Αργά, μετά τα μεσάνυχτα της περασμένης Τετάρτης, το Κοινοβούλιο ψήφισε, εν μέσω αντεγκλήσεων, τον προϋπολογισμό του 2010 και άπαντες στη συνέχεια, κυβερνήτες και αντιπολιτευόμενοι, αναχώρησαν σχεδόν ευτυχείς προς άγνωστους προορισμούς για καλά Χριστούγεννα.

Είχε προηγηθεί η «βελούδινη» υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, ή καλύτερα το χριστουγεννιάτικο δώρο από τον αμερικανικό οίκο Μoody΄s, που έδιωξε προσωρινά τους φόβους μιας ενδεχόμενης ταχείας κατάρρευσης και έτσι οι περισσότεροι ένιωθαν ότι είχαν ένα ισχυρό λόγο να ξεπεράσουν, έστω προσωρινά, τις πολλές αγωνίες τους.

Ωστόσο το ελληνικό πρόβλημα παραμένει οξύ και θα επανέλθει με ένταση μετά την Πρωτοχρονιά, οπότε και θα εισέλθει στην τελική ευθεία η κατάρτιση του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο, σύμφωνα με τις διακηρύξεις, θα έλθει να μεταβάλει τον άρτι ψηφισθέντα προϋπολογισμό και θα αποτελέσει το νέο ορόσημο για τη χειμαζόμενη και πολλαπλώς επιτηρούμενη ελληνική οικονομία.

Οσοι παρακολουθούν από κοντά τις συζητήσεις που γίνονται στις Βρυξέλλες και στη Φραγκφούρτη για την ελληνική οικονομία γνωρίζουν ότι η Μoody΄s προσέφερε απλώς ανάσα χρόνου και τίποτε περισσότερο. Η κατάσταση παραμένει κρίσιμη, σύνθετη και απολύτως ασταθής, καθώς τίποτε για την ώρα δεν εγγυάται ταχεία έξοδο από την πολυσήμαντη δημοσιονομική και παραγωγική κρίση.

Κάτι που επίσης γνωρίζει καλά ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος τις προηγούμενες ημέρες προήδρευσε των εργασιών του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων ακριβώς για να δείξει πόσο κρίσιμες για το μέλλον της χώρας είναι οι πρόνοιες, τα μέτρα και οι ρυθμίσεις του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Ξέρει από πρώτο χέρι ότι οι Βρυξέλλες αναμένουν αγωνιωδώς τα μέτρα, ότι επιζητούν σταθερά έσοδα και βέβαιες περικοπές δαπανών, και κατανοεί ότι από την ένταση και τη σαφήνεια της νέας οικονομικής πολιτικής θα εξαρτηθεί τόσο η στάση τους όσο και τα μηνύματα που θα εκπέμψουν στους οίκους αξιολόγησης και μέσω αυτών στις αγορές.

Ουσιαστικά παίζει το παιχνίδι της ζωής του. Από την αξιοπιστία του σχεδίου που θα παρουσιάσει μετά τις 15 Ιανουαρίου θα εξαρτηθεί η τύχη της χώρας και βεβαίως η δική του. Αν αποτύχει θα χάσει τα αβγά και τα καλάθια, πιθανώς να είναι και το πρώτο ουσιαστικό θύμα της νέας κυβέρνησης Παπανδρέου. Αν όμως επιτύχει, αν καταφέρει και ταιριάξει τα αταίριαστα και εξασφαλίσει θετικές κρίσεις και ακόμη περισσότερο χρόνο για την πολύπαθη ελληνική οικονομία, τότε θα κερδίσει δόξα και μακροημέρευση. Oπως και να έχει στην παρούσα φάση ασκείται σε περιβάλλον εξαιρετικά δύσκολο. Αυτή τη στιγμή είναι ίσως το μόνο πρόσωπο στην επίσημη ελληνική πολιτική που κατέχει την απόλυτη αλήθεια και είναι αναγκασμένος να ισορροπεί μεταξύ της πίεσης των αριθμών, των αγορών, των εταίρων και των εσωτερικών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η άσκησή του θα αποδειχθεί αποτελεσματική και αποδοτική. Αν δηλαδή θα μπορέσει να βρει τη μέθοδο, τα μέτρα και τις πολιτικές, που θα δώσουν στους ξένους τα ζητούμενα στοιχεία δημοσιονομικής σταθερότητας, χωρίς να πλήξουν καίρια την οικονομική δραστηριότητα και χωρίς να ξεσηκώσουν τα πλήθη, που αν εγερθούν είναι ικανά να παραλύσουν στην κυριολεξία τη χώρα.

Οσοι είναι έξω από τον χορό λένε εύκολες κουβέντες ή παριστάνουν εκ του ασφαλούς τους γίγαντες. Δεν αντιλαμβάνονται ότι εκεί που έχουμε φθάσει δεν υπάρχει μέτρο απολύτως ασφαλές και απολύτως δίκαιο. Είναι τέτοια η αλληλεπίδραση που τα πάντα φαντάζουν υπονομευμένα.

Για παράδειγμα οι φόροι επί των ακινήτων, οι οποίοι θεωρούνται από πολλούς πανάκεια για το δημόσιο ταμείο, μηδενίζουν την οικοδομική δραστηριότητα, περιορίζουν τις ευκαιρίες ανάκαμψης και στο τέλος μπορεί να αφαιρούν έσοδα από το κράτος. Υπό αυτή την έννοια, η επιλογή των μέτρων και των πολιτικών ούτε αυτονόητη είναι ούτε απαραιτήτως αποτελεσματική. Η εποχή απαιτεί συνθέσεις και επιλογές διεισδυτικές, οι οποίες δεν μπορούν να είναι γενικές και δογματικές. Αυτές ούτε αποδίδουν ούτε γίνονται αποδεκτές στις μέρες μας.