Τη μεταλαμπάδευση του πνεύματος των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου και στον ιδιωτικό τομέα επιθυμούν πάρα πολλοί βιομήχανοι και γενικότερα επιχειρηματίες του ιδιωτικού τομέα, αλλά αυτό δεν είναι εύκολο λόγω των δεσμεύσεων που υπάρχουν στις συμβάσεις με τους εργαζομένους. Το γεγονός ότι με ειδική προσθήκη στο νομοσχέδιο για το δημοσιονομικό πακέτο επεκτείνεται η ισχύς των μέτρων και στις ΔΕΚΟ, όπου πλέον ο νόμος αυτός κατισχύει και των συλλογικών συμβάσεων στις Δημόσιες Κοινωφελείς Επιχειρήσεις και καταργεί αυτόματα συμφωνίες ετών, ανοίγει ακόμη περισσότερο την όρεξη των εργοδοτών για περικοπές μισθών, επιδομάτων και κεκτημένων που έχουν σφραγισθεί μέσω συλλογικών συμβάσεων.

Αλλωστε σχεδόν όλοι οι επιχειρηματίες με τους οποίους συνομίλησε «Το Βήμα» και επιθυμούν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους επειδή το θέμα καίει, γνωρίζουν πολύ καλά τη χαρακτηριστική φράση του επιτρόπου Ολι Ρεν προς τους υπουργούς-συνομιλητές του: «Ξεχάστε τις εθνικές συλλογικές συμβάσεις, πηγαίνετε κυρίως σε κλαδικές αλλά όταν υπάρχει ανάγκη νομοθετήστε απευθείας διαπραγμάτευση εργοδότη- εργαζομένου ανά επιχείρηση» . Ασχετα αν η κουβέντα αυτή δεν δημοσιοποιήθηκε αρκετά, έχει γίνει «σημαία» σε πολλούς εργοδότες- η αλήθεια είναι όχι σε όλους.

Πολλοί επιχειρηματίες, αν και υπέρμαχοι του ευρώ και της ΟΝΕ, θα επιθυμούσαν επίσης σφόδρα να γύριζαν, νοητά έστω και για ένα δευτερόλεπτο, στην εποχή της δραχμής, «όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να κάνει η κυβέρνηση μια γενναία υποτίμηση της τάξεως του 30%, να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας,να μπορέσουμε για ένα- δύο χρόνια να κάνουμε σημαντικές εξαγωγές και να δημιουργήσουμε συνθήκες σταθερότητας και ανάπτυξης». Αφού όμως η Ελλάδα βρίσκεται στη ζώνη του ευρώ, δεν υπάρχει περίπτωση άμεσης υποτίμησης, άρα η λύση βρίσκεται σε ένα είδος έμμεσης υποτίμησης με πραγματική μείωση του κόστους εργασίας αλλά και του συνολικού κόστους λειτουργίας μιας επιχείρησης. Οι εσωτερικές αναδιαρθρώσεις, η μείωση του ενεργειακού κόστους, η καθήλωση των μισθών αλλά και οι συζητήσεις για περικοπές γενικότερα είναι ο ένας πυλώνας στον οποίο στηρίζονται οι επιχειρηματίες για την άτυπη εσωτερική υποτίμηση.

Ο έτερος και όπως φαίνεται ο πιο σημαντικός είναι η μείωση του μη μισθολογικού κόστους: πέρα από το ότι οι εργοδότες πιστεύουν ακράδαντα ότι πληρώνουν υπερβολικά ποσά σε εργοδοτικές εισφορές, αλλά φυσικά με την κατάρρευση των ταμείων δεν είναι η ώρα να το πουν ή να ζητήσουν μείωση, είναι φανερό ότι έχουν στοχοποιήσει μερικές από τις πλέον δυσάρεστες εκφάνσεις της ελληνικής οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Η πολυνομία, η γραφειοκρατία, η επικάλυψη αρμοδιοτήτων, η διαφθορά και ο ευθύς χρηματισμός σε βαθμό ξεκάθαρου εκβιασμού κοστίζουν σε μια επιχείρηση ως και 25% του συνολικού επενδυτικού κονδυλίου που θα ξόδευαν για μια επένδυση, αλλά και για τη συντήρησή της. Αποτελεί την επιτομή του παραλογισμού της ελληνικής πραγματικότητας το παράδειγμα με το ειδικό χυτήριο μετάλλων της εταιρείας Αλουμύλ του κ. Γ. Μυλωνά. Επειδή η μονάδα είναι ειδικών προδιαγραφών, χρειάζεται να ελεγχθεί και να πιστοποιηθεί (ή εν τέλει και να απορριφθεί) από Επιτροπή του πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ που θα στελεχωθεί μεταξύ άλλων με δύο ειδικούς επιστήμονες. Η επένδυση έχει ολοκληρωθεί και ο επιχειρηματίας έχει ξοδέψει ένα σωρό χρήματα, αλλά η στελέχωση της Επιτροπής καρκινοβατεί από τις αρχές του 2008, επειδή το (τότε) ΥΠΕΧΩΔΕ δεν έβρισκε τους κατάλληλους ανθρώπους! Αποτέλεσμα, η Επιτροπή δεν έχει συγκροτηθεί ως σήμερα και ενάμιση χρόνο μετά η επένδυση είναι βαλτωμένη στα γρανάζια της γραφειοκρατίας.