«Ζητείται… συγκάτοικος». Εν μέσω οικονομικής κρίσης οι άνθρωποι που αναζητούν κάποιον για να μοιραστούν μαζί του τα έξοδα του σπιτιού συνεχώς αυξάνονται. Μια αναζήτηση στο Ιnternet θα σας πείσει. Η πρακτική που εφαρμόστηκε στη μεταπολεμική Ελλάδα, στα χρόνια της αστυφιλίας, επιστρέφει. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 αυτού του τύπου οι αγγελίες αφορούσαν αποκλειστικά φοιτητές. Και ήταν πολύ συνηθισμένες στα ταμπλό ανακοινώσεων των πανεπιστημίων. Σήμερα το σκηνικό έχει αλλάξει. Οι αγγελίες φωτογραφίζουν κάποιους χαμηλόμισθους μεσήλικους ή συνταξιούχους, καθώς και νέους εργαζομένους των 800 ευρώ, οι οποίοι αναζητώντας τρόπους για να εξοικονομήσουν χρήματα καταφεύγουν στη συγκατοίκηση.
Μια πρακτική η οποία είναι διαδεδομένη στην Αμερική και στην Ευρώπη και τώρα φαίνεται ότι αρχίζει να υιοθετείται και στην Ελλάδα. Οχι όμως από τους φοιτητές. Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύει έρευνα που έκανε η εταιρεία Bari-Focus για λογαριασμό της OLIAROS, εταιρείας η οποία πρόκειται να κατασκευάσει ένα πρότυπο συγκρότημα φοιτητικών κατοικιών στο Μεταξουργείο, αποτέλεσμα διεθνούς αρχιτεκτονικού διαγωνισμού.
Η συγκατοίκηση, μια αυτονόητη συνθήκη για τους περισσότερους φοιτητές στο εξωτερικό _ στην Αμερική η πλειονότητα ζει σε campus _, στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη. Πολύ περισσότερο όταν ο συγκάτοικος είναι άγνωστος και δεν διαθέτει «συστατικές επιστολές». «Νιώθω ανασφάλεια με έναν ξένο άνθρωπο». «Θέλω την ησυχία μου». «Θέλω τον δικό μου χώρο». «Η συμβίωση απαιτεί συμβιβασμούς». Κάπως έτσι διατυπώνουν τις επιφυλάξεις τους οι φοιτητές που σπουδάζουν μακριά από το σπίτι τους, απορρίπτοντας τελικά το ενδεχόμενο να μοιραστούν το διαμέρισμα και μαζί όλα τα έξοδά του. Η οικογένεια, η οποία τις περισσότερες φορές αισθάνεται ανασφάλεια από την πιθανή συμβίωση του παιδιού τους με έναν άγνωστο _ «ποιος ξέρει από πού κρατάει η σκούφια του» _, συναινεί και επωμίζεται όλο το κόστος συντήρησης ενός σπιτιού και μαζί ενός ενηλίκου, που για πολλούς είναι δυσβάσταχτο. «Προφανώς οι γονείς μου για να μπορέσουν να ανταποκριθούν κάνουν οικονομία στα δικά τους θέλω» λέει η Λυδία Κατρή, τριτοετής φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, η οποία έχει επιλέξει να ζει μόνη. Ενας φοιτητής που ζει μόνος του πληρώνει κατά μέσον όρο για ενοίκιο και λογαριασμούς (κοινόχρηστα, φως, νερό και τηλέφωνο) 437 ευρώ. Ακριβώς τα μισά χρήματα από αυτά που παίρνει από το σπίτι του.
Οι περισσότεροι φοιτητές που σπουδάζουν στην πόλη τους (στην Αθήνα ποσοστό 57%) συνεχίζουν μετά την εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο αλλά και μετά την ενηλικίωσή τους να ζουν με τους γονείς τους. Παρ’ ότι οι περισσότεροι λένε ότι καλλιεργούν την ιδέα να φύγουν από το σπίτι και να μείνουν μόνοι ή με κάποιον φίλο για συγκάτοικο, τελικά μόνο ένας στους είκοσι το πραγματοποιεί. Ο λόγος, ακόμη και αν δεν είναι αποκλειστικά οικονομικός, έχει πάντα οικονομικές παραμέτρους. Είτε δεν περισσεύουν χρήματα για ανεξαρτητοποιήσεις είτε οι φοιτητές που εργάζονται προτιμούν να κρατούν τα λεφτά τους για να κάνουν τα πράγματα που θέλουν: «για ένα ταξίδι», «μια μοτοσικλέτα», «για ρούχα», «για την καλοπέραση». Εξάλλου όλοι φαίνεται ότι εκτιμούν το σπιτικό φαγητό, τη φροντίδα και τις μικρές καθημερινές διευκολύνσεις που τους παρέχονται ανελλιπώς.
