Οι δαπάνες θα μειωθούν κατά ένα ισοδύναμο γύρω στο 7% του ΑΕΠ έως το 2013. Από την υιοθέτηση του ευρώ η Ελλάδα έχει αυξήσει τις δαπάνες χωρίς τόκους κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων των μισθολογικών δαπανών, της κατανάλωσης του Δημοσίου και των κοινωνικού χαρακτήρα μεταβιβαστικών πληρωμών, δημιουργώντας ένα πολύ μεγάλος βάρος για το κράτος. Αυτό πρέπει να αντιστραφεί.

Ως εκ τούτου, οι δαπάνες από μισθούς και επιδόματα θα πρέπει να περιοριστούν, δεδομένου ότι αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος των πρωτογενών δαπανών του προϋπολογισμού, και στη συνέχεια οι μισθοί και οι συντάξεις να παγώσουν σε ονομαστικούς όρους κατά τη διάρκεια του προγράμματος.

Η κυβέρνηση έχει επίσης προγραμματίσει και άλλες μειώσεις δημοσίων δαπανών, μεταξύ άλλων μέσω της πρόθεσης αντικατάστασης μόνο του 20% των συνταξιοδοτούμενων δημοσίων υπαλλήλων και μέσω της ενοποίησης των δήμων και των τοπικών συμβουλίων.

Είναι ζωτικής σημασίας το βάρος της προσαρμογής στο σκέλος των δαπανών να είναι κατανεμημένο σε πολλά προγράμματα, ώστε ακόμη και οι επενδυτικές δαπάνες να πρέπει να εξορθολογιστούν και να στραφούν σε μια πιο εντατική και αποτελεσματική χρήση των πόρων των κοινοτικών διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής, στον βαθμό που είναι εφικτό. Ανεξάρτητες αξιολογήσεις θα ξεκινήσουν και θα πραγματοποιούνται από διεθνούς φήμης εμπειρογνώμονες.