ΚΑΝΝΕΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΗ Παλιός γνώριμος του Φεστιβάλ Καννών, με διακρίσεις για ταινίες που έχουν γράψει ιστορία την τελευταία 15ετία («Παράξενα παιχνίδια», «Η δασκάλα του πιάνου», «Κρυμμένος»), ο αυστριακός σκηνοθέτης Μίχαελ Χάνεκε επιστρέφει στην Κρουαζέτ με τη «Λευκή κορδέλα». Ενα τραχύ, αυστηρό, ασπρόμαυρο ψυχόδραμα που «ζητεί» την υπομονή του θεατή καθώς παρακολουθεί τη ζωή των κατοίκων σε κάποιο απομακρυσμένο χωριό της Βαυαρίας στα τέλη του 19ου αιώνα. Καθετί εδώ γίνεται υπό το βλέμμα των παιδιών: της γενιάς που όταν μεγαλώσει θα γίνει εκπρόσωπος της ναζιστικής Γερμανίας. Και πράγματι, τα εκφραστικά πρόσωπα των παιδιών (όλα παίζουν καταπληκτικά) είναι αυτά που συγκρατείς στη μνήμη, έχοντας δει αυτή την ασκητική μελέτη πάνω στην έννοια της εξουσίας που σκηνοθετήθηκε με συγκρότηση και από απόσταση. Ενας δάσκαλος που αδυνατεί να επιβληθεί, ο γαιοκτήμονας που εκμεταλλεύεται τους αγρότες, ο γιατρός που απεχθάνεται και προσβάλλει βίαια τη γυναίκα του, είναι ψηφίδες ενός υπόγειας βαρβαρότητας ψυχοδράματος, το ύφος του οποίου θυμίζει συχνά τον κινηματογράφο του Καρλ Ντράγερ. Και, όπως συμβαίνει με όλες τις ταινίες του Χάνεκε, ελάχιστα εξηγούνται στην ιστορία. «Ο,τι είναι να πω, βρίσκεται στην ταινία» δηλώνει λακωνικά ο ίδιος. «Δεν θέτω απαντήσεις παρά μόνο ερωτήσεις» συμπληρώνει.

«Στο ξεκίνημα» («Α lorigine») είναι ο τίτλος της γαλλικής ταινίας του Ζαβιέ Ζιανολί που επίσης προβλήθηκε χθες εντός διαγωνισμού. Ακούγεται παράξενο, όμως αυτή η διάρκειας δυόμισι ωρών ταινία «γεννήθηκε» από ένα μονόστηλο εφημερίδας. « Δεν με ενδιαφέρουν οι ταινίες κοινωνικού σχολιασμού αλλά οι ανθρώπινες διαστάσεις που μπορεί να έχει ένα θέμα » είπε χθες ο σκηνοθέτης, ο οποίος εδώ ακτινογραφεί την περίπτωση ενός άνεργου απατεωνίσκου ( Φρανσουά Κλουζέ) ο οποίος παριστάνοντας τον εργολάβο στους κατοίκους ενός χωριού καταφέρνει, χωρίς να το επιδιώξει, και κερδίζει μια θέση στην καρδιά τους. Ο Κλουζέ είναι ήδη ένα από τα φαβορί για το βραβείο ερμηνείας, ενώ έναν δεύτερο ρόλο κρατάει ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Επιστροφή στον τρόμο
Αφήνοντας για λίγο τον κόσμο της υπερπαραγωγής, ο αμερικανός σκηνοθέτης της τριλογίας του «Spider-Μan» Σαμ Ράιμι έκανε μια σύντομη επιστροφή στις ρίζες του. Με το «Drag me to hell», που προβλήθηκε χθες στο εκτός συναγωνισμού πρόγραμμα, ο Ράιμι επανέρχεται στον ωμό τρόμο των φαντασμάτων και των τεράτων χάρη στα οποία, εν έτει 1981, άρχισε να χτίζει το όνομά του με την cult ταινία «Τhe evil dead». « Νιώθω μεγάλη υποχρέωση και τεράστιο σεβασμό για τους ανθρώπους που στήριξαν το όραμά μου για τον “Spider-Μan”, δουλεύοντας όμως για λογαριασμό ενός μεγάλου στούντιο είναι σαν να παίζεις σε ορχήστρα την ώρα που σε κάτι πιο ανεξάρτητο, φθηνότερο, πιο οικογενειακό, όπως το “Drag me to hell”, είναι σαν να παίζεις σε κουαρτέτο της τζαζ ». Ορισμένες φορές το δεύτερο είναι σίγουρα προτιμότερο- αν και το «Drag me to hell», στο οποίο πρωταγωνιστεί η Αλισον Λόμαν, δεν ανήκει στις ταινίες του Ράιμι που θα θυμόμαστε στο μέλλον.

ΒΟΛΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΡΟΥΑΖΕΤ
? Με επιτυχία στέφθηκε η πριβέ προβολή του ντοκυμαντέρ «Great directors» που σκηνοθέτησε η ελληνικής καταγωγής Αντζελα Ισμαΐλου και την οποία διοργάνωσε η εταιρεία δημοσίων σχέσεων Davlas and partners. Το φιλμ, που δεν συμμετέχει σε κάποιο πρόγραμμα, άρεσε για την καθαρότητα στη ματιά του: μια απλή κουβέντα της Ισμαΐλου με μερικούς αγαπημένους σκηνοθέτες της προκειμένου να μοιραστεί μαζί τους (και με το κοινό) τις σκέψεις της. Ανάμεσά τους ο Κεν Λόουτς, ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, ο Στίβεν Φρίαρς, ο Ντέιβιντ Λιντς αλλά και η προκλητική Γαλλίδα Κατρίν Μπριγιά που, παρά το εγκεφαλικό που έχει υποστεί, παρευρέθη στην προβολή. Ακολούθησε κοκτέιλ πάρτι στο σκάφος «Βarracuda».

? Λιτό στα έξοδά του εφέτος το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Δύο-τρεις πιατέλες με καναπεδάκια και γλυκά, λίγο κρασί και αναψυκτικά ήταν το μενού στο μίνι μεσημεριανό πάρτι που έκανε την περασμένη Τρίτη. Και καλά έκανε. Εδώ δεν υπάρχει μισό ευρώ για ταινίες, σαμπάνιες στην Κρουαζέτ θα ανοίγουμε; Μπράβο στον Γιώργο Παπαλιό.