Η υπερβολική ρευστότητα που έχει χορηγηθεί από τις κεντρικές τράπεζες, κυρίως από την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), έχει ξαναφέρει στη μόδα τις ρισκαδόρικες αγορές και την ανάληψη όλο και περισσότερου επενδυτικού κινδύνου. Το εύκολο χρήμα έχει πυροδοτήσει τον καλπασμό στις τιμές των μετοχών και των εμπορευμάτων. Ο αμερικανικός δείκτης Standard & Ρoor΄s 500 είναι υψηλότερα κατά 72% τον χρόνο που πέρασε και η τιμή του πετρελαίου έχει κάνει άλμα πλέον του 75% τους τελευταίους 12 μήνες. Η κατάσταση αυτή όμως είναι παγίδα για τους επενδυτές, οι οποίοι αναμένουν ότι οι καλοί καιροί θα συνεχιστούν. Ξεχνούν ωστόσο το κύριο μάθημα από την καταστροφική χρηματοπιστωτική κρίση: ότι η σούπερ γενναιόδωρη πολιτική των κεντρικών τραπεζών είναι που διογκώνει τις φούσκες στις αγορές. Οι μεγαλοκερδοσκόποι
Οι πάσης φύσεως μεγαλοκερδοσκόποι, από τις επενδυτικές τράπεζες ως τα hegde funds και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds), εκμεταλλευόμενοι την πλημμυρίδα του εύκολου χρήματος, κερδοσκοπούν ασύστολα. Επιπλέον παράνομες είχαν χαρακτηριστεί και οι λογιστικές πρακτικές μετά την πτώχευση της κολοσσού Εnron το 2001. Οι αθέμιτες αυτές πρακτικές όμως συνέχισαν να ακολουθούνται, όπως έδειξε η πρόσφατη έρευνα για την πτώχευση της Lehman, ενώ φήμες σαρώνουν ότι ενδεχομένως χρησιμοποιήθηκαν και από τους άλλους τραπεζικούς κολοσσούς της Wall Street, όπως η JΡ Μorgan, και της Ευρώπης. Καλά κάνουν όμως καθώς τα πανίσχυρα τραπεζικά λόμπι έχουν καταφέρει να βάλουν στο ράφι τις κυβερνητικές προσπάθειες για τη συνολική μεταρρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών. Και το χειρότερο είναι ότι τα διαφορετικά εθνικά συμφέροντα έχουν οδηγήσει σε ένα παγκόσμιο κατακερματισμένο ρυθμιστικό και λογιστικό σύστημα κανόνων. Πίσω στο 1999, δηλαδή έναν χρόνο μετά την κατάρρευση του σούπερ φιλόδοξου, άκρως ρισκαδόρικου και μεγαλύτερου hedge fund στον κόσμο, του αμερικανικού Long-Τerm Capital Μanagement, αποφασίστηκε μια λίστα από κανόνες στις ΗΠΑ. Οι κανόνες αυτοί συμπεριελάμβαναν: πρώτον, τον περιορισμό του υπερβολικού δανεισμού (leverage) των τραπεζιτών, των hedge funds και των private equity funds· δεύτερον, την αύξηση της διαφάνειας των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών (over-the-counter-ΟΤC) στις αγορές παραγώγων (derivatives), συμπεριλαμβανομένων των credit default swaps (CDS)· τρίτον, τη βελτίωση της διαχείρισης κινδύνων. Οι προτεινόμενοι αυτοί κανονισμοί όμως μπλοκαρίστηκαν τότε από τους τραπεζίτες και τους άλλους επικεφαλής των κερδοσκοπικών και επενδυτικών κεφαλαίων.

Η ίδια ακριβώς λίστα επανήλθε στο προσκήνιο μετά τη χρεοκοπία της Lehman Βrothers και τη χρηματοπιστωτική κρίση για να παραπέσει και πάλι στην αφάνεια. Επρεπε να τρομάξουν οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι μήπως και τα παιχνίδια των μεγαλοκερδοσκόπων με το ευρώ και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα παρασύρουν το ευρωοικοδόμημα και να αρχίσουν και πάλι να συζητούν. Ακόμη όμως και τώρα οι κρίσιμες αποφάσεις για τον έλεγχο των hedge funds μπήκαν στο ράφι από τους Ευρωπαίους, ως τον Ιούνιο τουλάχιστον, μετά την παρέμβαση των Βρετανών.

