Την τάση νοικοκυρέματος των τραπεζικών οφειλών που επιδεικνύει σημαντική μερίδα δανειοληπτών μετά το ξέσπασμα της πιστωτικής κρίσης θέλουν να εκμεταλλευθούν οι τράπεζες, με στόχο την ενίσχυση των πωλήσεών τους σε μια περίοδο που η ζήτηση για νέα δάνεια έχει υποχωρήσει στο ναδίρ. Για τον λόγο αυτόν, μετά και τη νέα μείωση του βασικού επιτοκίου του ευρώ, προχωρούν σε νέα αποκλιμάκωση των επιτοκίων στα προγράμματα μεταφοράς υπολοίπου κυρίως στην καταναλωτική πίστη. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι επιδιώκουν να μαζέψουν ό,τι «κινείται» στην αγορά. Αντίθετα, στόχος τους είναι να προχωρήσουν σε επιλεκτικές χορηγήσεις, αποσπώντας τους καλούς πελάτες από τον ανταγωνισμό. Με την έννοια «καλός» δεν νοείται μόνο ο δανειολήπτης με υψηλά εισοδήματα, αλλά κυρίως εκείνος που ανήκει στη μεσαία εισοδηματική τάξη και έχει επιδείξει στο παρελθόν σωστή πιστοληπτική συμπεριφορά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τον περασμένο Μάρτιο, για πρώτη φορά ύστερα από αρκετά χρόνια, οι οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες κατέγραψαν πτώση σε μηνιαία βάση. Αναλυτικότερα, ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης στην ελληνική οικονομία σημείωσε μείωση για δέκατο τρίτο συνεχή μήνα, υποχωρώντας στο 10,8% από 22,4% έναν χρόνο νωρίτερα. Η διαμόρφωση των χρεών των νοικοκυριών προς τις τράπεζες στο τέλος του α΄ τριμήνου σε έστω και οριακά χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα αποδίδεται από τους τραπεζίτες σε μεγάλο βαθμό στην ορθολογικότερη διαχείρισή τους. Οι δανειολήπτες προχωρούν στο κλείσιμο λογαριασμών τόσο από καταναλωτικά δάνεια όσο και από πιστωτικές κάρτες, είτε με την πλήρη εξόφλησή τους ή με τη μεταφορά των υπολοίπων τους σε ένα πρόγραμμα που τους εξασφαλίζει ευνοϊκότερους όρους αποπληρωμής.

Ιδιαίτερα δημοφιλή την τρέχουσα περίοδο είναι τα δάνεια για μεταφορά υπολοίπου από προϊόντα καταναλωτικής πίστης με σταθερή δόση για όλη τη διάρκεια εξόφλησης. Για τον λόγο αυτόν τα αρμόδια τμήματα των τραπεζών, με στόχο να δημιουργήσουν ένα αίσθημα ασφαλείας στα φοβισμένα λόγω της κρίσης νοικοκυριά, διαθέτουν στην αγορά δάνεια με σταθερά επιτόκια ως και τη λήξη τους, ανεξάρτητα από τις συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία. Εξάλλου, δεν αποκλείεται εν όψει του καλοκαιριού να κυκλοφορήσουν από μερικές τράπεζες και «διακοποδάνεια», τα οποία ενδεχομένως να δώσουν τη δυνατότητα σε ορισμένους δανειολήπτες να μεταφέρουν τις οφειλές τους σε κάποιο προϊόν που τους συμφέρει περισσότερο.

Η λογική των προϊόντων αυτών είναι απλή: κάποιος που εξοφλεί σήμερα ένα ή περισσότερα καταναλωτικά δάνεια ή πιστωτικές κάρτες μπορεί να μεταφέρει το συνολικό χρέος του σε έναν νέο δανειακό λογαριασμό, με μικρότερο επιτόκιο και μεγαλύτερη διάρκεια εξόφλησης. Το ύψος του νέου δανείου είναι δυνατόν να φθάσει σε υψηλά επίπεδα, εφόσον η πιστοληπτική ικανότητα του πελάτη το επιτρέπει, ενώ η διάρκειά του μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 10 έτη. Η μείωση της δόσης επιτυγχάνεται τόσο από τη μείωση του επιτοκίου όσο και από την επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής. Μείωση της δόσης στο μισό
Εστω ότι ένα νοικοκυριό έχει λάβει στο παρελθόν δάνεια συνολικού ύψους 25.000 ευρώ από τρεις διαφορετικές τράπεζες.

* Στην πρώτη τράπεζα πληρώνει μηνιαία δόση 99 ευρώ για προσωπικό δάνειο ύψους 3.000 ευρώ, συνολικής διάρκειας τριών ετών, το οποίο έλαβε πριν από έναν χρόνο με επιτόκιο 11,50%. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο μετά τον πρώτο χρόνο ανέρχεται σε 2.112 ευρώ.

* Στη δεύτερη τράπεζα πληρώνει μηνιαία δόση 430 ευρώ για καταναλωτικό δάνειο ύψους 20.000 ευρώ, συνολικής διάρκειας πέντε ετών, το οποίο έλαβε πριν από δύο χρόνια με επιτόκιο 10,50%. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο ύστερα από τα πρώτα δύο χρόνια ανέρχεται σε 13.226 ευρώ.

* Στην τρίτη τράπεζα πληρώνει ελάχιστη καταβολή 100 ευρώ για το υπόλοιπο της πιστωτικής κάρτας του, το οποίο ανέρχεται σε 2.000 ευρώ.

Συνολικά και στις τρεις τράπεζες πληρώνει μηνιαίως 630 ευρώ. Το νοικοκυριό αποφασίζει να «κλείσει» τους παραπάνω λογαριασμούς και να μεταφέρει τις οφειλές του, συνολικού ύψους 17.340 ευρώ, σε τοκοχρεολυτικό δάνειο με επιτόκιο 9% και εξόφληση σε έξι έτη. Σε αυτή την περίπτωση, η τράπεζα στην οποία θα γίνει η μεταφορά θα αναλάβει την εξόφληση όλων των προηγούμενων οφειλών. Το υπόλοιπο του νέου δανείου θα διαμορφωθεί σε 17.500 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής της τράπεζας (160 ευρώ) για την πραγματοποίηση της όλης διαδικασίας. Η μηνιαία δόση που καλείται να πληρώσει ο πελάτης θα ανέρχεται μηνιαίως στο ποσό των 315 ευρώ έναντι 630 ευρώ που πλήρωνε συνολικά προς τις τρεις τράπεζες.