Την ώρα που το φιλόδοξο σχέδιο για την αναμόρφωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης βρίσκεται καθ’ οδόν, παίρνουμε τον δρόμο για το ομώνυμο ορεινό χωριό της Κρήτης. Αυτόν με τις συνεχείς στροφές που θα έχετε δει και στην τηλεόραση. Καταλήγει σε έναν τόπο που σίγουρα δεν έχετε δει στην τηλεόραση.
Ο Κωστής κοιτάζει αγριεμένος τους ξένους. Κόβει βόλτες προσεκτικά γύρω τους, περιεργάζεται και κρατά απόσταση ασφαλείας. Μόνο όταν ο παπα-Νίκος δώσει εντολή αποτραβιέται και αφήνει τον κόσμο να περάσει. Είναι από τους λίγους κατοίκους του χωριού Καλλικράτης, αλλά ο καλύτερος φύλακας. Ημίαιμο κυνηγόσκυλο, βαφτίστηκε Κωστής από τον παπά και μόνο εκείνον υπακούει. Τον χειμώνα ακούει και τους άλλους γειτόνους του. Τον Μανώλη Μανουσέλη και τη φαμίλια του, τον Ευτύχη Μαρκουτσάκη και τον πατέρα του. Ο Καλλικράτης Χανίων μπήκε ξαφνικά στη δημοσιογραφική ζωή εδώ και τρεις εβδομάδες, από την ημέρα που ο υπουργός Εσωτερικών, Γιάννης Ραγκούσης, ανακοίνωσε το νέο σχέδιο για τις συνενώσεις των δήμων ανά την Ελλάδα, βαφτίζοντάς το με το όνομα του αρχιτέκτονα της Ακρόπολης – για άλλους, απλώς εργολάβο της. Επτακόσια μέτρα υψόμετρο, στις πλαγιές των Λευκών Ορέων, και ένας «φιδωτός» δρόμος οδηγεί στον Καλλικράτη από το Φραγκοκάστελο, στα νότια παράλια των Χανίων. Είναι μία από τις τρεις εισόδους των Σφακίων από την πλευρά του Ρεθύμνου, με διαδρομές που οδηγούν προς Χανιά, Ασή Γωνιά, Φραγκοκάστελο, αλλά και Χώρα Σφακίων. Με βροχερό καιρό και αρκετό κρύο, «πνίγεται» από ορμητικούς χειμάρρους που διακόπτουν την άσφαλτο, ενίοτε την παίρνουν και μαζί τους, καθιστώντας τη διαδρομή ένα κρητικό Camel Trophy της καθημερινότητας.
«Πενήντα ψυχές είχε το δημοτικό όταν πήγαινα εγώ, χώρια όσα παιδιά δεν πήγαιναν σχολειό» θυμάται ο Στελλής, καθισμένος στο καφενείο του Φραγκοκάστελου, όπου διαμένουν τον χειμώνα πολλοί από τους κατοίκους του Καλλικράτη. Με μαύρα ρούχα και στιβάνια, είναι ο γηραιότερος της συντροφιάς και συχνά ο Νίκος Μανουσέλης, που κρατάει τον τόνο της κουβέντας – πρόεδρο τον φωνάζει η παρέα –, ζητά τη γνώμη του για παλιές ιστορίες του χωριού. Το σχολείο μάλιστα ήταν το τελευταίο θερινό της Ελλάδας, με τα παιδιά να κάνουν μαθήματα από τον Απρίλιο ως τον Οκτώβριο. «Τον χειμώνα πιάνει χιόνι ενάμισι μέτρο, λόγω της θέσης του χωριού, και το κρύο είναι ανυπόφορο» λέει. Οι περισσότεροι της συντροφιάς, μεταξύ 50 και 70 ετών, θυμούνται ακόμη τον Καλλικράτη με περίπου 400 ψυχές, που μετά την Κατοχή και την πυρπόλησή του από τους Γερμανούς άρχισαν να κατεβαίνουν στα παράλια. Τη δεκαετία του 1980 άρχισε ξανά να ζει το χωριό – «Επιαναν τόπο τα λεφτά των επιδοτήσεων στους κτηνοτρόφους, τώρα δεν αξίζει πια να ασχολείσαι με ζώα» λέει ο Νίκος – και από το 1990 και μετά η τουριστική ανάπτυξη της Νότιας Κρήτης άφησε με ελάχιστους κατοίκους τον Καλλικράτη τον χειμώνα.
