Επειτα από μια μακρά περίοδο ηρεμίας που επεδίωξε να έχει μετά την περιπέτεια που έζησε με την απαγωγή και ομηρεία του, ο κ. Περικλής Παναγόπουλος επιχειρεί δυναμική επιστροφή στη ναυτιλία και ειδικότερα στην ποντοπόρο ναυτιλία, μέσω της εταιρείας διαχείρισης ποντοπόρων πλοίων Μagna Μarine. Η Μagna Μarine ιδρύθηκε περίπου την ίδια περίοδο κατά την οποία πήρε σάρκα και οστά το επιχείρημά του στην επιβατηγό ναυτιλία, με τη δημιουργία της Superfast Ferries αρχικά, και ακολούθως μέσω του Ομίλου Αttica, στον οποίο αργότερα συγχωνεύθηκε και η Βlue Star Ferries, αρχικά Strintzis Ferries.
Η εν λόγω εταιρεία δραστηριοποιούνταν στην ποντοπόρο ναυτιλία και επί σειρά ετών ανέπτυσσε τη δραστηριότητά της μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, αν και αποτελούσε πάντα ακόμη έναν βραχίονα της επιχειρηματικής δράσης του κ. Παναγόπουλου, αφού του παρείχε τη δυνατότητα μέσω αυτής να έχει παρουσία και σε έναν ακόμη σημαντικό τομέα της ναυτιλίας, αυτόν της ποντοπόρου ναυτιλίας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», ο κ. Παναγόπουλος προχωρά στην ενδυνάμωση του στόλου των ποντοπόρων πλοίων της Μagna Μarine με δύο νέα πλοία που θα ναυπηγηθούν για λογαριασμό της εταιρείας στην Κίνα, με προοπτική να παραδοθούν στους διαχειριστές τους κατά την περίοδο 2012-2013. Η Μagna Μarine διαχειρίζεται ήδη στόλο τεσσάρων ποντοπόρων πλοίων κλάσης capesize, ενώ της ίδιας κλάσης capesize είναι και τα δύο νέα πλοία που παραγγέλθηκαν στην Κίνα. «Παρών» σε όλες τις εξελίξεις που αφορούν τη Μagna δηλώνει και η θυγατέρα του, Ειρήνη Παναγοπούλου, η οποία παραμένει σταθερά στο πλευρό του πατέρα της, παρακολουθώντας στενά ό,τι αφορά την εύρυθμη λειτουργία της παραπάνω εταιρείας.
Η ποντοπόρος ναυτιλία πάντως είναι ένας τελείως διαφορετικός κόσμος από αυτόν της επιβατηγού ναυτιλίας και εκεί θα πρέπει κανείς να αποδώσει το γεγονός ότι η Μagna Μarine, αν και διαχρονικά ανήκε στα ευρύτερα ναυτιλιακά συμφέροντά του, ουδέποτε βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, όπως συνέβη κατά κόρον με τη Superfast Ferries, την Βlue Star Ferries και τη γενικότερη παρουσία του στην επιβατηγό ναυτιλία. Σήμερα η Μagna Μarine αποτελεί το νέο πεδίο στο οποίο ο κ. Παναγόπουλος δείχνει ότι επιθυμεί να ασχοληθεί με μεγαλύτερη προσήλωση από ό,τι στο παρελθόν, καθώς πρόκειται για μια δραστηριότητα, αυτή της ποντοπόρου ναυτιλίας, με την οποία φαίνεται να έχει μια καλή χημεία, όπως συνέβη επί δεκαετίες ολόκληρες και με την επιβατηγό ναυτιλία.
Η Μagna Μarine ιδρύθηκε το 1991 αναπτύσσοντας δραστηριότητα στον τομέα της διαχείρισης φορτηγών πλοίων μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου, έχοντας ήδη μια αρκετά ικανή πείρα στη διαχείριση πλοίων τύπου panamax, διαχειριζόμενη πάντα από τέσσερα ως και επτά πλοία αυτής της κατηγορίας.
Από την κρουαζιέρα στην ακτοπλοΐα
O κ. Περικλής Παναγόπουλος θεωρείται κατά πολλούς στη διεθνή ναυτιλιακή κοινότητα ο θεμελιωτής της σύγχρονης ελληνικής ακτοπλοΐας, καθώς υπήρξε ο επιχειρηματίας εκείνος που με τις κινήσεις του και τις αποφάσεις του άλλαξε για πάντα το προφίλ της ακτοπλοΐας της χώρας, πρώτα στις γραμμές του εξωτερικού και ακολούθως στις γραμμές του εσωτερικού. Ο παραπάνω χαρακτηρισμός στηρίζεται στο γεγονός ότι ο κ. Παναγόπουλος ήταν ο πρώτος εφοπλιστής στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 ο οποίος επένδυσε σε νεότευκτα πλοία στην ακτοπλοΐα. Ξεκίνησε με την κατασκευή των Superfast που δρομολόγησε στην Αδριατική, συμπαρασύροντας τον ανταγωνισμό και ανοίγοντας τον δρόμο στους έλληνες ακτοπλόους για την κατασκευή νέων πλοίων με τραπεζική χρηματοδότηση.
