Προϋπόθεση για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα «αν κινδυνεύουν οι καταθέσεις» είναι να θυμηθούμε πώς φτάσαμε ως εδώ. Πριν από μερικές εβδομάδες δραστικά μέτρα ανακοινώθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση από μια κυβέρνηση που ακόμη εμφανίζεται απαρηγόρητη επειδή τα έλαβε. Αδυνατώντας να εξηγήσει πόσο απαραίτητα είναι, είπε ότι τα αποφάσισε για να ρίξει τη διαφορά ανάμεσα στα ελληνικά και στα γερμανικά επιτόκια δανεισμού (spreads). Αγνόησε όσους εκτιμούσαν ότι εκείνο που αυξάνει τα spreads είναι η ραγδαία αύξηση του δημοσίου χρέους και ότι θα μειωθούν μόνον όταν εμφανιστούν οι πρώτες ενδείξεις ελέγχου του χρέους, κάτι που απαιτεί χρόνο και δουλειά.

«Κολλημένη με τα spreads» απαίτησε από τους Ευρωπαίους να τα ρίξουν αυτομάτως και μάλιστα υπέδειξε δύο τρόπους: είτε να δανείσουν 25 δισ. ευρώ με χαμηλό επιτόκιο, είτε να προσφέρουν «πολιτική στήριξη» έτσι ώστε να δανείσουν οι αγορές με χαμηλό επιτόκιο. Ξέχασε ότι το πρώτο απαγορεύεται από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ γιατί, αν δεν απαγορευόταν, τότε όλο και περισσότερα αδύναμα κράτη δεν θα φρόντιζαν τα οικονομικά τους αφού θα γνώριζαν ότι θα εξασφάλιζαν εσαεί φθηνό δανεισμό από τα όλο και λιγότερα εύρωστα κράτη (μέχρι που θα χρεοκοπούσαμε όλοι μαζί). Και δεν σκέφθηκε ότι το δεύτερο δεν γίνεται αφού οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν μπορούν να ασκήσουν στους δανειστές επιρροή ανάλογη με εκείνη που ασκεί η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση στην Εθνική και στην Αγροτική Τράπεζα.

Παρ΄ όλα αυτά η Αθήνα τοποθέτησε το «όπλο πάνω στο τραπέζι» και απείλησε ότι θα τινάξει τα μυαλά της στον αέρα. Τότε οι Γερμανοί αντιλήφθηκαν ότι η ελληνική απειλή προσφυγής στο ΔΝΤ μπορεί να μην είναι και τόσο κακή ιδέα. Σκέφθηκαν ότι η υποκατάσταση της κυβέρνησης από το Ταμείο μπορεί να είναι η καλύτερη εγγύηση όσον αφορά την τήρηση του Προγράμματος Σταθερότητας στην Ελλάδα και το μεγαλύτερο φόβητρο κατά της παραβίασης του Συμφώνου Σταθερότητας στην Ευρώπη (αφού μια Ελλάδα υπό τις εντολές της Ουάσιγκτον μπορεί να καταστεί «παράδειγμα προς αποφυγήν» ). Παράλληλα οι δανειστές υποψιάστηκαν ότι μια κυβέρνηση που απειλεί (!) ότι θα προσφύγει στο ΔΝΤ (αντί, απλώς, να δανειστεί με ετήσιο κόστος 10-20 εκατομμύρια ευρώ παραπάνω από την Ισπανία ανά δισεκατομμύριο ευρώ νέου δανεισμού) ίσως δεν διαθέτει όλες τις ιδιότητες που εγγυώνται αποτελεσματική διακυβέρνηση, κύρια προϋπόθεση για την επιστροφή των ως σήμερα δανεικών. Αυξάνουν λοιπόν τα spreads εν όψει των νέων εκδόσεων ομολόγων, ενώ παράλληλα παγώνουν τις «αρτηρίες δανεισμού» που συνδέουν το ευρωπαϊκό με το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Συνεπώς εδώ που φτάσαμε, είτε η κυβέρνηση θα ζητήσει από το ΔΝΤ να την υποκαταστήσει, είτε θα βάλει το όπλο στην τσέπη και θα βρει το κουράγιο να τα καταφέρει μόνη της. Μπορεί λοιπόν (στην πρώτη περίπτωση) να κινδυνεύει η κοινωνική συνοχή και η πολιτική σταθερότητα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν κινδυνεύουν οι καταθέσεις.

papadopoulos@dolnet.gr