Οταν το φως στο καφενείο του Φραγκοκάστελου τρεμοπαίζει λόγω των συνεχών πτώσεων τάσης της ΔΕΗ – «Ξέρεις πόσα μηχανήματα και ψυγεία καίγονται; Ποιος θα μας αποζημιώσει;» λέει ο Μανώλης Μανουσέλης, ο ιδιοκτήτης του –, η κουβέντα πηγαίνει στα προβλήματα. «Ούτε δέκα χρόνια δεν έχει που έγινε ο δρόμος άσφαλτος. Το 1981 μπήκε το ρεύμα. Τώρα το μεγάλο πρόβλημα είναι το νερό. Τον χειμώνα τα βολεύουμε, το καλοκαίρι όμως που το χρειαζόμαστε μας λείπει» τονίζουν όλοι με μια φωνή. Το καλοκαίρι άλλωστε πολλοί επιστρέφουν στο χωριό. Το υψόμετρο φέρνει δροσιά και η δροσιά δικαιολογία για να γυρνούν στις ρίζες τους. Το νερό όμως στερεύει και κατά τους καλοκαιρινούς μήνες οι βρύσες στάζουν σταγόνες. «Η προηγούμενη κυβέρνηση μας υποσχέθηκε την κατασκευή μιας λιμνοδεξαμενής, να δούμε αν η καινούργια θα υλοποιήσει επιτέλους το όνειρο».
Το σχέδιο «Καλλικράτης» που προωθεί η κυβέρνηση για την αναμόρφωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα προβλέπει τον περιορισμό των σημερινών 1.034 δήμων σε 370, με διευρυμένες όμως αρμοδιότητες και πόρους. Στην Κρήτη ειδικότερα αναμένεται οι 70 δήμοι να γίνουν 22, ενώ στον Νομό Χανίων, όπου βρίσκεται και το χωριό Καλλικράτης, από τους 22 θα παραμείνουν έξι, συν την κοινότητα της Γαύδου. «Εύχομαι μόνο να μην κάνουν κάνα αστείο και μας ενώσουν με τον Δήμο Αρμένων» λέει κάποιος στο καφενείο του Καλλικράτη. «Εμείς ανήκουμε στον Δήμο Σφακίων και Σφακιανοί θα παραμείνουμε». Στο αρχικό σχέδιο πάντως προβλέπεται η συνένωση του Δήμου Σφακίων με την Κοινότητα της Ασής Γωνιάς, αν και στην τελευταία πολλοί διαφωνούν: «Εμείς ή θα μείνουμε κοινότητα ή θα πάμε στο Ρέθυμνο» λένε ορισμένοι κάτοικοί της, την ώρα που το… παρασκήνιο φουντώνει. «Οι τοπικοί βουλευτές των Χανίων διαφωνούν με την προοπτική αυτή, διότι θα χάσουν τις 700 ψήφους από την Ασή Γωνιά» λένε, ενώ και οι παλιές έριδες μεταξύ χωριών της Κρήτης αναβιώνουν πάντα σε κάθε διοικητική μεταρρύθμιση.
Στον Καλλικράτη Χανίων όμως δηλώνουν περήφανοι για την ονομασία του σχεδίου της διοικητικής μεταρρύθμισης και ας μην έχει καμία σχέση η προέλευση του ονόματος του χωριού με τον αρχιτέκτονα της Ακρόπολης. «Είναι μεγάλη τιμή για το χωριό μας» λέει ο Μανούσος Μανουσέλης στο καφενείο-εστιατόριο του χωριού. Ο γιος του Σήφης έχει γενέθλια και μαζί με συγγενείς, φίλους και τα παιδιά τους από κάθε γωνιά των Χανίων σβήνουν την τούρτα με τα επτά κεριά. Τα Σαββατοκύριακα δεν είναι λίγοι οι καταγόμενοι από τον Καλλικράτη που επιστρέφουν στο χωριό. Για περισσότερο διάστημα όμως μένουν μόνο το καλοκαίρι, διότι η ζωή είναι δύσκολη 50 χλμ. από τα Χανιά και άλλα τόσα από το Ρέθυμνο.
