Οταν συναντιούνται και συνομιλούν δύο κορυφαίοι συγγραφείς, λέγονται- όχι πάντοτε- πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Οταν όμως υπάρχει αλληλοεκτίμηση, τότε συχνά έχουμε όχι απλώς ενδιαφέρουσες αλλά συχνά θαυμαστές παρατηρήσεις. Αυτό συνέβη το 1975, όταν οι δύο σημαντικότεροι συγγραφείς της Αργεντινής τον 20ό αιώνα, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και ο Ερνέστο Σάμπατο, έπειτα από πρόταση του συγγραφέα και δημοσιογράφου Ορλάντο Μπαρόνε συμφώνησαν να συζητήσουν από τα μέσα Δεκεμβρίου του 1974 ως τον Μάρτιο του 1975 για ποικίλα θέματα, εστιάζοντας, όπως είναι φυσικό, το ενδιαφέρον τους στη λογοτεχνία, λατινοαμερικανική και παγκόσμια. Καρπός των συνομιλιών τους ήταν ένα εξαίρετο βιβλίο στο πρότυπο των πλατωνικών διαλόγων. Οι συνομιλητές έχουν αποφασίσει ότι δεν θα συζητήσουν «πολιτικά» θέματα. Είναι μια θυελλώδης περίοδος για την Αργεντινή, έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Περόν. Αλλά η ευρύτητα των θεμάτων είναι τέτοια, όπως και η ιδιαιτερότητα των παρατηρήσεων, που συνειδητοποιείς ότι η μεγάλη ισπανόφωνη κουλτούρα της Αμερικής έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις θυελλώδεις πολιτικές κρίσεις που την ταλαιπώρησαν και εξακολουθούν να την ταλαιπωρούν- άλλωστε τις παρουσιάζει, ευθέως ή εμμέσως, με τρόπο εξόχως συναρπαστικό. Τα θέματα που παρελαύνουν, χωρίς γενικολογίες αλλά στηριγμένα πάντοτε στα παραδείγματα, τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις των συγγραφέων, παρουσιάζουν μια ποικιλία που προκαλεί τον θαυμασμό. Οπως άλλωστε και το πλήθος των εξαίρετων παρατηρήσεων: λ.χ. το πώς νοηματοδοτείται συνεχώς η γλώσσα αλλάζοντας συχνά και το πεδίο των συμβολισμών. Ο Μπόρχες παρατηρεί, για παράδειγμα, ότι η ρίζα της λέξης blanco (που σημαίνει λευκό στα ισπανικά) και της λέξης black (που σημαίνει μαύρο στα αγγλικά) είναι ακριβώς ίδια, για να συμπληρώσει ο Σάμπατο ότι το λευκό ήταν πάντα το χρώμα του πένθους (παραμένει και σήμερα στους πολιτισμούς και στις θρησκείες της Απω Ανατολής) και αντικαταστάθηκε από το μαύρο στην Ισπανία, στην αυλή του Φιλίππου Β΄. Ή αυτές που αφορούν την τέχνη της γραφής: πότε ο συγγραφέας χρησιμοποιεί- και γιατί- το πρώτο ή το τρίτο πρόσωπο, ποια είναι η σχέση του διηγήματος με τον χρόνο και γιατί, όταν στο μυθιστόρημα ο συγγραφέας δεν φτάνει να ταυτιστεί με τον ήρωά του η αφήγηση γίνεται ψυχρή και απόμακρη.
Η ευφυΐα και η ευαισθησία
Και οι δύο συγγραφείς έχουν ιδιαίτερη αδυναμία στα όνειρα, χωρίς τα οποία δεν υπάρχει νόημα στη μυθοπλασία. Αυτό εξηγεί την αδυναμία που τρέφει ο Μπόρχες στον Σβέντενμποργκ μολονότι ο Μπόρχες δεν είναι μυστικιστής. « Ο ρεαλισμός είναι ένα ψέμα γενικά» λέει ο Μπόρχες, ενώ ο Σάμπατο παρατηρεί ότι ενώ ο Μόμπι Ντικ του Μέλβιλ όπως και τα έργα του Κάφκα, βρίθει ρεαλιστικών σκηνών, είναι μεταφυσικό μυθιστόρημα στο οποίο ο ρεαλισμός ακριβώς καθιστά «πιο πιστευτό το μεταφυσικό στοιχείο».
