Πανικόβλητο πλήθος έξω από το κτίριο του χρηματιστηρίου της Γουόλ Στριτ στις 24 Οκτωβρίου 1929

Η μακροχρόνια κρίση της παγκόσμιας οικονομίας που απειλεί να βυθίσει τη χώρα μας σε μακροχρόνια ύφεση αποδεικνύει ότι δεν ισχύει πάντοτε ο αφορισμός του Μαρξ πως όποτε η Ιστορία επαναλαμβάνεται δεν επαναλαμβάνεται ως τραγωδία αλλά ως φάρσα. Πέρυσι η πτώχευση μεγάλων τραπεζών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων επανέφερε στην επικαιρότητα το κραχ του 1929, όταν σε χρόνο μηδέν κατέρρευσε το χρηματιστήριο της Γουόλ Στριτ και έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να συνέλθει η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.

Οι ερμηνείες που δόθηκαν από τότε είναι πάμπολλες, αλλά ακόμη και σήμερα το ερώτημα πώς ήταν δυνατόν τα σημαίνοντα στελέχη του χρηματοοικονομικού κόσμου της εποχής να μη βλέπουν το αυτονόητο παραμένουν. Ωστόσο υπήρχαν κι εκείνοι που έβλεπαν- και προέβλεπαν. Σε αυτούς ανήκει ο ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Πωλ Κλωντέλ, ο οποίος από το 1927 ως το 1932 υπηρέτησε ως πρέσβης της Γαλλίας στις ΗΠΑ. Το βιβλίο του Η κρίση. Αμερική 1927-1932 αποτελείται από τις αναφορές που είχε στείλει κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Αμερική στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας του Αριστίντ Μπριάν. Οταν εκδόθηκε το 1993, το παγκόσμιο μονεταριστικό σύστημα έδειχνε πανίσχυρο και ουδείς φανταζόταν ότι η σημερινή κρίση ήταν απλώς ζήτημα χρόνου. Ετσι η αίσθηση που προκάλεσε αφορούσε κυρίως την ικανότητα του Κλωντέλ στο να περιγράφει και να αναλύει με ακρίβεια το αμερικανικό οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι και κατά συνέπεια να συνθέτει το πορτρέτο της υπερατλαντικής δημοκρατίας με τα μάτια ενός ευαίσθητου και υψηλής ευφυΐας Ευρωπαίου.

Το προτεσταντικό πνεύμα
Ο Κλωντέλ ήταν ποιητής και διπλωμάτης- δεν ήταν οικονομολόγος. Επιπλέον, είχε συντηρητικές πολιτικές πεποιθήσεις και ανήκε στα εκλεκτά μέλη του γαλλικού κατεστημένου. Το βιβλίο τούτο ωστόσο είναι αποδεικτικό όχι μόνο της ευφυΐας και της διεισδυτικής σκέψης του αλλά και μιας κοσμοθεωρίας την οποία διακρίνει κανείς εύκολα πίσω από τη διπλωματική γλώσσα που είναι αναγκασμένος να χρησιμοποιεί. Η κοσμοθεωρία αυτή εστιάζεται στην απέχθειά του για το χρήμα, τη θέση του στον σύγχρονο καπιταλισμό και τις παρενέργειές του στη ζωή των ανθρώπων και στη συγκρότηση των κοινωνιών. Ο Κλωντέλ υπήρξε καθολικός με όλη τη σημασία της λέξης και ως εκ τούτου εξ ορισμού αντίθετος στην προτεσταντική κοινωνία των Αγγλοσαξόνων και στην ηθική της. Ακόμη και στις πιο έμμεσες διατυπώσεις του διακρίνει κανείς την άποψη της Εκκλησίας πριν από τη Μεταρρύθμιση πως το χρήμα είναι η πηγή κάθε κακού. Σε άλλα, πιο προσωπικά του κείμενα όμως η απέχθεια αυτή εκφράζεται με ωμή γλώσσα: «Το προτεσταντικό πνεύμα» γράφει στον πρώτο τόμο των Ημερολογίων του που κυκλοφόρησε το 1968 από τον Gallimard «κηλιδώνει τα πάντα στην Αμερική,σαν μια ελεεινή μαγιονέζα που καλύπτει όλα τα πιάτα με την αηδιαστική και κολλώδη μάζα της».

