Χαμηλών τόνων, συμπαθής, φωτογενής. Η 32χρονη Κάλλια Παπαδάκη ήταν το νέο πρόσωπο που κέρδισε με την πένα του την εύνοια των κριτικών αλλά και η μόνη γυναίκα συγγραφέας που τιμήθηκε εφέτος με λογοτεχνικό βραβείο από το περιοδικό «Διαβάζω».
Γεννημένη στο Διδυμότειχο και μεγαλωμένη στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε χρηματοοικονομικά στη Νέα Υόρκη και στη Βοστώνη και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε σε χρηματιστηριακές εταιρείες. Παρακολούθησε μαθήματα σκηνοθεσίας στη Σχολή Σταυράκου, ενώ της αρέσει να διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα σκανδιναβών συγγραφέων επειδή έχουν πολύ χιούμορ και συνεργάζεται στη συγγραφή σεναρίων.
Το πρώτο βιβλίο της με τίτλο «Ο ήχος του ακάλυπτου» (εκδόσεις Πόλις) κυκλοφόρησε στις αρχές του 2009 και πήρε θετικές κριτικές. Πρόκειται για μια συλλογή έξι διηγημάτων που αφηγούνται ιστορίες καθημερινής τρέλας με πρωταγωνιστές τους ενοίκους μιας πολυκατοικίας στη σύγχρονη Αθήνα. Με αφορμή το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του «Διαβάζω» που έλαβε προχθές, επικοινωνήσαμε με την Κάλλια Παπαδάκη για να γνωρίσουμε καλύτερα μια συγγραφέα που έχει ήδη δημιουργήσει προσδοκίες για το λογοτεχνικό της μέλλον.
– Πότε ξεκινήσατε να γράφετε;
«Από παιδί το γράψιμο ήταν για μένα ένας διασκεδαστικός τρόπος έκφρασης, ένας τρόπος να περνάω τον χρόνο μου στο σχολείο. Πάντοτε είχα μια έφεση στα μαθήματα της γλώσσας. Δεν ξέρω πώς κατέληξα να σπουδάζω οικονομικά, πάντως δεν το μετάνιωσα, γιατί οι σπουδές μου μού δίδαξαν πώς να συγκροτώ τη σκέψη μου».
– Οι περισσότεροι δοκιμάζουν τις συγγραφικές τους ικανότητες αρχικά στην ποίηση. Εσείς; «Και εγώ ξεκίνησα γράφοντας ποιήματα και μικρά πεζά».
-Παρακολουθήσατε κάποιο σεμινάριο δημιουργικής γραφής; «Οχι, ποτέ. Σίγουρα βοηθούν όμως, με την έννοια ότι όσο περισσότερο εκτίθεται κανείς, όσο πιο πολύ γράφει, τόσο περισσότερα πράγματα του αποκαλύπτονται μέσα από τη γραφή. Και τα σεμινάρια αυτά δίνουν την αφορμή να ξεκινήσει κανείς να γράφει, που είναι και το πιο δύσκολο. Η συγγραφή εί ναι όμως πρώτα απ΄ όλα μεράκι, πρέπει να το έχεις μέσα σου. Μετά μαθαίνεις γράφοντας».
– Αγαπημένοι σας συγγραφείς;
«Ετσι πρόχειρα, Στρατής Τσίρκας, Ιταλο Καλβίνο , Πατρίκ Μοντιανό, Ιαν Μακ Γιούαν, Χένινγκ Μανκέλ… ποιον να πρωτοθυμηθώ. Διαβάζω και πεζογραφία και ποίηση, δεν έχω ιδιαίτερες προτιμήσεις σε είδη και συγγραφείς, αρκεί να με κερδίσει η γλώσσα».
– Το διήγημα είναι δύσκολο είδος προς έκδοση. Ταλαιπωρηθήκατε να βρείτε εκδότη;
«Οχι, στάθη κα τυχερή. Πήγα στις εκδόσεις Πόλις με τρία διηγήματα στο χέρι και τα άφησα να τα διαβάσουν χωρίς να περιμένω να εκδοθούν. Δύο εβδομάδες αργότερα μου τηλεφώνησε ο εκδότης. Του άρεσαν, συναντηθήκαμε, συμφωνήσαμε για την έκδοσή τους και στην πορεία γράφτηκαν και τα υπόλοιπα τρία».
– Τυχερή και στην κριτική, που σας υποδέχτηκε με θετικά σχόλια. Σας επηρεάζουν όσα γράφονται;
«Το πιο σημαντικό για μένα ήταν το βιβλίο. Το κρατούσα στα χέρια μου όταν εκδόθηκε και δεν το πίστευα. Οι κριτικές έρχονται μετά. Τις διαβάζω και τις λαμβάνω όλες υπόψη. Είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ, σε κάθε περίπτωση είναι μάθημα, με βοηθούν να γίνω καλύτερη».
– Τι σημαίνει ένα τέτοιο βραβείο για μια συγγραφέα που μόλις εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο;
«Με τιμά, είναι η επιβράβευση μιας προσπάθειας. Με κάνει όμως και πιο προσεκτική για το επόμενο βιβλίο. Πρέπει να το δουλέψω πολύ και να έχω κάτι να πω».