Ας προσπαθήσουμε να είμαστε αισιόδοξοι! Παρά τα προγνωστικά- όλα τους ανακοινώνουν τον θάνατο της Ευρώπης- και παρά την παρούσα συμπεριφορά των αγορών.
Ο πραγματικός κίνδυνος των καταστρεπτικών προσδοκιών της κατάρρευσης είναι μήπως αποδειχθούν αυτο-εκπληρούμενες προφητείες, δηλαδή μήπως οδηγήσουν στην καταστροφή που οι ίδιες πυροδότησαν. Ποιος είναι ο συλλογισμός τους; Αρχικά, η Ευρωπαϊκή Ενωση ακινητοποιημένη από τη Γερμανία θα αφήσει την Ελλάδα στην τύχη της. Βεβαίως, με καθυστέρηση και μάλιστα μεγάλη, η Γερμανία προσήλθε παρ΄ όλα αυτά στο ραντεβού, όπως έκαναν και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κατά συνέπεια, σε δεύτερο χρόνο, η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) πλήρωσε για την Ελλάδα, αλλά δεν θα πληρώσει και δεύτερη φορά.
Ετσι, μπορούμε να επιτεθούμε στην Πορτογαλία, στην Ισπανία ή στην Ιρλανδία, ώσπου τελικά να καταρρεύσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Εν μέρει, αυτός ο συλλογισμός οδήγησε την Πέμπτη 6 Μαΐου τη Wall Street να αμφισβητήσει τη διαιώνιση της ευρωζώνης. Στους οικονομικούς κύκλους γίνεται συχνά λόγος για το «αόρατο χέρι» της αγοράς. Αυτό το αόρατο χέρι έχει προφανή στόχο το ευρώ και την ευρωζώνη.
Παρ΄ όλα αυτά είναι πιθανό και ένα άλλο σενάριο. Βεβαίως, όπως τόνισε ο Ζακ Ντελόρ, αυτό το σενάριο υπαγορεύεται από τον φόβο. Φόβο για την αποδόμηση και τη διακοπή αυτής της εκπληκτικής περιόδου της προόδου, η οποία επετράπη από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Το σενάριο, που προέβλεπε μια Ευρώπη όχι μόνο πιο αλληλέγγυα αλλά κυρίως πιο δομημένη, με καλύτερη διακυβέρνηση, αρτιότερα πλαισιωμένη, με σοβαρές πιθανότητες να επιβληθεί, βεβαίως όχι χωρίς κόστος αλλά υπό την προϋπόθεση να προωθηθεί η συνείδηση του κινδύνου, αυτό το σενάριο θεμελιώθηκε οικονομικά.
Πράγματι, η οικονομική πραγματικότητα μιλάει για την Ευρώπη: είναι μια ζώνη ελάχιστα χρεωμένη, με λιγότερο ελλειμματικές δημοσιονομικές πολιτικές παγκοσμίως και πραγματική εμπορική ισχύ. Εν συντομία, σε συλλογικό επίπεδο, εμφανίζεται σε καλύτερη θέση από ό,τι η Ιαπωνία ή ακόμη και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Γνωρίζουμε όμως πως ό,τι ισχύει σε συλλογικό επίπεδο δεν ισχύει σε ατομικό. Οι αγορές είναι όπως οι υδραυλικοί: επιδιορθώνουν τις εγκαταστάσεις διαρροών, αλλά αντί να τις σταματήσουν προσπαθούν να τις αυξήσουν.
Οπως και αν έχει, αρχίζει να εμφανίζεται το σενάριο κατά το οποίο η Ευρώπη θα αποκτούσε τελικά όργανα καταπολέμησης κρίσεων, τύπου Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, έπειτα από πρόταση του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Απόδειξη αυτού αποτελεί η μεγάλη στροφή της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, όπως φαίνεται από την ομιλία της ενώπιον των γερμανών βουλευτών: «Η Γερμανία θα προστατέψει την Ευρώπη»! Πράγματι, για να πείσει τους γερμανούς βουλευτές να υπερψηφίσουν το «Σχέδιο Β» για την Ελλάδα, η κυρία Μέρκελ το υπέδειξε με σαφήνεια: «Πέρα από την Ελλάδα, διακυβεύεται το δικό μας μέλλον, το μέλλον της Ευρώπης και της Γερμανίας».
Εν μέσω αυτής της κρίσης διακρίθηκαν δύο διαλλακτικές φυσιογνωμίες: ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ και ο γενικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού ταμείου (ΔΝΤ) Ντομινίκ ΣτροςΚαν . Ο κ. Τρισέ και το ΔΝΤ έχουν ήδη στο ενεργητικό τους τη διάσωση των τραπεζών. Αν αναλογιστούμε το πρόσφατο παρελθόν, θα διαπιστώσουμε ότι παρ΄ ότι είναι αυστηρώς απαγορευμένο το ΔΝΤ μπορεί να λειτουργήσει ως δραστικός παράγοντας, αν διευρυνθεί η κερδοσκοπία. Προς την ίδια κατεύθυνση θα πίεζε με κάθε του δύναμη και ο κ. Τρισέ. Ο κ. ΣτροςΚαν, ο οποίος παρενέβη στο όνομα του ΔΝΤ, δήλωσε ότι από τη μία δεν πιστεύει ότι υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης της ελληνικής κρίσης και από την άλλη ότι η δημιουργία μιας οικονομικής διακυβέρνησης αξίζει τον κόπο να δρομολογηθεί. Συνεπώς υπάρχουν δύο πιθανά σενάρια. Εκείνο που θέλουν να επιβάλουν οι αγορές και μαζί τους οι απανταχού κερδοσκόποι, δηλαδή λιγότερη ΕΕ ή ακόμη και καθόλου ΕΕ. Το κύριο ατού των αγορών και των κερδοσκόπων, ταυτόχρονα με το κύριο προϊόν τους, είναι καταφανώς ο λαϊκισμός. Ηδη, παρών υπό διαφορετικές μορφές σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, μπορεί να γίνεται όλο και πιο απειλητικός. Και να καταστρέψει τις προσπάθειες που τείνουν να επιβάλουν τα απαραίτητα μέτρα.
Ενα άλλο σενάριο είναι εκείνο που προστάζει περισσότερη ΕΕ. Μια ΕΕ που θα ξανάπαιρνε τον δρόμο που είχε οδηγήσει στη δημιουργία της, ώστε έχοντας διδαχθεί από την κρίση να αποκτήσει όργανα, κανόνες και μηχανισμούς που της λείπουν και που θα μπορούσαν να έχουν την υποστήριξη της πλειονότητας των Ευρωπαίων. Προφανώς προς την κατεύθυνση αυτού του σεναρίου οφείλουμε να εργαστούμε.
Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα».