«Δώρον άδωρον» αποτελεί το «δεύτερο πακέτο ΤΕΜΠΜΕ» για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αφού πλέον με την κατάργηση της επιδότησης του επιτοκίου γίνεται δυσχερής η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων. Χθες το βράδυ, σε ανοικτή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), που έγινε παρουσία του υπουργού Ανάπτυξης κ. Κ. Χατζηδάκη , ο κ. Κ. Μίχαλος, πρόεδρος του Επιμελητηρίου τόνισε χαρακτηριστικά ότι « η μείωση της προμήθειας του ΤΕΜΠΜΕ, που θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό μέτρο, εξανεμίζεται καθώς διακόπτεται η επιδότηση του επιτοκίου, γεγονός που αυξάνει κατακόρυφα το κόστος του δανεισμού, που σήμερα είναι το μεγάλο ζητούμενο για τις επιχειρήσεις ».

Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μίχαλος « η επιχειρηματική κοινότητα, ιδιαίτερα σε αυτήν την περίοδο οικονομικής ύφεσης που βρίσκεται, περίμενε ότι θα βοηθηθεί σημαντικά από τα χρηματοδοτικά προγράμματα μέσω του ΤΕΜΠΜΕ », αλλά το αποτέλεσμα ήταν κατώτερο των προσδοκιών που καλλιεργήθηκαν, αφού « κατά την εφαρμογή τους παρατηρήθηκαν κάποια φαινόμενα δυσλειτουργίας ». Και οι παρατηρήσεις του ΕΒΕΑ έγιναν δεκτές «κατόπιν εορτής».

Ετσι λοιπόν με τη μείωση του ανώτατου ύψους των χορηγούμενων δανείων στις 125.000 ευρώ, δίνεται η δυνατότητα σε περισσότερες επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση, όπως και με την τροποποίηση των κριτηρίων για τις επιλέξιμες επιχειρήσεις (αλλαγή του όρου των τριών κερδοφόρων χρήσεων σε κερδοφόρο αποτέλεσμα συμψηφιστικά τα τρία τελευταία χρόνια) χωρίς ωστόσο να υπάρχει πλέον η επιδότηση του επιτοκίου που ήταν ένας σημαντικός παράγοντας για να ενισχυθούν οι μικρές επιχειρήσεις.

Βεβαίως, πριν ο κ. Μίχαλος αποδομήσει ουσιαστικά το πρόγραμμα του ΤΕΜΠΜΕ έσπευσε στο πλαίσιο της τυπικής «κομματικής νομιμότητας» να εξάρει τη συνεργασία του ΕΒΕΑ με τον υπουργό Ανάπτυξης, λέγοντας πως μαζί « είχαν μια από τις καλύτερες και εποικοδομητικές συνεργασίες ».

Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ επανέλαβε την πρόταση του Επιμελητηρίου για τη δημιουργία 13 δημοπρατηρίων αγροτικών προϊόντων ανά τη χώρα, ενώ για την ακρίβεια περιορίστηκε να πει ότι υπάρχει πρόβλημα σε πολλά βασικά καταναλωτικά είδη, όπως προϊόντα προσωπικής φροντίδας (π.χ. οδοντόκρεμα), αναψυκτικών, καθώς και σε συγκεκριμένα συσκευασμένα είδη διατροφής (π.χ. ρόφημα σοκολάτας).