Η αβεβαιότητα για την οικονομική στήριξη προς την Ελλάδα και τη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους εντείνει τις ανησυχίες στο εσωτερικό της χώρας με αποτέλεσμα να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος σενάρια που κάνουν λόγο ως και για χρεοκοπία της χώρας ή έξοδο της Ελλάδας από τη ζώνη τού ευρώ, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις ευρωπαίων και κυβερνητικών αξιωματούχων. Η φημολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το θέμα αυτό αλλά και για την αντοχή των ελληνικών τραπεζών οδήγησε πολλούς καταθέτες και ιδιαίτερα μεγαλοκαταθέτες, όπως επιχειρηματίες και εφοπλιστές, να αποσύρουν μέρος ή το σύνολο των καταθέσεών τους από τις ελληνικές τράπεζες και να τις μεταφέρουν στο εξωτερικό ή και σε τραπεζικές θυρίδες. Η τάση αυτή, που παρατηρήθηκε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας και συνεχίστηκε χθες, δημιουργεί μεγαλύτερους κινδύνους από τους πραγματικούς που αντιμετωπίζει η οικονομία, προκαλώντας πιέσεις στη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος.

Απαντώντας χθες ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ σε ερώτηση της ευρωβουλευτού του ΛΑΟΣ κυρίας Νίκης Τζαβέλα σχετικά με το αν η ΕΚΤ θα στηρίξει τις ελληνικές τράπεζες σε περίπτωση προβλήματος στην ελληνική τραπεζική αγορά, απάντησε ότι η στήριξη είναι αυτονόητη. «Θα εφαρμόσουμε όλους τους κανόνες όπως πράξαμε και με την Ιρλανδία και όλες τις χώρες-μέλη της ζώνης του ευρώ.Είναι αυτονόητο αυτό» τόνισε. Σε άλλη ερώτηση της αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κυρίας Ρόδης Κράτσα, για το αν η ΕΚΤ θα περιορίσει τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας στο τέλος του χρόνου, ο πρόεδρος της ΕΚΤ απάντησε ότι η «Ελλάδα δεν θα έχει πρόβλημα αξιολόγησης των κρατικών ομολόγων της μετά τη λήξη της περιόδου εφαρμογής των έκτακτων μέτρων της ΕΚΤ,υπό την προϋπόθεση ότι θα εφαρμόσει 100% το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης». Χθες πάντως η Εθνική Τράπεζα άντλησε από την αγορά 1,5 δισ. ευρώ μέσω ομολογιακού δανείου. Το επιτόκιο είναι συνδεδεμένο με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, πλέον περιθωρίου 1,90%, δηλαδή πολύ χαμηλότερα από ό,τι δανείζεται το Δημόσιο. Η συγκεκριμένη έκδοση που αξιολογήθηκε με την ανώτατη πιστοληπτική διαβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης Μoody΄s (Αaa) και Fitch (ΑΑ) αποδεικνύει τη δυνατότητα που έχουν οι ελληνικές τράπεζες να αντλήσουν με χαμηλό κόστος ρευστότητα από τις αγορές, ακόμη και υπό τις παρούσες δυσμενείς συνθήκες, αρκεί να παράσχουν τις απαραίτητες εξασφαλίσεις.

Οσον αφορά τη διαφορά των αποδόσεων μεταξύ των ελληνικών και των γερμανικών ομολόγων (spreads) συνεχίστηκε και χθες η διεύρυνσή της καθώς για τα 10ετή ομόλογα διαμορφώθηκε ως τις 3,45 ποσοστιαίες μονάδες.