Η οικογένεια του Μανούσου είναι η μοναδική που διαμένει όλον τον χειμώνα στο χωριό, με κρύο και χιόνι, όπως αυτές τις ημέρες της κακοκαιρίας. Γνήσιο κρητικό νοικοκυριό, έχει την αυτάρκειά του. Ο Μανούσος φροντίζει τα πρόβατα, τον κήπο, το αμπέλι του, μα το καμάρι του είναι το μέλι που βγάζει από θυμάρι και με το οποίο τρατάρει κάθε καλεσμένο του. Η Αγγελική φροντίζει τον Σήφη και το σπιτικό, ενίοτε μαγειρεύει και για όσους κάνουν τον κόπο να ανέβουν στο χωριό για φαγητό ή μια ρακή. «Αλλο βέβαια ο Καλλικράτης της Ακρόπολης, άλλο ο δικός μας, ο Μανούσος» λέει ο συνονόματός του, καθισμένος στην κεφαλή του γεμάτου καλούδια τραπεζιού. Το χωριό πρέπει να πήρε το όνομά του από τον Μανούσο Καλλικράτη, οπλαρχηγό από τη Χώρα Σφακίων, ο οποίος, επικεφαλής μιας ομάδας 1.400 ανδρών, έλαβε μέρος στη μάχη της Αλωσης της Πόλης. «Εφυγε με τρία καράβια από τα Σφακιά, συν άλλα δύο από το Ρέθυμνο και την Κίσσαμο» διηγείται ο Νίκος Μανουσέλης. «Στα Δαρδανέλια συνάντησαν τα τουρκικά πλοία, κατάφεραν να καταλάβουν ένα από αυτά και το χρησιμοποίησαν σαν “Δούρειο Ιππο” για να περάσουν τον αποκλεισμό. Εδωσαν τη μάχη τους, έμειναν μόνο 70 άνδρες ζωντανοί από όλη τη δύναμη, αλλά, σύμφωνα με τον μύθο, οι Τούρκοι αναγνώρισαν την αντρειοσύνη τους και τους επέτρεψαν να γυρίσουν στην Κρήτη μετά την Αλωση, μαζί με τα άρματά τους».
Ο Μανούσος Καλλικράτης παραμένει βασικός πρωταγωνιστής στους μύθους για την ίδρυση του χωριού. Αρκετά χρόνια πριν από την Αλωση οι Ενετοί έχτιζαν το φρούριό τους την ημέρα, αλλά το βράδυ κάποιοι το γκρέμιζαν. Ηταν οι Πατσοί, έξι αδέλφια που το είχαν βάλει σκοπό να εμποδίσουν τον κατακτητή να χτίσει το οχυρό του. Κάποιος όμως από κοντινό χωριό τούς πρόδωσε και οι Ενετοί έχτισαν τον καθένα τους στους έξι πύργους του φρουρίου. Ογδόντα άνδρες από τα Σφακιά, υπό τον Μανούσο Καλλικράτη, αποφάσισαν να τιμωρήσουν τους προδότες, ενώ κάτοικοι του χωριού έφυγαν και άρχισαν να κατοικούν πρώτα το Πατσιανό και μετά τον Καλλικράτη, που ως τότε ήταν χώρος για τη βοσκή των κοπαδιών των διπλανών χωριών. «Σούλι, Μάνη και Σφακιά» λέει μονότονα ο Μανούσος Μανουσέλης, κάθε φορά που κερνάει «κούπα» το (δικό του) κρασί. «Δεν έμεινε κατακτητής σε αυτά τα τρία μέρη», συμπληρώνει, ακούγοντας τους μύθους για την ονομασία του χωριού, την ώρα που θυμάται τον Κώστα Μουντάκη, από τους πιο ξεχωριστούς λυράρηδες της Κρήτης, που έλκει την καταγωγή του από τον Καλλικράτη, αλλά και τον πρώτο του ξάδελφο, δημοσιογράφο και βοηθό προπονητή του Ολυμπιακού στο μπάσκετ, Μάνο Μανουσέλη.
Το γλέντι του προηγούμενου βραδιού σε φιλικό σπίτι του Ρεθύμνου έχει πληγώσει το στομάχι. Οι στροφές κάνουν χειρότερη την αίσθηση. Ζαλάδα, τρέμουλο, ναυτία, πυρετός. Ο αφελής επισκέπτης ρωτά: «Εχει Κέντρο Υγείας εδώ κοντά;». Αντί απάντησης έρχονται χαμόγελα και πρόθυμα γιατροσόφια από την παρέα. «Το Κέντρο Υγείας στα Σφακιά υπολειτουργεί, ακόμη και το καλοκαίρι με τόσο τουρισμό» σημειώνουν. «Καλά τότε, κάνα φαρμακείο;». «Βέβαια. Στο Ρέθυμνο ή στα Χανιά» απαντούν. Για τον επισκέπτη απίστευτο. Για τους ντόπιους καθημερινότητα.
Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 485, σελ. 30-35, 31/01/2010.