ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΛΙΓΕΣ ημέρες επισκέφτηκα το Λύκειο Αξιού στη Θεσσαλονίκη συμμετέχοντας στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΕΚΕΒΙ «Συγγραφείς στα Σχολεία». Οταν τελείωσε η πολλαπλώς ενδιαφέρουσα συζήτηση για τη λογοτεχνία, την Παιδεία αλλά και την πολιτική, μια μαθήτρια της Β Δ τάξης με πλησίασε και μου είπε χωρίς περιστροφές: «Θέλω με όλη μου την καρδιά να σπουδάσω Φιλολογία,όμως πόσα χρόνια πιστεύετε πως θα χρειαστούν για να διοριστώ; Εχετε να μου προτείνετε κάτι άλλο;». Δεν είχα και φοβάμαι πως κανείς υπουργός Παιδείας ούτε και κάποιος σοφός σύμβουλός του έχει να προτείνει κάτι άλλο.

Η Εφη θα λάβει τη δέουσα απάντηση στα επόμενα χρόνια, είτε ακολουθήσει την καρδιά της είτε αναζητήσει να κάνει κάτι διαφορετικό. Η συμμαθήτριά της Χρύσα ασχολείται με τη μουσική, αλλά τα μαθήματά της δεν έχουν καμιά σχέση με τα δικά της ενδιαφέροντα. Πρέπει να δοκιμάσει να βρει μόνη τον δρόμο της, πράγμα πολύ δύσκολο, ή πρέπει να αφήσει αυτό που αγαπά και να ψάξει για «κάτι άλλο». Πάντα χωρίς βοήθεια. Ο Χρήστος γράφει στίχους και ζωγραφίζει (οι τοίχοι της σχολικής βιβλιοθήκης έχουν διακοσμηθεί από αυτόν), αλλά ούτε κι αυτός έχει κάποια βοήθεια. Βρίσκεται έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα.

Οι τρεις παραπάνω περιπτώσεις δεν είναι μοναδικές. Χιλιάδες δεκαεξάχρονα σε όλα τα λύκεια της χώρας, προικισμένα παιδιά και ταλαντούχα, «άγρια» αλλά ευγενικά, ώριμα μέσα στα άγουρα νειάτα τους, προσδοκούν να «περάσουν» σε κάποια σχολή πιστεύοντας πως έτσι θα πραγματοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Λίγα παιδιά θα καταφέρουν να ακολουθήσουν τον δρόμο της καρδιάς τους, ακόμη λιγότερα θα μπορέσουν να αναπτύξουν τις δεξιότητες και το ταλέντο τους. Η μοίρα τους είναι κοινή, όλα είναι εναντίον τους και είναι φυσικό να τους φταίνε όλα. Είναι επομένως λογικό να αντιδρούν και οι αντιδράσεις τους είναι κατανοητές ακόμη και στην ακρότητά τους. Ομως ποιος μπορεί να συγχωρέσει μια Πολιτεία που όχι μόνο δεν βοηθά τα παιδιά της, αλλά τουναντίον τα εμποδίζει μέσα στην εγγενή της στρεβλότητα και μιζέρια; Τριάντα τόσα χρόνια τώρα αυτή η Πολιτεία «επανιδρύει» τον εαυτό της και μαζί την Παιδεία, τον πολιτισμό, την οικονομία, το σύστημα υγείας κ.λπ. Γράφει, σβήνει, κενό. Αιωνίως tabula rasa.

Το όραμα του νέου υπουργού να αποδεσμεύσει το σχολείο από τις εξετάσεις είναι ένα παμπάλαιο αίτημα. Ευχόμαστε καλή επιτυχία αλλά φοβούμαστε πως (παρά τις καλές προθέσεις) άλλο ένα «όραμα» θα πάει χαμένο. Πρέπει, είπε ο υπουργός, να αναβαθμίσουμε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση κ.λπ. και «κυρίως» να αποσυνδέσουμε το σχολείο «από ένα εξεταστικό σύστημα το οποίο και άδικο είναι και παρέχει μόνο μία ευκαιρία στους υποψήφιους σπουδαστές και φοιτητές».

Ομως το πρόβλημά μας είναι το «άδικο εξεταστικό σύστημα» ή το παντελώς άδικο, ανορθολογικό και αντιπαραγωγικό εκπαιδευτικό μας σύστημα; Το ζήτημα είναι να δοθούν πολλές ευκαιρίες στους υποψηφίους ή να δοθεί η ευκαιρία και τα μέσα σε όλα τα παιδιά να σπουδάσουν ό,τι καθένα τους επιθυμεί, και κυριότατα να τους δοθεί η ευκαιρία να βρουν δουλειά, αφού τελειώσουν; Και τι στην ευχή σημαίνει αυτή η «αποσύνδεση» του σχολείου από τις εξετάσεις; Θα περιορισθεί λ.χ. αυτή η εκπαιδευτική μονοκαλλιέργεια (ας μου επιτραπεί) όπου όλοι πρέπει τα μάθουν όλα είτε το θέλουν είτε όχι; Θα εξακολουθήσουν τα αναλυτικά προγράμματα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση να θυμίζουν σταχανοβισμό, όπου καλός καθηγητής είναι εκείνος που καλύπτει ή ξεπερνά τη «νόρμα» αδιαφορώντας για την ποιότητα;

Ας παρακάμψει ο υπουργός τη γεμάτη φοβίες ΟΛΜΕ και ας επισκεφθεί έναν οποιονδήποτε σύλλογο καθηγητών της επικράτειας για να μάθει από πρώτο χέρι πως τα «πλάνα» και οι «νόρμες» της ύλης σκοτώνουν την εκπαίδευση. Η μάθηση δεν μπορεί να είναι ποσοτική, ή μόνο ποσοτική. Τη λογοτεχνία δεν τη διδασκόμαστε ποσοτικά, ούτε μαθαίνουμε τη γλώσσα με κουτάκια πολλαπλών ερωτήσεων. Η εκπαίδευση δεν αρχίζει, ούτε τελειώνει με τις εξετάσεις. Ολες οι βαθμίδες, όλα τα προγράμματα πρέπει να έχουν συνοχή. Εχουν τα σημερινά; Τέλος, αυτή η όποια και όποτε έρθει «αποσύνδεση» των δαιμονικών εξετάσεων από το αγαθό σχολείο θα γίνει τζάμπα; Με τις αρχές της γνωστής μας «δωρεάν Παιδείας»;

Ο νέος υπουργός Παιδείας ευαγγελίζεται έναν «ανοιχτό διάλογο» για την Παιδεία από «μηδενική βάση», tabula rasa, όπως είπε. Ομως αυτός ο «αποξεσμένος πίνακας, η άγραφη πλάκα», σύμφωνα με το λεξικό Μπαμπινιώτη, δεν σημαίνει «μηδενική βάση»! Δηλώνει «νου θεωρούμενο άγραφο, κενό», χωρίς εντυπώσεις και εμπειρίες. Το παλίμψηστο της Παιδείας μας γράφεται και ξαναγράφεται επί δεκαετίες, αλλά (ιδού το θαύμα) παραμένει κενό, άδειο από νόημα και σκέψη. Ο,τι α-νόητο γράφεται σήμερα, σβήνεται αύριο και ξαναγράφεται με άλλα λόγια. Αδειος νους. Τabula rasa! Στο μεταξύ η Εφη, η Χρύσα και ο Χρήστος παραμένουν στο κενό.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.