Βρίσκονταν μέσα σε φορτηγό που κατευθυνόταν από την Ελλάδα προς τη Γερμανία. Ευτυχώς όμως στο τελωνείο της Νυρεμβέργης εντοπίστηκαν από τις Αρχές. Γιατί το πολύτιμο φορτίο αποτελούνταν από 96 αρχαία χάλκινα και πήλινα αγγεία, όλα ταφικά κτερίσματα από κάποιο νεκροταφείο των υστεροκλασικών χρόνων, πιθανότατα της Θεσσαλίας. Ηταν Μάιος του 2007 όταν έγινε η κατάσχεση των αρχαίων. Από χθες βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο όπου και παρουσιάστηκαν από τον υπουργό Πολιτισμού κ. Αντ. Σαμαρά.
Μαζί τους, μερικές ακόμη ενότητες αρχαιοτήτων που επαναπατρίστηκαν από το Βέλγιο και τη Βρετανία. Οι δύο τελευταίες περιπτώσεις μάλιστα είναι οικειοθελείς επιστροφές, όπως επισήμανε στην ομιλία του ο υπουργός. «Σήμερα οι κοινωνίες συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο ότι τα πολιτιστικά αγαθά δεν αποτελούν απλώς έργα τέχνης και δημιουργήματα μιας δεδομένης ιστορικής στιγμής, αλλά απαρτίζουν πολύτιμους κρίκους της ιστορικής ταυτότητας και συνέχειας των λαών» τόνισε ο κ. Σαμαράς. Σύνολο επιστραφέντων, 215!
Ε κτεθειμένα σε τρεις βιτρίνες ήταν χθες τα αρχαία, με εντυπωσιακότερα τα χάλκινα αγγεία ή εξαρτήματά τους, όπως οι περίτεχνες λαβές, καθώς και μια αρύταινα (κουτάλα). Η χρονολόγησή τους τοποθετείται στον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ. και είναι εκείνα που είχαν εξαχθεί παρανόμως από τη χώρα. Ωστόσο απαιτήθηκαν περίπου δύο χρόνια ώσπου να επιστραφούν στην Ελλάδα κατόπιν αδείας από τις γερμανικές δικαστικές αρχές. «Βρισκόμαστε ήδη σε μια νέα εποχήη οποία σφραγίζεται από τη συστηματικότερη οργάνωση και μέριμνα της πολιτείας για την προάσπιση της πολιτιστικής κληρονομιάςκαθώς και από την πολύ πιο στενή διακρατική συνεργασία κατά της διεθνούς μάστιγας, που είναι η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών» ανέφερε σχετικά ο κ. Σαμαράς. Με πρωτοβουλία της Βελγικής Αρχαιολογικής Σχολής, εξάλλου, επιστράφηκαν 111 μολύβδινοι σύνδεσμοι και όστρακα τα οποία προέρχονται από τον αρχαιολογικό χώρο του Θορικού της Αττικής καθώς και επτά νομίσματα από την Αττική και τη Σαλαμίνα, όλα χρονολογούμενα από τον 5ο ως τον 2ο αιώνα π.Χ.
Ι διαίτερη είναι η ιστορία ενός μαρμάρινου θραύσματος, μνημείου της μεσοβυζαντινής εποχής, που επιστράφηκε από τη Βρετανία: το είχε αφαιρέσει στη δεκαετία του 1950 από περιοχή της Αθήνας Βρετανός ο οποίος ζούσε τότε στην Ελλάδα και εν συνεχεία το μετέφερε στο Λονδίνο. Από αυτόν, μετά τον θάνατό του, πέρασε στη γυναίκα του και εκείνη με τη σειρά της το έδωσε σε γνωστό της κεραμίστα, ο οποίος έτυχε να είναι υπέρμαχος της επιστροφής των ελληνικών αρχαιοτήτων στην Ελλάδα. Το θραύσμα έφθασε έτσι στην πρεσβεία μας, στα χέρια της μορφωτικής ακολούθου κυρίας Σολομωνίδου, η οποία και ρύθμισε τη διαδικασία επαναπατρισμού του.
Από επιστύλιο τέμπλου ή περιθυρώματος με ανάγλυφο φυτικό διάκοσμο (πλοχμό) χρονολογούμενο από τον 11ο- 12ο αιώνα έχει προέλθει αυτό το θραύσμα, το οποίο πιθανολογείται ότι προέκυψε από μνημείο της Αρχαίας Αγοράς ή της ευρύτερης περιοχής της Πλάκας, όπου υπήρχαν αρκετοί βυζαντινοί ναοί.
Παρουσιάζει μάλιστα σημαντικές στυλιστικές ομοιότητες με τμήμα θωρακίου μεσοβυζαντινού τέμπλου που φυλάσσεται στον αρχαιολογικό χώρο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού.