Από τον Γενάρη κυκλοφορεί στις εκδόσεις Ικαρος ένα «θηριώδες» έργο ασκητικής αυταπάρνησης, όπου φιλολογική επιμονή και υπομονή φτάνουν στο όριό τους. Ο λόγος για τη δίτομη (αριθμός σελίδων ψαχνού λόγου, αν μετρώ καλά: 903) Αλληλογραφία Γ. Κ. Κατσίμπαλη και Γιώργου Σεφέρη (χρονικό άνυσμα: 1924-1970), με τον ελαφρώς προκλητικό επίτιτλο «Αγαπητέ μου Γιώργο». Οπου η αμοιβαιότητα της προσφώνησης δένει δύο πρόσωπα σε ένα όνομα, προσχηματίζοντας τον τύπο μιας ένθερμης φιλίας, που κράτησε κάπου πενήντα χρόνια και αποτυπώθηκε σε 452 γράμματα, σήματα ομιλητικής γραφής. Με την ευκαιρία θυμίζω ότι το ρήμα μιλώ, σε όλες τις τροπές του, απαντά στην ποίηση του Σεφέρη πενήντα φορές· περισσότερες δηλαδή από οποιοδήποτε άλλο ομόλογο σήμα, δηλώνοντας την αδιαίρετη φύση της προφορικής και της γραμμένης έκφρασης.

Το προκείμενο πάντως πόνημα ( Επιμέλεια επιστολών-Σχόλια ) ανήκει στον Δημήτρη Δασκαλόπουλο, στον οποίο το πάθος της ποίησης και το πάθος της βιβλιογραφίας συγχρονίζονται και συντονίζονται. Στις, πολλές και πολύτιμες, προηγούμενες βιβλιογραφικές συνεισφορές του εξέχει σίγουρα η ογκώδης (1.269 σελίδες) Βιβλιογραφία Κ. Π. Καβάφη (1886-2000), σε έκδοση του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας (Θεσσαλονίκη 2003), αφιερωμένη στη μνήμη του Γ. Π. Σαββίδη . Σ΄ αυτόν εξάλλου ανήκει η «πατρότητα» και της προκείμενης Αλληλογραφίας , όπως προφαίνεται στην προμετωπίδα της (απόσπασμα από το Εφήμερο σπέρμα ), την οποία και αντιγράφω, γιατί, εκτός των άλλων, μαρτυρεί το κοινό ήθος όλων των συντελεστών:

Ωστόσο την τελευταία φορά που [ο Κατσίμπαλης] με δέχτηκε (κρεβατωμένος, Χριστούγεννα του 1977), με ξεμπρόστιασε φιλικά για την αργοπορία μου και πρόσθεσε, μισοαστεία, μισο-σοβαρά: «Θέλω να είμαι ζωντανός, όταν θα τα τυπώσεις, για να στα ψάλω κι εγώ όπως σου τά ΄ψαλαν για την αλληλογραφία Θεοτοκά- Σεφέρη. Γιατί βέβαια σου απαγορεύω να κόψεις το παραμικρό. Ούτε ο Σεφέρης ούτε εγώ έχουμε τίποτε να φοβηθούμε από την αλήθεια· την πάσα αλήθεια! Λάθη ασφαλώς εκάναμε στη ζωή μας·ατιμίες όμως όχι, ούτε μπαμπεσιές!».

Υποχρεωτικός οδηγός για τον αναγνώστη της συντελεσμένης τώρα Αλληλογραφίας , φτάνει να διαβαστεί με προσοχή και ενδιαφέρον, παραμερίζοντας την (αυθόρμητη ή εσκεμμένη) σκανδαλοθηρική περιέργεια. Για τις προφανείς και τις λανθάνουσες αρετές της αποκαλυπτικής πράγματι αυτής Αλληλογραφίας, θα μιλήσουμε την άλλη Κυριακή, υπογραμμίζοντας και την αξιοζήλευτη άρθρωσή της στους δύο συνεχόμενους τόμους. Σήμερα προτάσσεται μια (γενικού ενδιαφέροντος) αυτόματη ερώτηση, που τη δικαιούται, πιστεύω, κάθε προσεκτικός αναγνώστης. Εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο του ζεύγους «πολύ-λίγο», προκειμένου να αποφασιστεί, με δίκαιη νηφαλιότητα, αν οι δύο όροι λειτουργούν στην περίπτωση του Σεφέρη συμπληρωματικά ή αντιθετικά.

Πρώτα η ερώτηση: τελικώς ο Σεφέρης είναι, συνολικά, ολιγογράφος ή πολυγράφος; Προφανώς για τον ποιητή Σεφέρη ισχύει, συγκριτικά και απόλυτα, το πρώτο. Μόλις ωστόσο λογαριαστούν και τα συμφραστικά του έργα, η ολιγογραφία εξελίσσεται σε, απροσδόκητη μάλλον, πολυγραφία. Δεν είμαι βέβαιος αν στα συμφραστικά έργα ανήκουν και οι τρεις πολυσέλιδοι τόμοι των Δοκιμών. Σίγουρα όμως στην κατηγορία αυτή θα πρέπει να προσγραφούν: α) οι επτά Μέρες ( Α Δ Δ ) που εγκαινιάζονται το 1925 και εξελίσσονται αδιάκοπα έως το Δεκέμβριο του 1960 (υπολείπεται ένα ακόμη, το έσχατο, ομότιτλο τεύχος)· β) τα δύο Πολιτικά Ημερολόγια (υπολείπεται το τρίτο), που καλύπτουν το διάστημα από το 1935 έως το 1952· γ) οι αυτοτελείς δώδεκα Αλληλογραφίες (σε αλφαβητική σειρά: με τον Γιώργο Αποστολίδη, τον Νάνο Βαλαωρίτη, τον Αδαμάντιο Διαμαντή, τον Γιώργο Θεοτοκά, τον Αντρέα Καραντώνη, τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, τον Τίμο Μαλάνο, δύο τόμοι με τη Μαρώ Σεφέρη, τον Νάνη Παναγιωτόπουλο, τους Ρ. L. Fermor- J. Rayner και τον Εdmund Κeeley· μεσολαβούν οι Κυπριακές επιστολές, αλληλογραφία με τον Γ. Π. Σαββίδη).

Μήπως από την άποψη αυτή ο Σεφέρης μπορεί (ή πρέπει) να οριστεί ως ολιγογράφος-πολυγράφος; Τι σημαίνει επί της ουσίας ο οξύμωρος αυτός χαρακτηρισμός, είναι πιστεύω σοβαρό θέμα προς συζήτηση. Κυρίως όταν και όπου ο ολιγογράφος ποιητής Σεφέρης συγκρίνεται λόγου χάριν με τον σαφώς πολυγραφότατο Γιάννη Ρίτσο, στον οποίο θα επανέλθω την άλλη Κυριακή, προκειμένου να διατυπωθεί μια δεύτερη, συμπληρωματική, ερώτηση. Προς το παρόν πρέπει να πούμε ότι ούτε η ολιγογραφία είναι εξ ορισμού αρετή ούτε η πολυγραφία καλά και σώνει ελάττωμα. Παράδειγμα ο Αισχύλος, ο οποίος λέγεται ότι έγραψε γύρω στα 120 δράματα. Λογαριάστε: στίχους, σελίδες, τόμους· τουλάχιστον δεκαπέντε. Συμπέρασμα: υπάρχουν περιπτώσεις όπου το πολύ και το λίγο τα βρίσκουν μεταξύ τους.