ΠΑΡΙΣΙ

Μετά την πτώση της Καμπούλ, τον Νοέμβριο του 2001, όλος ο κόσμος πίστεψε ότι οι Ταλιμπάν είχαν τελειώσει. Να όμως που επιστρέφουν, όχι μόνο στο Αφγανιστάν αλλά και στο Πακιστάν, όπου απειλούν την κεντρική εξουσία. «Υπεύθυνοι για αυτό είναι πρώτα απ’ όλα οι Αμερικανοί» λέει στο γαλλικό περιοδικό «Nouvel Observateur» ο πακιστανός δημοσιογράφος Αχμέντ Ρασίντ, σύμβουλος της κυβέρνησης του Μπαράκ Ομπάμα για την περιοχή.

Η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους διέπραξε ιστορικά λάθη. Αντί να ενδιαφερθεί για το μέλλον του Αφγανιστάν μετά την πτώση των Ταλιμπάν, το εγκατέλειψε στην τύχη του και αφιερώθηκε στις προετοιμασίες για τον πόλεμο στο Ιράκ.

Ευθύνες φέρουν όμως και οι Πακιστανοί: ο πρώην πρόεδρος Περβέζ Μουσάραφ όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να πατάξει τους Ταλιμπάν, αλλά τους επέτρεψε να εγκατασταθούν στις μεθοριακές ζώνες και τους άφησε εκεί ανενόχλητους για χρόνια.

Γιατί το έκανε αυτό ο στρατηγός Μουσάραφ; «Οι στρατιωτικοί ηγέτες και οι αρχηγοί των πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών, που ουσιαστικά κυβερνούν τη χώρα, θεωρούν τους Ταλιμπάν μια πολύ χρήσιμη δύναμη για τα στρατηγικά τους σχέδια εναντίον της Ινδίας» λέει ο κ. Ρασίντ, συγγραφέας του βιβλίου «Ταλιμπάν: Μαχητικό Ισλάμ, πετρέλαιο και φονταμενταλισμός στην Κεντρική Ασία». «Ο πραγματικός τους εχθρός είναι η Ινδία και εναντίον αυτού του εχθρού στρέφουν τους Ταλιμπάν. Τη δεκαετία του ’90, μετά την αποχώρηση των Σοβιετικών, τους χρηματοδότησαν και τους εξόπλισαν για να εξασφαλίσουν ότι η χώρα δεν θα έπεφτε στα χέρια του Νέου Δελχί. Μία δεκαετία αργότερα, μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και την πτώση της Καμπούλ, τους εγκατέστησαν στις μεθοριακές ζώνες και τους άφησαν να αναπτυχθούν εκεί με την προοπτική να τους χρησιμοποιήσουν πάλι κάποια ημέρα».

Το 2002, όταν οι Αμερικανοί έχασαν ξαφνικά το ενδιαφέρον τους για το Αφγανιστάν, ο Περβέζ Μουσάραφ και οι άλλοι στρατηγοί ανησύχησαν και πάλι μήπως οι Ινδοί, με την υποστήριξη των Αμερικανών, επιδιώξουν την κατάληψη της χώρας τους.

Από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι περιβαλλόταν από πολεμάρχους που είχαν φιλικές σχέσεις με εχθρούς του Πακιστάν, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας. Επιπλέον το Νέο Δελχί, που είχε αποχωρήσει εντελώς από το Αφγανιστάν το 1979, μετά την είσοδο των Σοβιετικών, είχε αρχίσει και πάλι να ενδιαφέρεται για τη χώρα: οι Ινδοί άνοιξαν μια μεγάλη πρεσβεία και πολλά προξενεία και ενίσχυαν σημαντικά την κυβέρνηση Καρζάι.

Ετσι οι πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες βοήθησαν τους Ταλιμπάν να επιστρέψουν στο Αφγανιστάν και να πολεμήσουν τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ, που αντιμετωπίζονταν ως σύμμαχοι της Ινδίας.

Μόνο που την ίδια ώρα οι Ταλιμπάν αποφάσιζαν να επιδιώξουν την κατάληψη της εξουσίας όχι μόνο στο Αφγανιστάν, αλλά και στο Πακιστάν! Οι πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες έχασαν τον έλεγχο του δημιουργήματός τους. Και όταν αποφάσισαν, κάτω από την πίεση των Αμερικανών, να στραφούν εναντίον των Ταλιμπάν μέσα στο έδαφος του Πακιστάν, ήταν πολύ αργά. Ο στρατός προσπάθησε τότε να έλθει σε συμφωνία μαζί τους σε ορισμένες ζώνες, ελπίζοντας ότι δεν θα προωθούνταν άλλο.

Οι επιχειρήσεις στην κοιλάδα του Σουάτ και στο Νότιο Βαζιριστάν είναι η τελευταία, απεγνωσμένη προσπάθεια των Πακιστανών να «τελειώσουν με τους Ταλιμπάν».

Δεν θα είναι εύκολο. Οι Ταλιμπάν έχουν πολλές πηγές χρηματοδότησης: το εμπόριο οπίου και σμαραγδιών, που είναι άφθονα στην κοιλάδα, και τις απαγωγές. Ενισχύονται επίσης από πλούσιους κατοίκους των Εμιράτων.

Με τα χρήματα αυτά αγοράζουν όπλα, κυκλοφορούν με ολοκαίνουργια 4Χ4 και πληρώνουν τους άνδρες με εκατοντάδες δολάρια τον μήνα. «Βραχυπρόθεσμα βέβαια δεν μπορούν να καταλάβουν την κεντρική εξουσία. Μπορούν όμως να προκαλέσουν χάος και αποσταθεροποίηση σε ολόκληρη την περιοχή» λέει ο Αχμέντ Ρασίντ.