Στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει κυριολεκτικά. Τα όσα λαμβάνουν χώρα κάθε Σαββατοκύριακο στα ελληνικά ποδοσφαιρικά παιχνίδια δεν έχουν προηγούμενο. Η παραβίαση των κανόνων είναι διαρκής, η νίκη με κάθε τρόπο αυτοσκοπός και ο εξευτελισμός του αντιπάλου δεδομένος. Στη χώρα όπου γεννήθηκε το «fair play», όπως επικράτησε να λέγεται διεθνώς το «ευ αγωνίζεσθαι», ουδείς έχει μάθει ότι στο παιχνίδι υπάρχει και η ήττα και πρέπει να χάνει (όταν χάνει) με αξιοπρέπεια. Στο πλαίσιο του «ευ αγωνίζεσθαι» η FΙFΑ έχει θεσπίσει 10 χρυσούς κανόνες τους οποίους ελάχιστοι γνωρίζουν και τιμούν «στη χώρα όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα». Με την UΕFΑ να ανακοινώνει ότι 25 ελληνικά ποδοσφαιρικά ματς είναι ύποπτα να έχουν στηθεί προκειμένου να τα οικονομήσουν οι επιτήδειοι τζογάροντας μεγάλα ποσά στο στοίχημα, ποιος είναι σίγουρος ότι οι παίκτες και οι ομάδες παρατάσσονται στο γήπεδο με μοναδικό στόχο τη νίκη σε έναν έντιμο αγώνα και με σεβασμό στους κανόνες του παιχνιδιού, όπως απαιτεί η διεθνής συνομοσπονδία.

Ο σεβασμός στον αντίπαλο, ο οποίος δείχνει (και) το επίπεδο του ποδοσφαιρικού πολιτισμού κάθε χώρας, στην Ελλάδα βαίνει ετησίως καθοδικά. Οπαδός της φιλοξενούμενης ομάδας δεν μπορεί πλέον ούτε να πλησιάσει στο γήπεδο που αγωνίζεται η ομάδα του χωρίς την παρουσία και την προστασία εκατοντάδων οπλισμένων αστυνομικών. Την περασμένη Κυριακή στο ΟΑΚΑ οι οπαδοί του Παναθηναϊκού «έπαιζαν» μόνοι τους και όμως υπήρξαν 34 τραυματίες και ένας ακρωτηριασμός. Η βία δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο, όμως σε καμία χώρα του κόσμου οι φανατικοί δεν τυγχάνουν της προστασίας των ομάδων και της ανοχής των αρμόδιων Αρχών.

Εντός του αγωνιστικού χώρου η κλωτσιά «πέφτει» σύννεφο. Για επίδειξη ποδοσφαιρικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων ούτε λόγος να γίνεται. Η μπάλα μπορεί να περάσει τον αμυντικό αλλά ο αντίπαλος επιθετικός ποτέ. Στη χειρότερη περίπτωση θα… του δώσει τα πόδια στο χέρι. Τη βιαιότητα των (επαγγελματιών) ποδοσφαιριστών τροφοδότησε και η επί της ουσίας κατάργηση της κίτρινης κάρτας με απόφαση της ΕΠΟ. Οταν ο παίκτης γνωρίζει ότι θα τιμωρηθεί αν συμπληρώσει τέσσερις κίτρινες κάρτες και θα επιλέξει μαζί με τον προπονητή του σε ποιο παιχνίδι θα εκτίσει την ποινή, το μόνο κίνητρο που διέπει τη συμπεριφορά του είναι η νίκη μέσω της εξόντωσης του αντιπάλου.

Στο ελληνικό ποδόσφαιρο η έκφραση «αυστηρός αλλά δίκαιος διαιτητής» είναι άγνωστη. Ομως η εντιμότητα και η αντικειμενικότητα των ρέφερι βάλλεται πανταχόθεν και με δική τους ευθύνη, καθώς δίνουν δικαιώματα εντός και εκτός γηπέδων. Οι εκπτώσεις τις οποίες κάνουν στην εφαρμογή των κανονισμών και η προστασία την οποία προσφέρουν στους λεγόμενους ισχυρούς του αθλήματος, δημιούργησαν τη γενικευμένη αίσθηση ότι αγνοούν τις λέξεις ισονομία και δικαιοσύνη.

Επιπλέον, με την ανάγκη του οπαδικού Τύπου να επιβιώσει οικονομικά, ελάχιστοι συνεχίζουν να προβάλουν τις αξίες του αθλήματος και να διαπαιδαγωγούν οπαδούς με τους κανόνες τού «ευ αγωνίζεσθαι». Οσοι εξευτελίζουν το ποδόσφαιρο τυγχάνουν της δέουσας προβολής, την ώρα που η διαφθορά χτυπάει κόκκινο και η παρακμή είναι γενικευμένη.