Στην ελληνική νομοθεσία έχουν καθιερωθεί οι έννοιες του «δώρου» του Πάσχα, των Χριστουγέννων και του επιδόματος αδείας.
Το Πάσχα δίνεται «δώρο» ίσο με μισό μισθό, τα Χριστούγεννα «δώρο» ενός μισθού και με την ετήσια άδεια επίδομα ίσο με μισό μισθό.
Ο μισθωτός των 1.000 ευρώ μηνιαίως λαμβάνει συνολικά 14.000 ευρώ ετησίως. Χίλια ευρώ μηνιαίως για εννέα μήνες, το Πάσχα 1.500, με την άδεια πάλι 1.500 και τα Χριστούγεννα 2.000 ευρώ.
Αν καταργούνταν οι ρυθμίσεις αυτές και ο μισθωτός ελάμβανε το ίδιο συνολικό ετήσιο ποσό των 14.000 ευρώ, αλλά κατανεμημένο σε 12 ίσες μηνιαίες πληρωμές των 1.167 ευρώ τι θα συνέβαινε;
Ο εργαζόμενος θα ελάμβανε τα σημερινά «δώρα» προκαταβολικά. Ως τον Μάρτιο θα έχει προεισπράξει το σημερινό «δώρο» Πάσχα. Θα κέρδιζε μεγαλύτερη οικονομική ευελιξία και ενδεχομένως μερικούς τόκους αν αποταμίευε τα 167 ευρώ που θα προεισπράττει κάθε μήνα. Οι υπερωρίες του θα υπολογίζονταν με βάση τα 1.167 ευρώ αντί των 1.000.
Η κατάργηση των «δώρων» και του επιδόματος αδείας, χωρίς να πειραχτούν τα ετήσια εισοδήματα, θα ήταν μια σημαντική μεταρρύθμιση από την οποία θα έβγαιναν όλοι κερδισμένοι. Δεν είναι περίεργο άλλωστε ότι σχεδόν πουθενά αλλού δεν υπάρχει ο θεσμός. Αφήστε που χωρίς 14ο μισθό δεν θα μπορούν πια να μας πρήζουν με την απαίτηση να τον καταργήσουμε.
Ο κ. Στ. Μάνος είναι πρώην υπουργός Οικονομίας.