O θάνατός σου η ζωή μου. Ή πιο σωστά, η απόρριψή σου, η πρόσληψή μου. «Η μέθοδος Γκρόνχολμ», η παράσταση του Θεάτρου Τέχνης, δεν περίμενε την οικονομική κρίση στη χώρα μας για να σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Σκηνοθετημένη από τον Διαγόρα Χρονόπουλο , παίζεται αισίως για τρίτη χρονιά, κερδίζοντας απανωτές παρατάσεις, γεμίζοντας λίστες αναμονής και θεατρόφιλους που σχηματίζουν ουρές για να την παρακολουθήσουν, έστω και τώρα, που οδεύει στο κλείσιμο της αυλαίας, στις 23 Μαΐου.

Σίγουρα όμως η υπόθεση του έργου, τόσο εύστροφα δομημένη από τον ισπανό συγγραφέα Τζόρντι Γκαλθεράν, ταιριάζει ανατριχιαστικά στην μπαρουτοκαπνισμένη περίοδο που διανύουμε. Τέσσερις φιλόδοξοι άνθρωποι (τους υποδύονται οι Γιώργος Καραμίχος, Βίκυ Παπαδοπούλου, Πέτρος Λαγούτης, Χρήστος Σαπουντζής ) χρησιμοποιούν κάθε μέσο, θεμιτό και αθέμιτο, προκειμένου να κερδίσουν τη θέση του εμπορικού διευθυντή σε μία από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες της Ισπανίας. Ο χώρος του ντιζαϊνάτου γραφείου γίνεται ώρες ώρες πιο κλειστοφοβικός και από παλιό ασανσέρ που έχει κατασκευαστεί για να χωρά ένα μόνο άτομο: το επικρατέστερο. Δύο εκ των πρωταγωνιστών μάς μιλούν για το πόσο επίκαιρο είναι το έργο και το πόσο αδίστακτοι κινδυνεύουμε να γίνουμε όλοι για μια θέση στον ήλιο. Ακόμη κι αν ο ήλιος ισοδυναμεί με δυνατές λάμπες φθορίου…

«Και λίγα λέτε! Δούλευα 35 ολόκληρα χρόνια σε πολυεθνική και αυτό που έζησα δεν περιγράφεται!» είχε πει βουρκωμένος στον Πέτρο Λαγούτη ένας θεατής γύρω στα 70, μετά το τέλος της παράστασης. «Το έργο αγαπήθηκε από την πρώτη στιγμή. Λειτούργησε πολύ καλά το “από στόμα σε στόμα”, σίγουρα όμως τώρα που ο κλοιός στενεύειαποτελεί έναν πρώτης τάξεως καθρέφτη του τι θα αρχίσει να συμβαίνει σε όλες τις δουλειές. Ο κόσμος νιώθει ότι τον ξεζουμίζουν·δύσκολα κερδίζεις μια θέση και ακόμη πιο δύσκολα τη διατηρείς. Ξαφνικά λοιπόν, αισθάνεσαι διατεθειμένος να πουλήσεις την ψυχή σου στον διάβολο. Στους καιρούς που ζούμεπιστεύω ότι θα ανθήσουν… ειδικότητες όπως ρουφιάνοι, καλοθελητές και αυλικοί. Λες και δεν είχαμε ήδη αρκετούς…» παρατηρεί ο πρωταγωνιστής, ο οποίος βρίσκει το πανέξυπνο χιούμορ του έργου «ιδανικό παράθυρο για βαθιές ανάσες».

Οσο για τον Χρήστο Σαπουντζή, όταν πρωτοδιάβασε το έργο σκέφτηκε ότι ο συγγραφέας υπερβάλλει προκειμένου να περάσει τα μηνύματά του. Για να συνειδητοποιήσει μέσα από μαρτυρίες θεατών ότι η πραγματικότητα στις μεγάλες επιχειρήσεις ξεπερνά και την πιο καλπάζουσα φαντασία: «Ανθρωποι που δουλεύουν σε μια μεγάλη τράπεζα και θέλουν να πάνε σε κάποια άλληέρχονται και μας λένε:“Τρέμω μόνο και μόνο στην ιδέα ότι θα περάσω πάλι από τον εφιάλτη της συνέντευξης”. Επίσης, ένας φίλος ηθοποιός μου εκμυστηρεύτηκε ότι πριν από δύο χρόνια είχε προσληφθεί από μεγάλη αυτοκινητοβιομηχανία που αναζητούσε στελέχη για να υποδυθεί τον ψυχολόγο κατά τη διάρκεια συνέντευξης, ενώ ο… αυθεντικός ψυχολόγος υποδυόταν τον γραμματέα!».

Ο ίδιος τονίζει πάντως ότι όσο αδίστακτος είναι ο ανταγωνισμός των τεσσάρων χαρακτήρων τόσο ομαδικό είναι το παιχνίδι που παίζει το κουαρτέτο της διανομής. Και συμβουλεύει για την κρίση χρησιμοποιώντας μια κινεζική παροιμία: «Ολοι κρύβουμε μέσα μας έναν άσπρο και έναν μαύρο λύκο. Νικάει αυτός που θα ταΐσεις. Ηρθε η ώρα να ταΐσουμε τον λευκό».

ΠΟΥ ΚΑΙ ΠΟΤΕ
η Θέατρο Τέχνης, Υπόγειο, Πεσμαζόγλου 5, τηλ. 210 3228.706

η Παραστάσεις ως τις 23 Μαΐου Η ΑΤΑΚΑ
«Εμείς εδώ δεν ψάχνουμε έναν καλό άνθρωπο που μοιάζει με τσόγλανο, αλλά έναν τσόγλανο που μοιάζει με καλό άνθρωπο». Και κάπως έτσι συνειδητοποιείς ότι για να κερδίσεις τη θέση των ονείρων σου πρέπει να θυσιάσεις τα ίδια τα όνειρά σου.