Ηταν οι ενεργειακές και οι τεχνολογικές μετοχές που «κιότεψαν» χθες και χάλασαν το όμορφο ξεκίνημα της νεοϋορκέζικης αγοράς κεφαλαίων. Η αντίδραση ήταν μάλλον υπερβολική για τρεις τουλάχιστον λόγους. Πρώτον, επειδή τα στοιχεία για την καταναλωτική εμπιστοσύνη έδειξαν ότι το ηθικό των Αμερικανών ανακάμπτει και ότι οι μνημειώδεις για τη βουλιμία τους καταναλωτές αναθαρρούν και ελπίζουν σε βελτίωση των οικονομικών τους. Δεύτερον, επειδή και τα στοιχεία για τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων ήταν ενθαρρυντικά, αφού έδειξαν ότι οι τιμές των οικιών αυξήθηκαν τον Οκτώβριο για πέμπτο συνεχόμενο μήνα. Τρίτον, επειδή πρόκειται για εορταστική περίοδο και συνήθως το κλίμα των ημερών δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους επενδυτές για αρνητικές σκέψεις και μεμψίμοιρες αποφάσεις.
Εν πάση περιπτώσει, η Chevron, η Schlumberger και 34 ακόμη από τις 39 συνολικά εταιρείες ενέργειας που μετέχουν στον δείκτη Standard & Ρoor΄s 500 έχαναν έπεφταν χθες περίπου ένα δίωρο πριν από το κλείσιμο της Wall Street. Συνολικά ο κλάδος έχανε 0,7%. Σε αρμονία ακολουθούσε και η αγορά πετρελαίου, αφού η τιμή του αργού υποχωρούσε- έστω και οριακά- έπειτα από πέντε συναπτές ανοδικές συνεδριάσεις που την είχαν ανεβάσει προς στιγμήν και στα 79 δολ. το βαρέλι. Σε αρμονία και η αγορά συναλλάγματος, όπου το δολάριο ανέκαμπτε καθώς λειτουργούσε ως εναλλακτική τοποθέτηση για τους επενδυτές.
«Η αγορά βρίσκεται πολύ κοντά στα υψηλότερα επίπεδα της χρονιάς που φεύγει. Δεν θα με εξέπληττε αν οι συνεδριάσεις που απομένουν ως την εκπνοή του 2009 παραμείνουν υποτονικές σε όγκο συναλλαγών και οριακές σε ό,τι αφορά τις μεταβολές των τιμών» δήλωσε στο Βloomberg ο Γουόλτερ Τοντ που διαχειρίζεται μετοχές αξίας 775 εκατ. δολαρίων για λογαριασμό της Greenwood Capital Αssociates στο Γκρίνγουντ της Νότιας Καρολίνας. Μία από τις αιτίες του χθεσινού «κρατήματος» της νεοϋορκέζικης αγοράς ήταν βεβαίως και η ανάγκη ρευστοποίησης μέρους των κερδών που είχαν πετύχει τις τελευταίες ημέρες όσοι πείσμονες δεν απομακρύνθηκαν από τη Μέκκα του χρήματος. Διότι προχθές ο S&Ρ 500 έκλεισε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2008. Και επιπλέον η κούρσα των τιμών των εμπορευμάτων είχε διαλύσει διάφορες «αντιεπενδυτικές» σκέψεις (σε ό,τι αφορά βεβαίως τις τοποθετήσεις σε μετοχές) περί επικείμενης αύξησης του κόστους δανεισμού των επιχειρήσεων. Τα στοιχεία πάντως δείχνουν έξοδο της αμερικανικής οικονομίας από την ύφεση, έστω και βραδεία, όπως προβλέπουν οι ειδικοί. Κάτι οι καλές λιανικές πωλήσεις τις ημέρες των Χριστουγέννων, κάτι η ανάκαμψη στις τιμές των ακινήτων, κάτι η ανάκαμψη του ηθικού των εν ευρεία εννοία οικονομικών παραγόντων (επιχειρηματιών, καταναλωτών και επενδυτών), κάτι οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας το τρίτο τρίμηνο του 2009, κάτι η ανάκαμψη του S&Ρ 500 σχεδόν κατά 50% από τα χαμηλότερα του έτους, στα οποία είχε πέσει τον περασμένο Μάρτιο, έχουν ωθήσει τους αναλυτές να θέσουν στη Wall Street υψηλότερους και πιο φιλόδοξους στόχους για τη νέα χρονιά.
«Οι προβλέψεις μας συνηγορούν υπέρ μιας ανοδικής χρονιάς στις ΗΠΑ, με ευνοούμενους τομείς εκείνους της υψηλής τεχνολογίας, της ενέργειας και των βασικών καταναλωτικών αγαθών» δήλωσε ο Τζέφρι Πάλμα της UΒS. Πέρα από τους αισιόδοξους υπάρχουν βεβαίως και οι Κασσάνδρες, όπως ο διευθύνων σύμβουλος του καναδικού Sprott Ηedge Fund Ερικ Σπροτ. «Βρισκόμαστε στο ένατο έτος μιας bear market που θα διαρκέσει τουλάχιστον 15-20 χρόνια… Οι επενδυτές έχουν παρεξηγήσει τα οικονομικά στοιχεία…Θυμίζω ότι παρά την άνοδο κατά 67% που σημείωσε από τα χαμηλότερα της 9ης Μαρτίου 2009 ο S&Ρ 500 βρίσκεται κατά 32% χαμηλότερα συγκριτικά με το επίπεδο όπου βρισκόταν το 2000… Θεωρώ ότι το 2010 ο δείκτης θα πέσει κάτω από τις 676,53 μονάδες που είχε κλείσει στις 9 του περασμένου Μαρτίου» δήλωσε ο καναδός διαχειριστής κεφαλαίων.