ΟΙ ΠΡΥΤΑΝΙΚΕΣ αρχές έλαμψαν και πάλι διά των δηλώσεών τους κατά τα αποτρόπαια επεισόδια της επετείου του φόνου του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Εριξαν και πάλι το μπαλάκι στην Αστυνομία, γιατί δεν επενέβη στα πανεπιστήμια, παρ΄ ότι ετελούντο σε αυτά πράξεις για τις οποίες θα μπορούσε, σύμφωνα με τον νόμο για το πανεπιστημιακό άσυλο, να επέμβει αυτοκλήτως.

Οχι ότι η Αστυνομία δεν έχει ευθύνη όταν δεν επεμβαίνει ενώ έχει αυτό το δικαίωμα. Αλλά η ευθύνη της είναι πολύ μικρότερη από εκείνη του εκάστοτε αρμόδιου υπουργού και της κυβέρνησης που της δίνουν εντολές· και, φυσικά, πολύ μικρότερη από εκείνη των μελών του Πρυτανικού Συμβουλίου. Διότι και στην περίπτωση των εκτρόπων της περασμένης Κυριακής οι πρυτάνεις στις δηλώσεις τους στα ΜΜΕ παρέλειψαν να πουν ότι την κύρια ευθύνη για τη διατήρηση και αποκατάσταση της τάξης στα ΑΕΙ την έχουν αυτοί και ότι, όταν η Αστυνομία δεν επεμβαίνει ενώ έχει το δικαίωμα, το Πρυτανικό Συμβούλιο έχει την υποχρέωση να ζητήσει την επέμβασή της. Αλλωστε αυτοί που ξέρουν καλύτερα τι ακριβώς συμβαίνει μέσα στο πανεπιστήμιο είναι οι πανεπιστημιακοί και όχι η Αστυνομία.

Αλλά ας δούμε τι ακριβώς λέει ο νόμος για το πανεπιστημιακό άσυλο. Διαβάζουμε στο άρθρο 3 του νόμου 3549/07:

«Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των ΑΕΙ και των εργαζομένων σε αυτά έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει. Δεν επιτρέπεται η επέμβαση δημόσιας δύναμης στους χώρους των ΑΕΙ παρά μόνο κατόπιν πρόσκλησης ή άδειας του αρμοδίου οργάνου του ιδρύματος και με την παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής. Αρμόδιο όργανο για την πρόσκληση ή άδεια είναι το Πρυτανικό Συμβούλιο. Επέμβαση δημόσιας δύναμης χωρίς την άδεια του αρμοδίου οργάνου του ΑΕΙ επιτρέπεται μόνον εφόσον διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα ή αυτόφωρα εγκλήματα κατά της ζωής».

«Εναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει». Δεν νομίζω ότι περιγράφω κάτι άλλο από το αυτονόητο αν πω ότι η όλη κινητοποίηση εναντίον της επέμβασης της Αστυνομίας (όταν απαιτείται για να προστατευθεί το άσυλο) με το αιτιολογικό ότι καταλύεται με αυτή την επέμβαση το άσυλο δεν είναι στην πραγματικότητα παρά προάσπιση της κατάλυσής του, δηλαδή καθαρός παραλογισμός. Το ακαδημαϊκό άσυλο, όπως το ορίζει ο παραπάνω νόμος, δεν υπάρχει, ούτε υπήρξε εδώ και δεκαετίες, γιατί παραβιάζεται συνεχώς ατιμωρητί από τον κάθε βουλόμενο: από ένα πλήθος ανθρώπων τόσο σχετικών με το πανεπιστήμιο (φοιτητικές ομάδες) όσο και άσχετων με αυτό (αντιεξουσιαστές και- κουκουλοφόροι και μη- τραμπούκοι).

Τι κάνει απέναντι σε αυτά η πανεπιστημιακή κοινότητα; Τι κάνουν αυτοί που έχουν την κύρια ευθύνη, οι διδάσκοντες; Τίποτε άλλο από, ενίοτε, εκκλήσεις, πρυτάνεων κυρίως, προς την καλή θέληση των τραμπούκων. Είναι εκκωφαντική η ψοφοδεής σιωπή των καθηγητών. Την οποία οι αντιφονταμενταλιστές προοδευτικοί (η λέξη τόσο εντός όσο και εκτός εισαγωγικών) επικαλύπτουν με το πρόσχημα μιας καταφυγής στην (υποτιθέμενη) ιερότητα του ακαδημαϊκού ασύλου ως αδύτου πνευματικής ελευθερίας. Σε ορισμένους μάλιστα από αυτούς είναι τόσο μεταφυσικό το περί ασύλου πάθος ώστε να θεωρούν ότι «με την εφαρμογή του νόμου Γιαννάκου», δηλαδή του άρθρου του νόμου το οποίο παρέθεσα παραπάνω, «συρρικνώνεται μέχρι εξαφανίσεως το πανεπιστημιακό άσυλο» ( Η Αυγή, 8 Δεκεμβρίου 2009, σ. 1). Οι ίδιοι θεωρούν ακαδημαϊκό άδυτο ακόμη και το πεζοδρόμιο της οδού Πανεπιστημίου, το οποίο βρίσκεται μπροστά από τον αύλειο χώρο του Αθήνησι και από το οποίο περνούν καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι (ό.π., σ. 3).

Δεν ζούμε σε δικτατορικό καθεστώς ώστε να έχουμε ανάγκη ασύλων. Τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας δεν έχουν περισσότερα δικαιώματα στην κρατική προστασία απ΄ ό,τι οι άλλοι πολίτες ώστε να έχουν το προνόμιο ενός επιπλέον νόμου, την εφαρμογή του οποίου μάλιστα φαίνονται απρόθυμοι να επιβάλουν. Η κατάργηση του άρθρου του νόμου για το ακαδημαϊκό άσυλο, το οποίο είναι αποκλειστικά ελληνικό επινόημα παγκοσμίου πρωτοτυπίας, δεν πρόκειται να προκαλέσει ταραχές μεγαλύτερες από εκείνες που παράγει η ύπαρξη του εν λόγω άρθρου. Απεναντίας. Και επειδή το ελληνικό πανεπιστήμιο εξαιτίας του φαντασιακού ασύλου του είναι εν πολλοίς ο χώρος ο οποίος επιτρέπει την εκτροφή κουκουλοφόρων και της- πάσης φύσεως- τρομοκρατίας, η υπαγωγή της πανεπιστημιακής λειτουργίας στην κοινή νομοθεσία θα βοηθήσει και στην επούλωση αυτής της πληγής της δημοκρατίας μας.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας και πρόεδρος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.