«O Στέφανος Λαζαρίδης ήταν μεγάλος καλλιτέχνης και ταυτόχρονα βαθιά καλός άνθρωπος. Τις δουλειές του ως σκηνογράφου τις συνελάμβανε όχι μόνο από την αισθητική αλλά ταυτόχρονα από την ανθρώπινή τους διάσταση. Ακέραιος χαρακτήρας, εκτιμούσε και υπερασπιζόταν με πάθος τους ανθρώπους που είχαν ευαισθησία, γνώση του αντικειμένου τους και ικανότητες. Με τέτοιους ανθρώπους του άρεσε να συνεργάζεται. Οσο για την Ελλάδα και τους Ελληνες, πάντοτε ονειρευόταν μια καλύτερη σχέση μαζί τους. Δυστυχώς, ποτέ δεν μπόρεσε να την έχει και αυτό ήταν κάτι που τον είχε πληγώσει και τον είχε στενοχωρήσει βαθιά.
Η τελευταία εμπλοκή του με τη Λυρική ήταν μια πραγματικά δραματική στιγμή της ζωής του. Δεν τα κατάφερε ή μάλλον δεν τον άφησαν να ολοκληρώσει το όραμά του, το οποίο ήταν ό,τι καλύτερο για το λυρικό θέατρο στην Ελλάδα. Δυστυχώς, δεν το κατάλαβε κανείς… Θυμάμαι κάποτε που είχαμε πάει για διακοπές στην Ελαφόνησο. Του είχα βάλει και άκουγε ένα κομμάτι μου και μου έκανε παρατηρήσεις. Με είχε εντυπωσιάσει το πώς έβαζε πάντα σ΄ αυτή τη διαδικασία στοιχεία από το πώς θα μπορούσε να είναι η Ελλάδα τώρα ή στο μέλλον.
Γενικότερα αυτό ήταν ένα χαρακτηριστικό του: έθετε πάντα ευρύτερα ερωτήματα για την Ελλάδα. Τέτοια που εμείς, βυθισμένοι στη σιγουριά, στην εσωστρέφεια και στο κλίμα ευδαιμονίας της εποχής, δεν μπορούσαμε ούτε να θέσουμε ούτε, ίσως, να αντιληφθούμε. Εφερνε έτσι στα πολιτιστικά μας πράγματα έναν αέρα κοσμοπολίτικο, μας έκανε να αισθανόμαστε μέρος ενός ευρύτερου συνόλου.
Αλλη μια φορά, θυμάμαι, όταν είχε ήδη αρχίσει να έχει προβλήματα στη Λυρική, είχαμε συναντηθεί σ΄ ένα εστιατόριο. Ηταν προβληματισμένος αλλά είχε τη βαθιά πεποίθηση ότι οι άνθρωποι, το δυναμικό, αυτοί, δηλαδή, οι οποίοι αποτελούν το οικοδόμημα της ΕΛΣ, στο τέλος θα του συμπαρασταθούν και θα τον στηρίξουν. Δεν έγινε, βεβαίως. Είχε μια αγνότητα ο Λαζαρίδης. Από την άλλη, είχε απογοητευθεί από το σύστημα: από το πώς ορισμένοι άνθρωποι που κατέχουν θέσεις αδυνατούν να αντιληφθούν το αυτονόητο. Αυτό τον πίκρανε πολύ…».