Oταν οι υπόλοιπες αυτοκινητοβιομηχανίες συνεργάζονται, η ΒΜW βαδίζει τον δικό της δρόμο. Ωστόσο οι Βαυαροί δεν ακολουθούν από πείσμα στην ανεξαρτησία της εταιρείας τους. Τα πολυτελή μοντέλα της γερμανικής εταιρείας παρέμειναν ψηλά στις προτιμήσεις των καταναλωτών την ώρα που οι περισσότεροι ανταγωνιστές κατέγραφαν απώλειες.

Η ΒΜW κατάφερε να πουλήσει 1,3 εκατομμύρια αυτοκίνητα το 2009 και να κλείσει τη χρονιά με αύξηση πωλήσεων, ενώ οι μεγαλύτεροι ευρωπαίοι και αμερικανοί κατασκευαστές συνασπίζονται για να ενισχύσουν τη θέση τους στην αγορά. Τελευταία η Daimler ανακοίνωσε τη συνεργασία της με τη γαλλο-ιαπωνική Renault Νissan ακολουθώντας το παράδειγμα της Ρorsche που συγχωνεύθηκε με την ούτως ή άλλως «ομόσταβλη» Volkswagen. Την περασμένη χρονιά είχε επικυρωθεί μία ακόμη στρατηγική συνεργασία, αυτή της αμερικανικής Chrysler με την ιταλική Fiat.

«Συνεχίζουμε τον αγώνα για μια μακροπρόθεσμη και επικερδή πορεία ανόδου. Και θα το κάνουμε αυτό μόνοι μας, ως ανεξάρτητη οντότητα» διεμήνυσε προς τους μετόχους ο διευθύνων σύμβουλος της αυτοκινητοβιομηχανίας του Μονάχου Νόρμπερτ Ράιτχοφερ κατά την ετήσια συνέλευση που πραγματοποιήθηκε χθες. Ο ίδιος βέβαια δεν έχει αποκλείσει με παλαιότερες δηλώσεις του το ενδεχόμενο μιας συνεργασίας στο μέλλον, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα φέρει τον πιθανό συνεταίρο «στα νερά του». Προς το παρόν οι μηχανικοί της εταιρείας εργάζονται εντατικά προκειμένου να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατόν η παραγωγή ηλεκτροκίνητων και άλλων «πράσινων» οχημάτων. Ως το 2013 στον «στόλο» της ΒΜW θα έχουν προστεθεί τα πιο μικρά μοντέλα τα οποία θα διαθέτουν ηλεκτροκινητήρα καθώς και εξαρτήματα από ανθρακονήματα. Χάρη στο πολύ ελαφρύ υλικό ακόμη και οι πολυτελείς λιμουζίνες θα γίνουν ελαφρύτερες προς όφελος της… τσέπης του καταναλωτή αλλά και του περιβάλλοντος (αφού θα έχουν μικρότερη κατανάλωση καυσίμου).

Οι γερμανοί κατασκευαστές προσανατολίζονται και στην παραγωγή οχημάτων με κίνηση στους μπροστινούς τροχούς, μια συνταγή που έχει ήδη δοκιμαστεί αποφέροντας επιπλέον κέρδη αλλά και γκρίνιες. Διότι η μετάδοση της κίνησης στους μπροστινούς τροχούς μπορεί να κρατάει χαμηλά το κόστος παραγωγής, όμως αφαιρεί τη χαρά της (σπορ) οδήγησης στους λάτρεις των υψηλών ταχυτήτων. Αυτό σημαίνει ότι με τα εμπροστοκίνητα οχήματα η ΒΜW κινδυνεύει να απολέσει ό,τι και οι συνασπιζόμενοι ανταγωνιστές της: τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

Δεν είναι οι λίγοι οι αναλυτές της αγοράς αυτοκινήτων οι οποίοι επισημαίνουν τον κίνδυνο νόθευσης της «ταυτότητας» μιας αυτοκινητοβιομηχανίας όταν μοιράζεται τεχνογνωσία και εξαρτήματα με άλλον ανταγωνιστή. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρει η πρόσφατη συνεργασία της «ακριβής» Daimler με τη «λαϊκή» Renault Νissan. Στη σκέψη μιας Μercedes με γαλλικό κινητήρα και ιαπωνικά εξαρτήματα κάποιοι… ανατριχιάζουν.

Γι΄ αυτό και η οικογένεια Κουάντ, η οποία το 1959 έσωσε την ΒΜW από τη χρεοκοπία (και από τα νύχια της Daimler που την εποφθαλμιούσε) και έκτοτε διατηρεί την πλειοψηφία των μετοχών, επιθυμεί διακαώς να διατηρήσει την αυτονομία του ομίλου. Εκτός όμως από τα χρήματα των Κουάντ υπάρχουν και οι πιστοί πελάτες οι οποίοι στηρίζουν την κερδοφορία του ομίλου. Οι μικρομέτοχοι της εταιρείας άκουσαν χθες με ενθουσιασμό τον διευθύνοντα σύμβουλο να ανακοινώνει ότι οι παραγγελίες για τη σειρά 5 «υπερέβησαν σημαντικά» τις μετριοπαθείς – όπως αποδείχθηκε- προβλέψεις της ΒΜW.

«Με την αύξηση του μεριδίου αγοράς και τις συνεχείς προσπάθειες για τη βελτίωση της κερδοφορίας οι κίνδυνοι για την απώλεια της ανεξαρτησίας έχει εκλείψει για την ΒΜW» δήλωσε στο πρακτορείο Βloomberg o διαχειριστής ενός γερμανικού επενδυτικού ομίλου Γιούργκεν Μέγερ.