Η ομολογία του Πρωθυπουργού ότι τα μέτρα που ελήφθησαν είναι άδικα δεν αρκεί. Χρειάζεται να λάβει άμεσα άλλα μέτρα τα οποία θα αποκαθιστούν τη δικαιοσύνη και θα εξυγιαίνουν το σύστημα διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών. Ολοι οι Ελληνες γνωρίζουν ότι τα ελλείμματα οφείλονται σε δύο λόγους: στη φοροδιαφυγή και στη σπατάλη. Η φοροδιαφυγή βρίσκεται στο στόχαστρο της κυβέρνησης, αλλά μέχρι στιγμής τίποτε δεν έχει γίνει. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί δεν έχουν ανασυσταθεί και τα μέτρα που θα φέρουν αποτέλεσμα δεν έχουν ληφθεί. Απλώς εκτοξεύονται διάφορες απειλές οι οποίες απλώς ανησυχούν τους φοροφυγάδες. Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη τολμήσει να πάρει ούτε καν τα στοιχειώδη μέτρα για να αντιμετωπίσει χονδροειδείς περιπτώσεις φοροδιαφυγής. Μεταξύ των μέτρων αυτών πρέπει να είναι τα εξής: Η Εφορία να μην αποδέχεται ως δαπάνες των επιχειρήσεων τα ποσά που πληρώνονται με μετρητά, αλλά μόνο αυτά που πληρώνονται μέσω τραπεζικών συναλλαγών. Η κυβέρνηση εξήγγειλε την πρόθεσή της να λάβει ένα τέτοιο μέτρο, αλλά μόνη της το τορπίλισε διότι έβαλε πλαφόν στα ποσά από 1.500 ευρώ και πάνω. Κακώς. Πάνω από 100, το πολύ 200 ευρώ, όλα τα άλλα πρέπει να πληρώνονται μέσω τραπεζών ώστε να σταματήσει η βιομηχανία παραγωγής εικονικών τιμολογίων. Οταν βάζει όριο τα 1.500 ευρώ, θα γεμίσει η αγορά με εικονικά τιμολόγια ως 1.500 ευρώ. Το μέτρο αχρηστεύεται.
Ενα δεύτερο μέτρο κατά της χονδροειδούς φοροδιαφυγής την οποία όλοι γνωρίζουν και οι Αρχές και το τραπεζικό σύστημα εξυπηρετούν είναι οι αγοραπωλησίες ακινήτων. Η διαφορά μεταξύ αντικειμενικής και πραγματικής τιμής χρηματοδοτείται από τις τράπεζες με «επισκευαστικό» δάνειο. Ετσι ο πωλητής εισπράττει μαύρα χρήματα και το κράτος χάνει έσοδα. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η «νόμιμη» διαδικασία φοροδιαφυγής το Δημόσιο πρέπει να αναγκάσει τις τράπεζες να εκταμιεύουν τα επισκευαστικά δάνεια μόνο έναντι αποδείξεων. Ετσι και τη φοροδιαφυγή στις αγοραπωλησίες ακινήτων θα σταματήσει και τη φοροδιαφυγή των μαστόρων- στην περίπτωση των πραγματικών επισκευαστικών δανείων- θα πιάσει.
Τρίτο μέτρο είναι η επιβολή του φόρου του Νόμου 128 και στα ομολογιακά δάνεια των επιχειρήσεων. Ολα τα άλλα δάνεια βαρύνονται με αυτή την εισφορά που είναι 0,60% επί του δανείου. Οι μεγάλες επιχειρήσεις που δανείζονται με ομολογιακό δάνειο αποφεύγουν τον φόρο, δημιουργώντας μάλιστα και στρέβλωση στον ανταγωνισμό, αφού δανείζονται φθηνότερα από τις μικρότερες επιχειρήσεις.
Αυτά όσον αφορά τον τομέα των εσόδων. Το δράμα βέβαια βρίσκεται στον τομέα των δημοσίων δαπανών. Εκεί κρύβεται η διαφθορά, η ρεμούλα, οι μίζες. Ενώ για τα έσοδα υπάρχει το Τaxis, το Δημόσιο δεν διαθέτει σύστημα παρακολούθησης των δαπανών. Ουδείς γνωρίζει τι και για ποιον λόγο ξοδεύεται από τις δημόσιες υπηρεσίες. Χρειάζεται λοιπόν ένα σύστημα παρακολούθησης των δημοσίων δαπανών. Ταυτόχρονα πρέπει να επιβληθεί η υποχρέωση δημοσίευσης ισολογισμών σε όλους τους δημόσιους φορείς και στους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για να υπάρξει έλεγχος σε αυτό το όργιο της ρεμούλας. Ενας άλλος τομέας που απαιτεί άμεση εξυγίανση είναι τα νοσοκομεία. Δεν υπάρχει σύστημα παρακολούθησης των παραγγελιών και των αποθηκών των νοσοκομείων. Ετσι κάποιοι γιατροί σε συνεργασία με προμηθευτές αναλώσιμων των νοσοκομείων και με φαρμακοβιομηχάνους χρεώνουν τα ασφαλιστικά ταμεία με δισεκατομμύρια. Δισεκατομμύρια που ξοδεύονται για προϊόντα και φάρμακα που δεν χρειάζονται ή που δεν παραδίδονται καν.
Αυτά τα μέτρα είναι στοιχειώδη και έχουν διπλό αποτέλεσμα. Πρώτον, μειώνουν πραγματικά τα ελλείμματα και, δεύτερον, διασφαλίζουν ότι τα ελλείμματα δεν θα επανεμφανιστούν σε ένα ή δύο χρόνια, ώστε να μην πάνε χαμένες οι θυσίες των μισθωτών που την πληρώνουν σήμερα αδίκως.