ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ, Eνα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση της υλοποίησης της αρωγής που η ευρωζώνη έχει υποσχεθεί ότι θα παράσχει στην Ελλάδα, «σε περίπτωση ανάγκης», εμφανίζεται έτοιμη να πραγματοποιήσει την ερχόμενη Δευτέρα η ΕΕ.

Ο αρμόδιος για τα οικονομικά ζητήματα επίτροπος κ. Ολι Ρεν ενημέρωσε προχθές τους επιτρόπους ότι στη μεθαυριανή υπουργική σύνοδο του Εurogroup σκοπεύει να φέρει προς συζήτηση συγκεκριμένες προτάσεις για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου αρωγής, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου θα είναι η διευκόλυνση της Ελλάδας μέσω διακρατικών δανείων των χωρών του ευρώ, υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Η διαμόρφωση αυτού του πλαισίου θα στηριχθεί στις διατάξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας για την ενίσχυση μιας χώρας-μέλους σε περίπτωση απρόβλεπτων καταστάσεων. Περισσότερες λεπτομέρειες δεν ανακοινώθηκαν, ούτε και συγκεκριμένο ποσό, αν και δημοσίευμα της γαλλικής εφημερίδας «Le Μonde» πιθανολογούσε ένα ποσό μεταξύ 20 και 25 δισ. ευρώ. Το ερώτημα ωστόσο που απασχολεί πολλούς στις Βρυξέλλες και στις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι αν οι προτάσεις Ρεν θα περιέχουν δεσμεύσεις και χρηματοδοτικά εργαλεία ικανά να καθησυχάσουν τις ανησυχίες των αγορών για την ικανότητα της Ελλάδας να εξυπηρετήσει τα δάνειά της ή αν θα έχουν και πάλι γενικόλογο χαρακτήρα. Την ερχόμενη Δευτέρα ο φινλανδός επίτροπος αναμένεται να υποβάλει επίσης σειρά οικονομικών εκθέσεων. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα θα προτείνει στους υπουργούς να χαιρετίσουν το ελληνικό πρόγραμμα οικονομικής σταθερότητας με τον ίδιο ενθουσιασμό που το χαιρέτισε η Επιτροπή, επισημαίνοντας ωστόσο το ενδεχόμενο η οικονομική ύφεση στην Ελλάδα να λάβει εξαιρετικά μεγαλύτερες- από τις αναμενόμενες – διαστάσεις. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει υστέρηση στα κρατικά έσοδα, η οποία θα πρέπει να καλυφθεί, ενώ παράλληλα η Επιτροπή αναμένεται να προτείνει την επιτάχυνση των διαδικασιών για την αντιμετώπιση του Ασφαλιστικού.

Κ ατά τα άλλα, και στο πλαίσιο «των διδαγμάτων που εξάγονται από την ελληνική κρίση», η Επιτροπή σκοπεύει να παρουσιάσει προτάσεις τόσο για την ενίσχυση στο μέλλον της επιτήρησης των οικονομικών πολιτικών των κρατών-μελών από τα θεσμικά όργανα των Βρυξελλών όσο και για τη δημιουργία του λεγόμενου ευρωπαϊκού νομισματικού ταμείου.

Ως προς την επιτήρηση, το μείζον ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό επιθυμούν τα κράτη-μέλη να ενισχύσουν τις δικαιοδοσίες παρέμβασης των Βρυξελλών όταν αυτές εντοπίζουν οικονομικές ανισορροπίες στην επικράτειά τους.

Ως προς το ζήτημα του ευρωπαϊκού νομισματικού ταμείου, το ζητούμενο είναι οι όροι και οι προϋποθέσεις που θα τεθούν για την ενεργοποίησή του, όταν ένα κράτος αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα δημοσιονομικά προβλήματα.