Στους διαλόγους υπάρχουν και παραδοξολογίες- μολονότι είναι δύσκολο να πει κανείς πού σταματά η ευφυΐα και πού αρχίζει η παραδοξολογία για δύο συγγραφείς τέτοιας ευφυΐας. Λ.χ. δύσκολα παίρνει κανείς τοις μετρητοίς την άποψη του Μπόρχες ότι «η γερμανική γλώσσα είναι ανώτερη της λογοτεχνίας της » και πως « το κορυφαίο έργο των Γερμανών είναι η γερμανική γλώσσα». Η ευφυΐα ωστόσο από μόνη της δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται και από την αντίστοιχη ευαισθησία, η οποία εκφράζεται με άκρως συγκινητικές παρατηρήσεις για τη ζωή, τον θάνατο και την αγάπη. Εκείνο όμως που καθιστά εξαιρετικά ενδιαφέρον το βιβλίο είναι το ότι αποκαλύπτει πολλά από τα μυστικά της τέχνης των συγγραφέων, την κοσμοαντίλήψη και κυρίως τις αφορμές και τις περιστάσεις υπό τις οποίες έγραψαν κάποια από τα πλέον γνωστά τους κείμενα. Εκτός αυτών βεβαίως έχουμε και μια εικόνα της λογοτεχνικής σκηνής της Αργεντινής όπως και των σχέσεων, των δεσμών και των διαφορών ανάμεσα στους συγγραφείς που συνιστούν τον κανόνα της. Και βεβαίως τα άκρως ερεθιστικά που λέγονται για ένα από τα μνημεία της παγκόσμιας λογοτεχνικής κληρονομιάς, τον Δον Κιχώτη.
ΔΥΟ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ ΚΟΣΜΟΙ
Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες (1899- 1986) είναι ο συγγραφέας στον οποίο σε μεγάλο βαθμό οφείλεται το τεράστιο ενδιαφέρον που προκαλεί σήμερα η σύγχρονη λατινοαμερικανική λογοτεχνία.Και είναι εντυπωσιακό που από την πεζογραφία του απουσιάζει το δημοφιλέστερο παγκοσμίως είδος: το μυθιστόρημα.Ομως το έργο του Μπόρχες (ποιητικό,πεζογραφικό και δοκιμιακό) είναι ενιαίο και αλληλοσυμπληρούμενο.
Ο Μπόρχες ήταν σολιψιστής- αλλά και αγνωστικιστής ταυτοχρόνως.Ομως η οξύτητα των παρατηρήσεών του δεν αντίκεινται στον ήρεμο χαρακτήρα του και την ανεκτικότητά του απέναντι στη ζωή και τις ανθρώπινες αδυναμίες.Δεν είναι λοιπόν διόλου απίθανο που όταν συνειδητοποίησε ότι θα πέθαινε,πήγε στην Ελβετία προκειμένου να φύγει από τον κόσμο αυτόν αξιοπρεπώς.Εγραψε,θυμάμαι,και ένα ποίημα που δημοσιεύθηκε στον Νew Yorker, όπου έλεγε πως πήγαινε στην Ελβετία για να πεθάνει.
Ο Σάμπατο (γεννημένος το 1911) είναι μια θρυλική μορφή για τη λογοτεχνία της Αργεντινής.Γνωστός διεθνώς περισσότερο για τα μυθιστορήματά του,από τα οποία ξεχωρίζει ασφαλώς το αριστουργηματικό Περί ηρώων και τάφων (1961),επηρεάστηκε όχι μόνον από την ισπανόφωνη πρωτοπορία και τον ουλτραϊσμό (κίνημα στο οποίο θήτευσε και ο Μπόρχες) αλλά και από τον γαλλικό υπαρξισμό,με το πρώτο του ακόμη μυθιστόρημα, Το τούνελ, που προκάλεσε τον ενθουσιασμό του Καμύ ο οποίος μεσολάβησε και το εξέδωσε ο Gallimard στη Γαλλία.O Σάμπατο εξέδωσε μόνο τρία μυθιστορήματα ( Το τούνελ, Αβαδδών ο εξολοθρευτής και Περί ηρώων και τάφων ) που όλα έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά μαζί με αρκετά διηγήματα και δοκίμιά του.Το δοκιμιακό του έργο αποτελείται από δεκαεφτά τόμους.