Πριν από τη λήψη των εκτάκτων μέτρων η χώρα δεν είχε καμία τύχη. Οσοι παρακολουθούν από κοντά τις οικονομικές υποθέσεις της χώρας γνώριζαν ότι η ελληνική οικονομία μετρούσε μέρες. Αν συνέχιζε σε περιβάλλον αναστολής και αναμονής, οι αγορές όχι απλώς θα υπερτιμολογούσαν τον κίνδυνο των ελληνικών ομολόγων αλλά δεν θα προσέφεραν καν δανεισμό και επιπλέον θα υποβάθμιζαν περαιτέρω τις εγχώριες εμπορικές τράπεζες από τη διεθνή χρηματοδότηση. Τα μεγάλα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα είχαν αρχίσει να κόβουν τις γραμμές χρήματος προς τις ελληνικές τράπεζες και ενημέρωσαν αρμοδίως τις εγκατεστημένες στην Ελλάδα πολυεθνικές για τα περαιτέρω. Με πρώτο τον ΟΤΕ, που πλέον ελέγχεται από τη γερμανική Deutsche Τelekom. Η διοίκηση του άλλοτε κραταιού εθνικού οργανισμού έσπευσε δυστυχώς να μεταφέρει τις καταθέσεις από την Εθνική σε ξένη τράπεζα. Το αυτό έπραξαν προληπτικά όλες οι εγκατεστημένες στη χώρα πολυεθνικές εταιρείες δημιουργώντας ατμόσφαιρα κατάρρευσης στην εγχώρια αγορά.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες και υπό την απειλή ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα ήταν έτοιμο να τιναχθεί στον αέρα, ο Πρωθυπουργός πήρε τη μεγάλη απόφαση και κατέληξε στα επώδυνα μέτρα διάσωσης της ελληνικής οικονομίας, τα οποία σήμερα πολλοί οικτίρουν αγνοώντας ακριβώς αυτές τις τόσο προβληματικές συνθήκες. (Οσοι λοιπόν με ευκολία σήμερα επιτίθενται στα μέτρα, καλόν θα ήταν να διεκδικούσαν ενημέρωση για όσα αφανώς εξελίσσονταν σε βάρος της χώρας τις προηγούμενες ημέρες.)
Κάπως έτσι επιβλήθηκαν τα επώδυνα μέτρα της 3ης Μαρτίου. Με τη διαφορά ότι αυτά τα τόσο επαχθή μέτρα διαμόρφωσαν συνθήκες διάσωσης της ελληνικής οικονομίας.
Το πρώτο τέστ δανεισμού δικαίωσε την επιλογή τους. Η χώρα τώρα μπορεί να ελπίζει πραγματικά ότι θα ξεφύγει από τον κύκλο της ανασφάλειας και της απόλυτης καταστροφής. Υπάρχουν πλέον προϋποθέσεις να αντιμετωπισθεί το ελληνικό χρηματοδοτικό πρόβλημα, να υποχωρήσει το κόστος δανεισμού και μαζί να ξεπερασθεί το πρόβλημα ρευστότητας των τραπεζών και της οικονομίας.
Ισως μάλιστα να δούμε και την έκπληξη. Τα μέτρα που ελήφθησαν υπό καθεστώς έντονης πίεσης ενσωματώνουν πολύ μεγαλύτερη ισχύ από τη ζητούμενη από τις αγορές και τους εταίρους. Για μείωση ελλειμμάτων κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες ελήφθησαν μέτρα ικανά να μειώσουν το έλλειμμα κατά 6,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Αν εφαρμοσθούν συστηματικά και οργανωμένα, μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντικά μεγαλύτερη μείωση των ελλειμμάτων από την επιδιωκόμενη. Στην περίπτωση αυτή η κρίση όντως θα έχει μετασχηματισθεί σε ευκαιρία.
Αν ταυτόχρονα μάλιστα υιοθετηθούν διαρθρωτικά αναπτυξιακά μέτρα και ο ιδιωτικός τομέας οδηγηθεί εκ των συνθηκών σε διαδικασία εξυγίανσης και ανασυγκρότησης, τότε τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ακόμη πιο εντυπωσιακά.