Πιο δραστικά και μεσοπρόθεσμα μέτρα για τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος συνιστά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη Βρετανία, όπως αναφέρει ανακοίνωση η οποία αναμένεται να εκδοθεί σήμερα από τις Βρυξέλλες. Στο κείμενο, το οποίο είχε «διαρρεύσει» από χθες στον βρετανικό Τύπο, ζητείται από το Λονδίνο να περιορίσει ακόμα περισσότερα τις δημόσιες δαπάνες με σκοπό να εξοικονομηθούν άμεσα 20 δισ. στερλίνες (22 δισ. ευρώ).
Η «σύσταση» προκάλεσε αναταράξεις στην πολιτική ζωή της Βρετανίας, που βρίσκεται εν μέσω προεκλογικής περιόδου. Βέβαια η χώρα δεν ανήκει στον όμιλο των 16 χωρών του ευρώ και έτσι το Λονδίνο δεν θα έπρεπε να ανησυχεί και πολύ για τις «συστάσεις» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η αρνητική όμως αξιολόγηση των μέτρων που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση του Γκόρντον Μπράουν ήρθε λίγες ημέρες πριν από την κατάθεση του προϋπολογισμού για το τρέχον έτος.
Η αντίδραση του υπουργού Οικονομικών Αλιστερ Ντάρλινγκ ήταν άμεση. «Οιακόμα πιο δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν την οικονομική ανάκαμψη και να μας βυθίσουν ξανά στην ύφεση» δήλωσε ενοχλημένος ο βρετανός υπουργός. Η «ζημιά» όμως για την κυβέρνηση Μπράουν είχε ήδη γίνει. Ο σκιώδης υπουργός Οικονομίας των Συντηρητικών Κένεθ Κλαρκ δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη, επιχαίροντας που «ήρθε στα λόγια του» και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Η έκθεση της Επιτροπής δεν είναι παρά μια επιβεβαίωση του αυτονόητου. Οι Συντηρητικοί πάντοτε υποστήριζαν ότι θα πρέπει να μειωθεί ακόμα πιο γρήγορα το έλλειμμα προκειμένου να δημιουργηθούν συνθήκες ανάκαμψης. Το επιχείρημα αυτό επανέλαβαν οι οίκοι αξιολόγησης, ακολούθησαν οι εργοδοτικές ενώσεις και τώρα το επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σχολίασε ο Κλαρκ.
Το βέβαιο είναι ότι στην περίπτωση της Βρετανίας δεν τίθεται θέμα επιβολής μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς η εκτός ευρωζώνης χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν συνιστά κίνδυνο για το κοινό νόμισμα. Για τον ίδιο λόγο δεν τίθεται άλλωστε και ζήτημα «απώλειας της εθνικής κυριαρχίας» για τους ούτως ή άλλως «αποσυνάγωγους» Βρετανούς. Η μη συναίνεση ωστόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τα «χλιαρά και υπεραισιόδοξα μέτρα» του Λονδίνου συνιστά σοβαρό πλήγμα για τηντρωθείσα από καιρό- αξιοπιστία της κυβέρνησης στα μάτια των ψηφοφόρων.
Το ίδιο έσπευσε να επισημάνει ένας ακόμα σκιώδης υπουργός, των Οικονομικών αυτή τη φορά. « Το κείμενο αποτελεί συντριπτικό χτύπημα για την αξιοπιστία του Γκόρντον Μπράουν» σχολίασε ο Τζορτζ Οσμπορν. Λίγες μόνον εβδομάδες πριν από τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου και το μόνο που δεν θα ευχόταν ο Μπράουν είναι ακριβώς αυτό που συνέβη, να χάσει δηλαδή πόντους έναντι του αντιπάλου του και ομολογουμένως πιο αντιευρωπαϊστή Ντέιβιντ Κάμερον. Αλλά το διακύβευμα δεν είναι αμιγώς πολιτικό, καθώς η αρνητική αξιολόγηση των μέτρων που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση Μπράουν προκειμένου να περιοριστεί η μαύρη τρύπα του προϋπολογισμού σε ορίζοντα επταετίας επισείει έναν ακόμα κίνδυνο: τους κερδοσκόπους.
Μια Βρετανία με έλλειμμα παρόμοιο με το αντίστοιχο της Ελλάδας (13%), η οποία «εγκαλείται»- με προσεγμένη έστω διατύπωση- από τις Βρυξέλλες για τη μη λήψη των όσο χρειάζεται αυστηρών μέτρων θα μπορούσε να αποτελέσει ιδανικό στόχο για τους κάθε είδους ρισκαδόρους μεγαλοεπενδυτές (βλ. Τζορτζ Σόρος ), οι οποίοι πολύ θα ήθελαν να βρουν ένα νέο θύμα μετά την Ελλάδα.
Ε λλείψει άλλων συμμάχων στην ηπειρωτική Ευρώπη, τα στελέχη της βρετανικής κυβέρνησης ανέλαβαν μόνοι να υπερασπιστούν την αποτελεσματικότητα των μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών. Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Λίαμ Μπερν χαρακτήρισε τις προτάσεις (όπως αυτές μεταφέρθηκαν μέσω «διαρροών») της Επιτροπής «πολύ επιθετικές και λανθασμένες», ενώ άλλα στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης σχολίαζαν ότι το σχέδιό τους είναι «το πιο ακριβές και βραχυπρόθεσμο μεταξύ των χωρών του G7».