Προχθές, Παρασκευή, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν-Κλοντ Τρισέ έριξε το βάρος του υπέρ της θέσπισης αυστηρότερων κανονισμών και ελέγχου στις εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές της άκρως ρισκαδόρικης αγοράς των credit default swaps (CDS). Οι διάφοροι κυνικοί ωστόσο υποστηρίζουν ότι σε κάθε κυβερνητική ενέργεια στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ θα υπάρξει έντονη αντίδραση και ότι δεν μπορείς να επιβάλεις αυστηρές ρυθμιστικές διατάξεις σε μια αγορά γιατί η ανάληψη του κινδύνου με στόχο την επίτευξη τεράστιων κερδών δεν μπορεί να μετριαστεί καθώς όλα τα κερδοσκοπικά κεφάλαια θα μετακομίσουν σε πολύ λιγότερο ελεγχόμενα οffshore κέντρα.

Σημειωτέον ότι η κυβέρνηση της Ισπανίας, η οποία το τρέχον εξάμηνο προεδρεύει των υπουργικών συνεδριάσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Εco/Fin), απέσυρε, σχεδόν απροειδοποίητα, από την ατζέντα της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών την περασμένη Δευτέρα το επίμαχο σχέδιο που αφορά τους κανόνες που θα διέπουν τη δραστηριότητα των hedge funds. Παρεμβαίνοντας ο πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν δήλωσε προς τον ισπανό συνάδελφό του ότι οι όροι είναι απαράδεκτοι και ότι η Βρετανία δεν θα υποστηρίξει την οδηγία Αlternative Ιnvestment Fund Μanager με την τρέχουσα μορφή της. Ενώ ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Αλιστερ Ντάρλινγκ δήλωσε ότι οι ευρωπαίοι συνάδελφοί του εκθέτουν σε «έναανταγωνιστικό μειονέκτημα» το μόνο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κέντρο, το Λονδίνο, και προειδοποίησε ότι τα funds θα μετακομίσουν σε άλλα οffshore κέντρα. Αλλά και ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τιμ Γκάιτνερ χαρακτήρισε την οδηγία αυτή υπέρμαχο του προστατευτισμού, ζήτησε την πλήρη αναθεώρησή της και προειδοποίησε τον επίτροπο για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες της ΕΕ Μισέλ Μπαρνιέ ότι διαφορετικά θα υπάρξουν αντίποινα από το Κογκρέσο.

Κανόνες για κινδύνους
Στις ΗΠΑ υπάρχουν ενδείξεις ότι θα «μαλακώσουν», στην καλύτερη των περιπτώσεων, οι κανόνες Ρaul Volcker για την επίλυση των κινδύνων που απορρέουν από τις μεγάλες τράπεζες. Σύμφωνα με το προτεινόμενο νομοσχέδιο Ομπάμα, οι τράπεζες δεν θα επιτρέπεται στο εξής να κατέχουν, να χρηματοδοτούν ή να επενδύουν σε hedge funds για ιδιωτικό όφελος, δηλαδή να παίζουν τα δικά τους ρευστά στις αγορές. Δηλαδή, οι κανόνες αυτοί εξαναγκάζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να διαλέξουν μεταξύ των ιδιωτικών δραστηριοτήτων, όπως οι χρηματιστηριακές συναλλαγές, και των άλλων ρισκαδόρικων επενδυτικών προϊόντων και εμπορικών δραστηριοτήτων όπως η χορήγηση δανείων και η διατήρηση λογαριασμών καταθέσεων.

Σημειωτέον ότι τους κανόνες αυτούς ο κ. Ομπάμα των ΗΠΑ τους αποκάλεσε «κανόνες Βόλκερ» διότι ο αρχιτέκτονας των κανόνων αυτών είναι ο Πολ Βόλκερ, πασίγνωστος πρώην πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), ο οποίος είχε με μεγάλη επιτυχία οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία μέσω των κρίσεων στη δεκαετία του 1970 και του 1980.