Παράλληλα η ζωή με την οικογένεια δεν είναι τόσο καταπιεστική ή δυσβάσταχτη όπως ίσως ήταν για κάποιες παλαιότερες γενιές. Ακόμα και όταν υπάρχουν ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, τα παιδιά παραδέχονται ότι οι γονείς τους είναι «ανοιχτοί», «διακριτικοί», «φιλελεύθεροι» «με κατανόηση». Κάποιοι πιστεύουν ότι και εκείνοι κατά βάθος επιθυμούν να φύγουν τα παιδιά από το σπίτι. «Με την έννοια ότι θέλουν να μας δουν να πατάμε στα πόδια μας, να είμαστε ανεξάρτητοι» λέει ο 22χρονος Νίκος Βακύρης, φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Ωστόσο, όπως δείχνει η έρευνα, σε ποσοστό 54% συγκατοικούν με τους γονείς τους. Το σύνδρομο του Ελληνα να αποχωρίζεται την οικογένεια στα 30 είναι μάλλον καλά θεμελιωμένο.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Νίκος Βακύρης,
22 χρόνων 4ο έτος,
Πανεπιστήμιο Πειραιά
«Αντί να πληρώνω ενοίκιο,
αγόρασα μοτοσικλέτα»
«Σκέφτηκα αρκετές φορές να μείνω μόνος μου, ειδικά όταν υπήρχαν εντάσεις με τους γονείς μου. Το έβλεπα σαν διέξοδο. Αν ήμουν ανεξάρτητος οικονομικά, θα το είχα κάνει.
Τα χρήματα που έπαιρνα έως πρόσφατα από τους γονείς μου, 150 ευρώ τον μήνα, και κάποια άλλα που έβγαζα από περιστασιακές δουλειές, τα διαχειριζόμουν με τέτοιο τρόπο ώστε να κάνω τα πράγματα που μου αρέσουν. Αντί να πληρώνω ενοίκιο, κοινόχρηστα και ρεύμα, αγόρασα μια μοτοσικλέτα. Το προτιμούσα.
Τώρα που έχω αρχίσει να δουλεύω σκέφτομαι ότι, αν καταφέρω κάποια στιγμή να βγάζω σταθερά 600 ευρώ τον μήνα, θα πιάσω ένα δικό μου σπίτι _ μαζί με κάποιον φίλο μου. Και οι γονείς μου θα το ήθελαν, με την έννοια ότι θα τους άρεσε να με δουν να πατάω στα πόδια μου, να είμαι ανεξάρτητος. Προς το παρόν τα λεφτά που βγάζω είναι μόνο για την καλοπέρασή μου. Το βιοτικό μου επίπεδο καλύπτεται από τους γονείς μου. Υπάρχει πάντα ένα πιάτο φαΐ, ίσως και παραπάνω.
Οι γονείς μου είναι αρκετά ανοιχτοί, δέχονται τους φίλους μου στο σπίτι, δεν έχουν πρόβλημα, είναι διακριτικοί. Πολύ συχνά αποσύρονται στο δωμάτιό τους όταν εμφανίζομαι με παρέα. Οταν ζεις σε ένα σπίτι με άλλους, και μάλιστα πολλούς άλλους, πρέπει να συμβιβαστείς. Δεν υπάρχουν στιγμές ηρεμίας, δεν μπορείς να μείνεις σιωπηλός. Οι γονείς ρωτάνε πάντα τι έκανες χθες, πώς πέρασες… Οχι για να με ελέγξουν, όπως ισχυρίζομαι εγώ, αλλά από ενδιαφέρον, όπως λένε εκείνοι.
Τη διαφορά την καταλαβαίνω όταν φεύγουν για μέρες ταξίδι ή διακοπές, οπότε μπορώ και ρυθμίζω τη ζωή μου όπως θέλω. Μπορώ να καθορίζω εγώ τις προσωπικές μου στιγμές».
Θάλεια Καραφιλίδου,
21 χρόνων 3ο έτος,
Νομική Θεσσαλονίκης
«Δεν έχω το σύνδρομο του Ελληνα που φεύγει από το σπίτι του στα 30»
«Μένω μόνη μου, αλλά σε ένα ιδιόκτητο διαμέρισμα δίπλα από την οικογένειά μου. Θεωρώ ότι αυτό μου εξασφαλίζει την ανεξαρτησία και τη αυτονομία που επιθυμώ, αλλά το ότι υπάρχει δίπλα η οικογένειά μου, η οποία μπορεί να μου προσφέρει βοήθεια στις καθημερινές δουλειές για το σπίτι, είναι πολύ σημαντικό. Βοήθεια χωρίς ταυτόχρονο έλεγχο. Είμαστε μια φιλελεύθερη οικογένεια και πιστεύω ότι αν στα 21 μου υπήρχε διάθεση ελέγχου θα υπήρχε πρόβλημα.
