Ο Λεωνίδας Εμπειρίκος μου έδωσετο ποίημα του πατέρα του «Το θέαμα του Μπογιατιού ως κινούμενου τοπίου» που εκδόθηκε από την Αγρα, εκτός εμπορίου. Είναι ένα ποίημα γραμμένο το 1933, το οποίο ο Ανδρέας Εμπειρίκος δεν εξέδωσε ποτέ. Επιπλέον το χειρόγραφο του ποιήματος ήταν χαμένο και βρέθηκε πρόσφατα, μαζί με άλλα πολύτιμα χειρόγραφα και φωτογραφίες, στις ξεχασμένες βαλίτσες της μητέρας του Ανδρέα Εμπειρίκου, Στεφανίας, της γιαγιάς Στεφανίας, όπως την αποκαλεί ο Λεωνίδας, που αποδείχτηκαν χρυσωρυχείο. Το ποίημα αυτό, σε δύο εκδοχές, ανήκει στην ανέκδοτη συλλογή «Προϊστορία ή καταγωγή», που είναι έτοιμη προς έκδοση, με επιμέλεια του Γιώργη Γιατρομανωλάκη, όπως άλλωστε τα περισσότερα κείμενα του Εμπειρίκου.
Για όσους ξέρουν τον Εμπειρίκο του ποιήματος «Ες-Ες-Ες-Ερ Ρωσσία» δεν θα εκπλαγούν από «Το θέαμα του Μπογιατιού». Για εκείνους που ο Εμπειρίκος είναι όμως ο μύθος του μεγαλοαστού γόνου σίγουρα θα σοκαριστούν από τους στίχους του ποιήματος: «Αγαπημένη μας μητέρα ΕΣΣΔ,/ Δέξου τους στίχους μου αυτούς που σου προσφέρω με την ίδια ευλάβεια που ακουμπάμε τα λουλούδια μας στον τάφο του πατέρα μας Λένιν». Το 1933 η Σοβιετική Ενωση, ως επαγγελία μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης, συγκινεί. Και η στάση αυτή του Εμπειρίκου, που αργότερα βεβαίως αλλάζει, εκφράζει μια γενικότερη στάση των ευρωπαίων διανοουμένων. Επιπλέον, και προφανώς με ψυχαναλυτικούς όρους, η επίκληση του «πατέρα Λένιν» δείχνει, όπως παρατηρεί ο Γιώργης Γιατρομανωλάκης, την απομάκρυνση του Εμπειρίκου από τον πατρικό οίκο και τη διεκδίκηση μιας άλλου τύπου οικογένειας.
Οι λέξεις-κλειδιά στο ποίημα αυτό είναι τα εμπειρίκεια επιρρήματα «πανσεξουαλιστικώς» και «πανανθρωπιστικώς». Ο Εμπειρίκος συγκρίνει την επέκταση της κομμουνιστικής επανάστασης με την επέκταση των παλμών της ηδονής που «προωθούνται από το πέος του ανδρός» και «από τους κόλπους της ερωτευμένης γυναικός», εικόνες που του έχει προκαλέσει η ανάγνωση της «Λαίδης Τσάτερλυ» του Λώρενς. Ισως αυτή η τολμηρή σύγκριση να ήταν ο λόγος που ο Εμπειρίκος δεν έδωσε ποτέ το ποίημα για δημοσίευση. Ο ποιητής ταυτίζεται μάλλον με τη λαίδη. Η «Λαίδη Τσάτερλεϋ», όπως την αποκαλεί, που δόθηκε «πανσεξουαλιστικώς» στον δασοφύλακά της, σε πείσμα κάθε κοινωνικής σύμβασης και ιεραρχίας, είναι «το μόνο ευαίσθητο και μετανιωμένο μέλος της οικογένειάς της». Εκείνη την εποχή αυτή η φράση θα ταίριαζε τέλεια στον Εμπειρίκο, ευαίσθητο μέλος της επιχειρηματικής οικογένειάς του, από την οποία απομακρύνεται.
Πέρα από ιδεολογία, υπερρεαλισμό, ποιητική κτλ., αυτό το ποίημα του Εμπειρίκου διασώζει υπέροχες εικόνες της Αττικής και είναι γεμάτο με πληροφορίες για την εποχή. «Το θέαμα του Μπογιατιού ως κινούμενου τοπίου/ από την πρύμη του καμιονιού με τα καλάθια/ γιομάτα φρούτα και λαχανικά για την Αθήνα» είναι στίχοι με συναρπαστική κίνηση. Στο Μπογιάτι ήταν το κτήμα του εφοπλιστή Λεωνίδα Εμπειρίκου, πατέρα του Ανδρέα, μάλλον τσιφλίκι 25.000
στρεμμάτων, αγορασμένο το 1918. Ο Εμπειρίκος παρομοιάζει το θέαμα του Μπογιατιού με πίνακα του Παρθένη ή με ζωντανό τοπίο του Γουναρόπουλου δίνοντάς μας έτσι μια ποιοτική πληροφορία για το κύρος των ζωγράφων της εποχής του.
Ο Λεωνίδας Εμπειρίκος φροντίζει με μεγάλη επιμέλεια και μέθοδο τα γραφτά του πατέρα του. Σπάνια κληρονόμοι πνευματικών έργων δείχνουν τέτοια φροντίδα. Οφείλω να ομολογήσω ότι χωρίς τον Λεωνίδα Εμπειρίκο ο Ανδρέας θα βρισκόταν στη σκιά.