Διαβάζει κανείς το βιβλίο και μένει έκπληκτος από τις ομοιότητες ανάμεσα στο 1929 και το σήμερα. Στην αναφορά του της 6ης Νοεμβρίου 1929 λ.χ. γράφει ο Κλωντέλ: «Η βαθύτερη και πρωταρχική αιτία της κρίσης ήταν αναμφίβολα η κερδοσκοπία που κυρίευσε τη χώρα και διαδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο.Σε συνθήκες μιας πρωτόγνωρης ανόδουοι αγορές διενεργούνταν από μια ολοένα και μεγαλύτερη μάζα κερδοσκόπων,χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ισολογισμοί των εταιρειών,τα κέρδη τους και οι μελλοντικές προοπτικές που πραγματικά έχουν.Με αυτόν τον ρυθμόαξίες που αποδίδουν 3% ή 4% πουλήθηκαν με επιτόκιο που αντιπροσωπεύει ως και είκοσι-είκοσι πέντε φορές τα κέρδη τους.Προκειμένου να τα κρατήσουνοι αγοραστές πλήρωναν επιτόκια που έφταναν ως και 20%».

Σχολιάζοντας το βιβλίο στον πρόλογό του ο καθηγητής Ρενό Φαμπρ, πρώην πρόεδρος του Πανεπιστημίου Παρίσι VΙΙΙ, προβαίνει σε ενδιαφέροντα σχόλια τόσο για το βιβλίο όσο και για τα γεγονότα που περιγράφει σε σύγκριση με τα αντίστοιχα που ζούμε στις ημέρες μας. Η διαπίστωσή του ότι, μολονότι εξακολουθούν να υπάρχουν τα εθνικά διακυβεύματα, έχουν δευτερεύουσα σημασία είναι βεβαίως ανησυχητική, όπως και η ακόλουθη, ότι «οι προσπάθειες των εθνικών κυβερνήσεων να αναστηλώσουν τις εθνικές οικονομίες τους συνιστούν απλώς προεγγραφή στην αναλογική κατανομή των μελλοντικών μερισμάτων μιας βελτιωμένης παγκοσμιοποίησης». Γι΄ αυτό λοιπόν οι ευθύνες των επιχειρήσεων και οι επιλογές τους μένουν στο απυρόβλητο. Και γι΄ αυτό ουδείς φαίνεται διατεθειμένος να «βάλει χέρι» στους φορολογικούς παραδείσους. Ολα τα καθορίζει το δελτίο τιμών του χρηματιστηρίου: από τα κρατικά δάνεια ως τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας.

ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ

Πορτρέτο του Πωλ Κλωντέλ (1938) από τον Ζαν Μπερνάρ

Ο Πωλ Κλωντέλ (1868-1955) διέπρεψε τόσο στον επαγγελματικό του βίο,ως διπλωμάτης,όσο και στον συγγραφικό, ως ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Η διπλωματία ευτύχησε να έχει στις τάξεις της ορισμένους από τους σημαντικότερους σύγχρονους συγγραφείς.Στη Γαλλία, εκτός από τον Κλωντέλ, είχαμε και τον Πολ Μοράν. Στη χώρα μας τον Σεφέρη και τον Αγγελο Βλάχο. Στο Μεξικό τον Κάρλος Φουέντες και τον Οκτάβιο Πας.Ο Κλωντέλ είχε και εξακολουθεί να έχει φανατικούς φίλους και εχθρούς στη Γαλλία.Οι συντηρητικές πολιτικές πεποιθήσεις του σε συνδυασμό με την απαρασάλευτη πίστη του στον καθολικισμό έφταναν για να τον απορρίψει αναφανδόν η θορυβώδης παρισινή διανόηση του Μεταπολέμου.Στη χώρα μας τον θαύμαζε ένας εξίσου σημαντικός ποιητής με επίσης ισχυρό θρησκευτικό αίσθημα και θεματολογία: ο Τάκης Παπατσώνης.Κατά τα άλλα,το έργο του δεν είχε απήχηση στο μεγάλο κοινό ή ακόμη και στις τάξεις των ας πούμε «μεμυημένων».Και ας τον χαρακτηρίζει ο Τζορτζ Στάινερ στο εμβληματικό βιβλίο του Ο θάνατος της τραγωδίας έναν από τους τρεις σημαντικότερους δραματουργούς του 20ού αιώνα.Και ας ομολογεί ο Γ. Χ.Ωντεν πως ένα από τα καλύτερα- και γνωστότερα- ποιήματά του,το Εις μνήμην Γ. Μπ.Γέιτς, το εμπνεύστηκε από τον Κλωντέλ.Είναι καιρός λοιπόν να ξαναθυμηθούμε τον συγγραφέα που έγραψε τον Κλήρο του μεσημεριού και το Ατλαζένιο γοβάκι.