Σίγουρα θα έμενα μόνη μου ακόμη και αν δεν είχαμε αυτό το διπλανό διαμέρισμα. Δεν έχω το σύνδρομο του Ελληνα που φεύγει από το σπίτι του στα 30. Προτιμώ το ευρωπαϊκό μοντέλο που τα παιδιά φεύγουν στα 18.
Τη συγκατοίκηση δεν θα τη σκεφτόμουν. Θέλω να έχω τον δικό μου χώρο, θέλω να είμαι μόνη στο σπίτι, θέλω τις δικές μου προσωπικές στιγμές. Η συγκατοίκηση είναι δύσκολο πράγμα και ευτυχώς δεν χρειάστηκε να το κάνω.
Είμαι μια καλομαθημένη κόρη που ξοδεύει πάνω από 1.200 ευρώ τον μήνα χωρίς να πληρώνει ενοίκιο. Το ποσό αυτό όμως είναι συνάρτηση του μισθού μου (διότι εργάζομαι ταυτόχρονα) και των χρημάτων που παίρνω από την οικογένειά μου».
Παναγιώτης Βελισσάρης-Λυμπερίδης,
22 χρόνων 4ο έτος,
Τμήμα Κοινωνιολογίας στο Πάντειο
«Αν είχα την οικονομική δυνατότητα,
θα έφευγα και αύριο»
«Με τις παρούσες οικονομικές συνθήκες θα ήταν πολύ δύσκολο να μείνω μόνος μου. Το διεκδίκησα κάποια στιγμή, αλλά δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα. Αρα δεν επέμεινα. Πιστεύω ότι και οι γονείς μου θα ήθελαν να μένω μόνος, από την άποψη ότι θα ήμουν ανεξάρτητος. Είναι σημαντικό για έναν άνθρωπο να ανεξαρτητοποιείται σχετικά νωρίς. Αν είχα την οικονομική δυνατότητα, θα το έκανα και αύριο.
Αν έχεις συνηθίσει να μένεις με τους γονείς σου πολλά χρόνια, όταν μετακομίσεις είναι δύσκολη η εξοικείωση με το καινούργιο περιβάλλον. Και επιπλέον αυτά τα χρόνια χάνεις εμπειρίες. Κερδίζεις βέβαια σπιτικό φαγητό και άλλες καθημερινές διευκολύνσεις.
Οι γονείς μου μού δίνουν γύρω στα 100-150 ευρώ τον μήνα ως συμπλήρωμα, γιατί δουλεύω. Χρήματα που καταναλώνονται σε πράγματα καθημερινής χρήσης: τσιγάρα, καφέδες κτλ.».
Λυδία Κατρή,
21 χρόνων 3ο έτος,
Πανεπιστήμιο Κρήτης
«Οι γονείς μου κάνουν οικονομίες στα δικά τους “θέλω”»
«Δεν σκέφτηκα ποτέ να συγκατοικήσω, γιατί θέλω τον δικό μου χώρο και γιατί ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη να το κάνω.
Γιατί το αποκλείω; Μερική ανασφάλεια, θα έλεγα. Σίγουρα σε μικρότερο βαθμό από ό,τι τα πρώτα έτη και σε πλαίσιο που δεν είναι καταπιεστικό προς εμένα.
Το να ζω μόνη μου σημαίνει ότι πληρώνω 400 ευρώ για ενοίκιο, φως νερό τηλέφωνο. Και χρειάζομαι άλλα 500 ευρώ για να ζήσω. Προφανώς οι γονείς μου, που είναι αναγκασμένοι να συντηρούν ξεχωριστά έναν ενήλικο, είναι λογικό, μεσούσης και της οικονομικής κρίσης, να κάνουν ως έναν βαθμό οικονομίες στα δικά τους “θέλω”».
Κατερίνα Σπανού,
22 χρόνων 4ο έτος,
Πανεπιστήμιο Πειραιά
«Και με τους γονείς όταν συγκατοικούμε τσακωνόμαστε,
αλλά τους αγαπάμε»
«Με την κοπέλα που συγκατοικώ είμαστε φίλες και αποφασίσαμε να μείνουμε μαζί επειδή ούτως ή άλλως είμαστε όλη την ημέρα μαζί. Δεν υπήρξε κάποιο άγχος για την ποιότητα και τον χαρακτήρα της. Και εγώ αλλά και οι γονείς μου την εμπιστευόμαστε απόλυτα. Οπωσδήποτε το να μένεις με έναν άλλο άνθρωπο είναι δύσκολη υπόθεση, αλλά όταν είναι καλός σου φίλος το βέβαιο είναι ότι οι καλές στιγμές θα είναι περισσότερες από τις κακές. Και με τους γονείς μας όταν συγκατοικούσαμε τσακωνόμαστε, αλλά τους αγαπάμε.
Από τους γονείς μου παίρνω 380-400 ευρώ για το ενοίκιο και τους λογαριασμούς και επιπλέον αυτού του ποσού άλλα 400-500 ευρώ. Αν δεν συγκατοικούσα, σίγουρα θα χρειαζόμουν περισσότερα».