώρισε και τον Τζακ Μπράδερχουντ, τότε λοχαγό, που τον στρατολόγησε στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Αυτοί οι δύο άνδρες σημάδεψαν τη ζωή τού Πιμ, ενώ οι πολυάριθμες γυναίκες που πλάγιασαν μαζί του απλώς γέμιζαν τις μέρες του και ικανοποιούσαν τον αχαλίνωτο ερωτισμό του. Ο Τζακ τον ώθησε να μπει σε αριστερές οργανώσεις, να παίρνει μέρος σε διαδηλώσεις και να καταχωρίζει σε αναφορές τα ονόματα των διαδηλωτών, να μοιράζει μαρξιστικές προκηρύξεις στους διαβάτες και να καταδίδει τους συντρόφους του. Τα πράγματα περιπλέχθηκαν αργότερα στη Βιέννη, όταν υπηρετούσε στον αγγλικό στρατό κατοχής της Αυστρίας ως ανθυπολοχαγός. Τότε μια ωραία τσέχα διερμηνέας, η Σαμπίνα, τον έφερε σε επαφή με τον Αξελ κι εκείνος τον στρατολόγησε στις τσεχικές μυστικές υπηρεσίες.

Η ΦΙΛΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Ο Τζον Λε Καρέ

Ο τέλειος κατάσκοποςδεν είναι παρά το ψυχογράφημα ενός μυστικού πράκτορα,του Πιμ,ο οποίος είναι βαθιά διχασμένος ανάμεσα στο καθήκον προς τη χώρα του και στο χρέος προς τον καλύτερό του φίλο που δεν είναι Βρετανός.Είναι επίσης ένα μυθιστόρημα για την ανδρική φιλία καθώς και για την προδοσία της πατρίδας. Γραμμένο με δηκτικό χιούμορ και σαρκασμό,θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του Λε Καρέ και κατά τον Φίλιπ Ροθ «το καλύτερο αγγλι κό μυθιστόρημα από τον πόλεμο και μετά».Σε αυτό ο συγγραφέας,μετρ της κατασκοπικής λογοτεχνίας,εισάγει τον αναγνώστη στα άδυτα των μυστικών υπηρεσιών,απομυθοποιώντας τους πράκτορες,παρουσιάζοντάς τους ως κοινούς θνητούς,με αρετές και ελαττώματα,με πάθη και σεξουαλικές αδυναμίες,μα και πίστη σε ιδεολογίες.

Ο τέλειος κατάσκοποςείναι το πιο αυτοβιογραφικό έργο του: ο Πιμ είναι ο ίδιος,ένας άνδρας που μεγάλωσε χωρίς μητέρα και είχε έναν πατέρα,πρωταθλητή στις κομπίνες,καταδικασμένο σε φυλάκιση για τις απάτες του.Ο συγγραφέας έχει ήδη πάρει τη θέση του στην ιστορία της λογοτεχνίας ως επίγονος του Ερικ Αμπλερ και του Γκράχαμ Γκριν.Μολονότι στα βιβλία του πραγματεύεται τον κόσμο των μυστικών υπηρεσιών στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου,δεν μπορεί να μπει στο ίδιο τσουβάλι με τον Ιαν Φλέμινγκ που έγραψε ιστορίες με έναν υπεράνθρωπο ήρωα,τον Τζέιμς Μποντ.Οι δικοί του ήρωες,από τον Αλεξ Λίμας τού «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο» και τον Σμάιλι ως τον Μάγκνους Πιμ,είναι κοινοί άνθρωποι με θετικές και αρνητικές πλευρές,γήινοι,καθημερινοί,καθόλου άτρωτοι.

Ο κ. Φίλιππος Φιλίππου είναι συγγραφέας