Νέο γύρο αντιπαραθέσεων μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης προκαλούν ορισμένες διατάξεις του σχεδίου για την ανεξαρτητοποίηση της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (ΕΣΥΕ) στον βαθμό που η διοίκηση θα διορίζεται από τον υπουργό Οικονομικών. Σήμερα στο Εco/Fin αναμένεται να υιοθετηθούν συμπεράσματα με βάση την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 8ης Ιανουαρίου 2010 για τα δημοσιονομικά στατιστικά στοιχεία 2004-2008 που διαβίβαζε η Ελλάδα στις Βρυξέλλες. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συντάχθηκε κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου Εco/Fin της 10ης Νοεμβρίου 2009.

Τόσο το Εco/Fin και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η Εurostat έχουν εκφράσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την ικανοποίησή τους για την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην ανεξαρτητοποίηση της ΕΣΥΕ, αλλά παράλληλα εκπρόσωποι της κοινοτικής στατιστικής έχουν εκφράσει συγκεκριμένες επιφυλάξεις για το αρχικό σχέδιο περί σύστασης της Ελληνικής Ανεξάρτητης Αρχής που θα αντικαταστήσει την Εθνική Στατιστική.

Οι αιτιάσεις της Εurostat εστιάζονται κυρίως στο γεγονός ότι το σχετικό σχέδιο νόμου που αποβλέπει στην ανεξαρτητοποίηση της ΕΣΥΕ περιλαμβάνει άρθρο που προβλέπει ότι η ΕΣΤΑ θα εποπτεύεται από τον υπουργό Οικονομικών, ο οποίος και ορίζει το εννεαμελές ΔΣ. Εξάλλου στις Βρυξέλλες δεν μπορούν να αντιληφθούν γιατί η ΕΣΥΕ παραμένει ακέφαλη από τις αρχές Οκτωβρίου 2009 μετά την εκδίωξη του πρώην γραμματέα της κ. Εμμ. Κοντοπυράκη. Τώρα χρέη γενικού γραμματέα της ΕΣΥΕ ασκεί ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου , ο οποίος οχλείται από τη Στατιστική ακόμη και για τρέχοντα θέματα.

Σημειώνεται πάντως ότι η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της ΕΣΥΕ ή καλύτερα της ΕΣΤΑ δεν θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, δεδομένου ότι το σχέδιο νόμου προωθείται την ίδια ώρα που το Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιέζουν τα κράτη-μέλη για την άμεση εφαρμογή του κανονισμού 223/2009 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και την αξιοπιστία τους.

Με τον κανονισμό θεσπίζονται επτά βασικές αρχές (Κώδικας Ορθής Πρακτικής) οι οποίες αποβλέπουν στην καθιέρωση ομοιόμορφων προτύπων και εναρμονισμένων μεθόδων. Οι αρχές αυτές είναι η ακρίβεια, η καταλληλότητα, η έγκαιρη υποβολή, η εμπρόθεσμη υποβολή, η προσβασιμότητα, η συγκρισιμότητα και η συνοχή με την έννοια της «ικανότητας των στοιχείων να συνδυάζονται αξιόπιστα με διάφορους τρόπους και για διάφορες χρήσεις».