ΠΟΙΟΣ θα το φανταζόταν πριν από λίγους μήνες ότι η Ελλάδα θα γινόταν η αιτία να… ξυπνήσει ο γαλλογερμανικός άξονας από τον λήθαργό του; Και να αρχίσει να αναζητεί τρόπους προστασίας του «Ιερού Δισκοπότηρου» της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, δηλαδή του ευρώ; Μάλλον
κανείς. Αυτό έγινε πλέον, αν και οι Γάλλοι και οι Γερμανοί δεν αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο την Ελλάδα και το δημοσιονομικό της πρόβλημα.

O πληθωρικός λόγος του Νικολά Σαρκοζί έδειξε ότι οι Γάλλοι «κατανοούν» περισσότερο τα ελληνικά προβλήματα. Και ο ίδιος ο γάλλος πρόεδρος δεν κρύβει την… ελληνική του φλέβα. Από την άλλη πλευρά, η Ανγκελα Μέρκελ συμπεριφέρεται πιο συγκρατημένα. Η «γλώσσα του σώματός» της κατά την επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου στο Βερολίνο ήταν ενδεικτική.

Η ελληνογαλλική «Αντάντ»
Η προσέγγιση με τη Γαλλία υπήρξε ευκολότερη διότι «σε περίοδο κρίσηςοι απόψεις μας για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης βρίσκονταν πολύ εγγύτερα από ό,τι εκείνες με τη Γερμανία».«Το Βερολίνο» συνεχίζουν οι ίδιες πηγές «εμφανίζεται να ακολουθεί μια πορεία που προτάσσει περισσότερο το εθνικό συμφέρον».

Πώς εξηγούνται όμως η «γαλλική θέρμη» και η «γερμανική απόσταση»; «Η Γαλλία βρισκόταν ιστορικά πιο κοντά στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, ενώ η Γερμανία εγγύτερα στα κράτη του ευρωπαϊκού Βορρά» σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Γ. Γλυνός, ο οποίος εργάστηκε για πολλά χρόνια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Υπάρχει άλλη μία διαφορά όμως: η Γαλλία είναι πιο εξωστρεφής και “πολιτική” στη συμπεριφορά και στις επιλογές της, ενώ η Γερμανία πιο εσωστρεφής και “οικονομική”» συμπληρώνει. «Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε» εξηγεί «ότι η ελληνική κουλτούρα είναι πιο κοντά στη γαλλική».

Με τις απόψεις αυτές συμφωνεί και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ κ. Λ. Τσούκαλης. «Οι Γάλλοι δείχνουν συμπάθεια και κατανόηση, ενώ οι Γερμανοί ηθικολογούν και κουνούν το δάχτυλο» τονίζει. Και προσθέτει: «Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα φαντάζει πιο οικείο στους Γάλλους. Αισθάνονται ότι μπορεί να συνέβαινε και σε εκείνους. Πολιτισμικάστους Γερμανούς φαντάζει εξωτικό».

Πέραν βέβαια του πολιτισμικού παράγοντα υπάρχουν τα συμφέροντα και η γεωπολιτική. Κυβερνητικές και διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι «το Παρίσι θεωρεί ότι μπορεί να αναβαθμίσει τον ρόλο του τόσο στα Βαλκάνια και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη όσο και στη Μεσόγειο. Θα μπορούσε επίσης να διερευνηθεί η επενδυτική συνεργασία σε διάφορους τομείς ενώ βέβαια» καταλήγουν «υπάρχει η αμυντική συνεργασία». Ο ελληνογερμανικός «ψυχρός πόλεμος»
Με τους Γερμανούς η ατμόσφαιρα είναι κάπως πιο «παγωμένη». Ανθρωποι με γνώση της ιστορικής διαδρομής των ελληνογερμανικών σχέσεων θυμούνται ότι «ήδη λίγο μετά την ελληνική ένταξη στην τότε ΕΟΚ οι Γερμανοί είχαν αρχίσει να εκφράζουν επιφυλάξεις για το ορθόν της επιλογής αυτής».

Ωστόσο κυβερνητικές πηγές βεβαιώνουν ότι «οι διμερείς σχέσεις είναι πολύ καλές». Και προσθέτουν ότι «το Βερολίνο έχει αρχίσει να κατανοεί πως το ελληνικό πρόβλημα είναι κατά βάση ευρωπαϊκό». Δεν λείπουν πάντως και όσοι εκτιμούν πως «Βερολίνο και Παρίσι προσφέρουν λεκτική και πολιτική στήριξη, χωρίς όμως απτά οφέλη για την Ελλάδα.Η αλληλεγγύη που εμφανίζεται ότι προσφέρουν είναι επειδή αισθάνονται να κινδυνεύει το ευρώ».

Το μεταπολεμικό φλερτ Γαλλίας – Γερμανίας
Ο γαλλογερμανικός άξονας θεωρείται η ατμομηχανή της Ενωμένης Ευρώπης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ολοι άλλωστε συμφωνούν πως όταν το Παρίσι και το Βερολίνο θέλουν κάτι και το επιδιώκουν συντεταγμένα, συνήθως γίνεται. Μεταπολεμικά οι Γάλλοι συνέλαβαν την ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μέσω της οποίας η ηττημένη Γερμανία ουσιαστικά επανεντάχθηκε στην Ευρώπη. Υπήρχε μια άτυπη συμφωνία. Η Γαλλία ήταν η πολιτική δύναμη της Ευρώπης και η Γερμανία η οικονομική. Η γαλλογερμανική συμφιλίωση επιτεύχθηκε οριστικά με τη Συνθήκη των Ηλυσίων, η οποία υπεγράφη στο Παρίσι στις 22 Ιανουαρίου 1963. Εμπνευστές της ήταν δύο κορυφαίοι ευρωπαίοι ηγέτες, ο καγκελάριος της Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ (στη φωτογραφία αριστερά επάνω) και ο πρόεδρος της Γαλλίας Κάρολος ντε Γκωλ. Με τη συμφωνία αυτή, το Παρίσι και το Βερολίνο συμφώνησαν να καθιερώσουν τακτικές διαβουλεύσεις μεταξύ τους (συνεχίζονται ως σήμερα) καθώς και να συνεργάζονται στενότερα σε θέματα διεθνούς πολιτικής, άμυνας και εκπαίδευσης.

Το έργο των Αντενάουερ και Ντε Γκωλ συνέχισαν ο καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ και ο πρόεδρος Ζισκάρ ντ΄ Εστέν. Για να ακολουθήσουν οι Χέλμουτ Κολ και Φρανσουά Μιτεράν , οι οποίοι το 1984, με τη συμβολική τους κίνηση να επισκεφθούν το πεδίο της ιστορικής μάχης χαρακωμάτων του Βερντέν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (φωτογραφία αριστερά κάτω) κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου, έδειξαν την ισχύ του γαλλογερμανικού άξονα. Οι Κολ και Μιτεράν πρωταγωνίστησαν και στη συμφωνία για την Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) και στη Συνθήκη του Μάαστριχτ που οδήγησε στη δημιουργία του ευρώ, τον Φεβρουάριο του 1992, ενώ ουδείς μπορεί να αγνοήσει τη συμπόρευση των Γκέρχαρντ Σρέντερ και Ζακ Σιράκ κατά του πολέμου στο Ιράκ το 2003.