Κατά τη διάρκεια της επιχειρηματικής δράσης του δημιούργησε δύο επιχειρήσεις υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων, τις οποίες παραχώρησε αμφότερες αντί ιδιαίτερα υψηλού ανταλλάγματος και ενώ βρίσκονταν στο ζενίθ τους, τη Superfast Ferries και, πριν από αυτή, την εταιρεία κρουαζιερόπλοιων Royal Cruise Line. Ο κ. Παναγόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935 και ήταν γιος του Καλαματιανού Σταύρου Παναγόπουλου και της Ειρήνης, η οποία καταγόταν από μεγάλη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Ηταν μαθητής ακόμη όταν στον ελεύθερο χρόνο του αλλά και στις διακοπές του άρχισε να εργάζεται στα κρουαζιερόπλοια της Ηome Lines του Ομίλου Ευγενίδη, ενώ ο Ευγένιος Ευγενίδης ήταν ο άνθρωπος που τον τράβηξε κοντά του, αναλαμβάνοντας την επιμέλειά του. Ο θάνατος του Ευγένιου Ευγενίδη, το 1954, τον βρίσκει να εργάζεται ως εκπαιδευόμενος σε εταιρεία του ομίλου στο Λονδίνο. Το 1955 μετακομίζει στα κεντρικά γραφεία της Ηome Lines στη Γένοβα, όπου απέκτησε πλούσια εμπειρία στη διαχείριση των ναυτιλιακών εταιρειών. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1965, αποχωρεί από τον Ομιλο Ευγενίδη και φτάνει για πρώτη φορά στον Πειραιά, προκειμένου να αναλάβει γενικός διευθυντής της εταιρείας κρουαζιεροπλοίων Sun Line του εφοπλιστή Μπάμπη Κιοσέογλου. Εξι χρόνια αργότερα, το 1971, αποχωρεί από τη Sun Line με σκοπό να ιδρύσει για πρώτη φορά δική του εταιρεία. Ετσι ιδρύεται η εταιρεία-φαινόμενο Royal Cruise Line.
Η εταιρεία αυτή αποτελεί φαινόμενο στην παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία για τα επιτεύγματά της στον κλάδο της κρουαζιέρας. Η Royal Cruise Line στην εποχή της είχε ανακηρυχθεί πολλές φορές η καλύτερη εταιρεία κρουαζιεροπλοίων στον κόσμο. Στα πρώτα βήματά της διέθετε μόνο ένα κρουαζιερόπλοιο, το «Royal Οdyssey», ενώ πολύ γρήγορα ο κ. Παναγόπουλος προχώρησε και στην παραγγελία ακόμη δύο, νέων και σύγχρονων, κρουαζιεροπλοίων που ονομάστηκαν «Golden Οdyssey» και «Crown Οdyssey».
Το 1989 και ενώ η εταιρεία βρισκόταν στο σημαντικότερο σημείο της ανάπτυξής της, με πληρότητες που ζήλευαν οι κορυφαίες εταιρείες του είδους διεθνώς, ο Περικλής Παναγόπουλος πωλεί την εταιρεία του στη νορβηγική εταιρεία κρουαζιεροπλοίων Κloster, αντί 300 εκατ. δολαρίων, προκαλώντας έναν μικρό σεισμό στην παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία, η οποία έσπευσε να χαρακτηρίσει την κίνηση αυτή ως την «πώληση του αιώνα». Την ίδια χρονιά κιόλας, ιδρύει τη Μagna Μarine Ιnc., η οποία δραστηριοποιήθηκε στη διαχείριση φορτηγών πλοίων, μια αγορά στην οποία δραστηριοποιείται ως σήμερα.
Το 1990 αποκτά τον έλεγχο του 20% της εταιρείας Vernicos Υachts και λίγο αργότερα εξαγοράζει την εταιρεία «Κυλινδρόμυλοι Αττικής», η οποία τότε ήταν εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Το 1992, μαζί με τους κ.κ. Γ. Βερνίκο, Κ. Ματαράγκα και τον Διον. Μελισσηνό, αγοράζουν την πλειοψηφία των μετοχών του Ελληνικού Νηογνώμονα από τον οποίο αποχώρησε ένα έτος νωρίτερα, παραχωρώντας στους τότε συνεταίρους του το πακέτο των μετοχών που ήλεγχε. Την ίδια περίοδο αγοράζει το 30% των μετοχών της Strintzis Lines. Το 1993 μετονομάζει τους «Κυλινδρόμυλους Αττικής» σε «Επιχειρήσεις Αττικής» και το 1994 επιστρέφει στον κ. Βερνίκο το ποσοστό που κατείχε στη Vernicos Υatchs. Το ίδιο έτος οι «Επιχειρήσεις Αττικής» ήλεγχαν μόνο τα καταστήματα Ακρον – Ιλιον- Κρυστάλ τα οποία και πούλησε αμέσως.
Τότε ακριβώς έθεσε σε εφαρμογή το μεγάλο σχέδιό του, προχωρώντας στην ίδρυση της Superfast Ferries και παραγγέλνοντας δύο πλοία τα οποία σκόπευε να δρομολογήσει στη γραμμή Πάτρα- Ανκόνα. Τα πλοία τα παρήγγειλε στα γερμανικά ναυπηγεία του Βremerhaven και στις 25 Μαρτίου 1995 καθελκύονται δύο πλοία, τα οποία ονομάζονται «Superfast Ι» και «Superfast ΙΙ». Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1999, αποκτά τον έλεγχο του 38,8% των Γραμμών Στρίντζη Ναυτιλιακή ΑΕ και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα αυξάνει το ποσοστό του σε 48,8%, αποκτώντας και τον πλήρη έλεγχο της εταιρείας που μετονομάστηκε σε Βlue Star Ferries.
Οι «Επιχειρήσεις Αττικής» μετονομάστηκαν σε Ομιλο Αttica και στις 13 Φεβρουαρίου 2008 πουλήθηκαν στην ΜΙG του κ. Ανδρέα Βγενόπουλου αντί 455 εκατ. ευρώ. Τώρα ο κ. Παναγόπουλος επιχειρεί άλλη μία δυναμική επιστροφή, αυτή τη φορά με τη Μagna Μarine, στην ποντοπόρο ναυτιλία.