Oταν ο καθηγητής Λόρεντς, διάσημος μαθηματικός και μετεωρολόγος, άρχισε να χρησιμοποιεί τον νέο υπολογιστή του, πειραματίστηκε εισάγοντας αριθμητικά δεδομένα για την πρόβλεψη του καιρού. Τον απασχολούσε το γεγονός ότι τα μαθηματικά μοντέλα που χρησιμοποιούσε δεν του έδιναν αξιόπιστες μεσοπρόθεσμες μετεωρολογικές προγνώσεις. Ετσι πειραματιζόταν με το νέο- τότεεργαλείο. Τροφοδότησε λοιπόν με αρχικές συνθήκες (θερμοκρασία, άνεμο, βαρομετρικό χαμηλό κτλ.) και έβγαλε κάποιο αποτέλεσμα. Το βράδυ επανατροφοδότησε το μηχάνημα με τα στοιχεία και το άφησε ήσυχο να τρέχει όλη νύχτα. Την άλλη μέρα κοίταξε τα αποτελέσματα και έκπληκτος διαπίστωσε ότι αυτά ήταν εντελώς διαφορετικά. Τότε παρατήρησε ότι τη δεύτερη φορά τα στοιχεία διέφεραν ελάχιστα από αυτά που είχε χρησιμοποιήσει στην προηγούμενη δοκιμή. Οι αλλαγές στην εισαγωγή στοιχείων ήταν ανεπαίσθητες. Μιλάμε για δεκαδικά. Αντί για 0,506127 είχε εισαγάγει 0,506. Τότε συνειδητοποίησε ότι μια ανεπαίσθητη μεταβολή των αρχικών συνθηκών επέφερε σημαντικότατη και απρόβλεπτη μεταβολή της τελικής κατάστασης. Τα δυναμικά συστήματα λοιπόν, δηλαδή η πραγματική φύση, συμπεριφέρεται απρόβλεπτα και όχι γραμμικά, όπως πίστευαν ως τότε. Μίλησε λοιπόν για το «φαινόμενο της πεταλούδας». Η ρητορική ερώτηση που έθετε στις διαλέξεις του ήταν η ακόλουθη: «Μπορεί τάχα το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στη Βραζιλία να προκαλέσει ανεμοστρόβιλο στο Τέξας;». Αυτά- και άλλα- ήταν οι απαρχές της θεωρίας του χάους. Τα αποτελέσματα στις μεταβολές των αρχικών συνθηκών δεν είναι προβλέψιμα με βάση την αιτιοκρατική αντίληψη της νευτώνειας φυσικής, αλλά δεν είναι και τυχαία. Περιορίζονται σε ένα πεδίο κλειστό. Το οποίο ονομάστηκε «παράξενος ελκυστής» (strange attractor).

Παρατηρώντας έκπληκτος την κατάρρευση της κυβέρνησης Καραμανλή, η οποία σε πολλούς παλαιότερους θυμίζει την κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου, αναρωτήθηκα αν το φαινόμενο της πεταλούδας δίνει κάποια εξήγηση στο φαινόμενο που συζητάμε. Δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να απαντήσω θετικά στο ερώτημά μου. Οι πράξεις και οι παραλείψεις του κ. Καραμανλή από την πρώτη ημέρα της νέας διακυβέρνησης είναι η αιτία του θλιβερού τέλους. Ποιες είναι λοιπόν οι πεταλούδες του; Με άλλα- λιγότερο ποιητικά- λόγια, ποια είναι τα στρατηγικά του λάθη που σωρευτικά οδήγησαν στο αναπόφευκτο τέλος; Οχι για τίποτε άλλο, αλλά για να τα μελετήσει η ανατέλλουσα κυβέρνηση, όποιο κόμμα και αν νικήσει, και να τα αποφύγει για το καλό της και κυρίως το δικό μας. Ας τα πάρουμε από την αρχή.

1. Η έλλειψη οργανωτικής φιλοσοφίας. Πολύ γρήγορα φάνηκε ότι η μόνη οργανωτική δομή που λειτουργούσε ήταν μια μικρή ομάδα υπουργών και φίλων-συμβούλων. Ούτε το Υπουργικό Συμβούλιο λειτούργησε, έτσι κι αλλιώς συνεδρίαζε κάθε εξάμηνο, ούτε κάποιο άλλο συλλογικό όργανο. Μια γραμματεία του Υπ. Συμβουλίου, π.χ., για να συντονίζει, να προγραμματίζει και να ελέγχει το έργο της κυβέρνησης. Φυσικό επακόλουθο, ο συνασπισμός φεουδαρχών έγινε πραγματικότητα. Κάθε υπουργός έκανε του κεφαλιού του.

2. Η αποδόμηση της εξωτερικής πολιτικής των Σημίτη- Παπανδρέου, με αιχμές τη στάση στο δημοψήφισμα Αναν και την απεμπόληση του Ελσίνκι.

3. Η απογραφή . Ηταν μια προσχηματική αποτύπωση της οικονομικής κατάστασης του κράτους, που θέλησε να εκθέσει την προηγούμενη διακυβέρνηση και τελικά έπεσε στον λάκκο της η ΝΔ. Επιπλέον άφησε άναυδη τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, εκθέτοντας χωρίς λόγο και τη Εurostat.

4. Η οικονομική πολιτική που νόμιζε η κυβέρνηση ότι ήταν εξυγιαντική, ενώ υπήρξε το ακριβώς αντίθετο. Η επέκταση της φοροδιαφυγής, η μη τήρηση του ορίου των ελλειμμάτων, η χειροτέρευση της ανταγωνιστικότητας, η κομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης, η πελατειακή διαχείριση των πραγμάτων του κράτους και η διαφθορά που πήρε ασύλληπτες διαστάσεις σε ολόκληρη την κυβερνητική πυραμίδα (Βατοπαίδι, δομημένα ομόλογα, κουκούλωμα ευθυνών πολιτικών στο σκάνδαλο Siemens με το κλείσιμο της Βουλής και τη φυγάδευση των υπευθύνων κτλ.). Ολα αυτά οδήγησαν στη δεύτερη επιτήρηση και σε ελλείμματα που ψιθυρίζεται ότι έφθασαν σε διψήφιο νούμερο και όχι στο 8% που παραδέχτηκε πρόσφατα ο κ. Παπαθανασίου.

5. Ο χειρισμός του ζητήματος του «βασικού μετόχου», που ακόμη και τώρα ο κ. Καραμανλής θεωρεί ότι ήταν λάθος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- δεν έχει καταλάβει τίποτε ο άνθρωπος-, ενώ ήταν μια παραβίαση του πυρήνα των ευρωπαϊκών πολιτικών, δηλαδή της ελευθερίας της επιχειρηματικότητας.

Ας μη συνεχίσω, έτσι κι αλλιώς ο κ. Πρωθυπουργός, από ό,τι καταλάβαμε από το ντιμπέιτ, δεν έχει κατανοήσει τίποτε από όλα αυτά. Κάποτε θα υπάρξουν διδακτορικά με θέμα αυτή την ασύλληπτης αφέλειας διακυβέρνηση.

Και τώρα που συγκλίνουν τα εφιαλτικά αποτελέσματα από το πέταγμα αυτών των πεταλούδων, το μόνο που εύχεται κανείς είναι να μην επαναληφθούν και να βρεθεί τρόπος αντιστροφής τους. Γιατί αλλιώς «… δέκα χρόνια δύσης εθνικής θα ζήσεις», που θα έλεγε και ο Σαββόπουλος. Τουλάχιστον.