Ενώ ο Τζορτζ Μπους διάγει τον τελευταίο μήνα της προεδρικής του θητείας αρχίζουμε να εξοικειωνόμαστε με την ιδέα του οίκτου προς το πρόσωπό του. Αναμφίβολα η δημοτικότητά του βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα στις ΗΠΑ, για να μην αναφερθούμε στον υπόλοιπο κόσμο. Τα ποσοστά αυτά αποτελούν πιθανότατα «ιστορικό χαμηλό» για πρόεδρο των ΗΠΑ από τότε που ξεκίνησαν να πραγματοποιούνται μετρήσεις της κοινής γνώμης. Ακόμη και ο Χέρμπερτ Χούβερ που προήδρευε, αν μπορούμε ισχυριστούμε κάτι τέτοιο, κατά την περίοδο της Μεγάλης Κρίσης το 1929 δεν είχε βρεθεί αντιμέτωπος με μια τόσο μεγάλη απόρριψη. Τον περασμένο Απρίλιο μια δημοσκόπηση- η οποία δεν διεκδικεί δάφνες επιστημονικής αξιοπιστίας- η οποία διενεργήθηκε στις ΗΠΑ από τον ιστοτόπο Ηistory Νews Νetwork (www.hnn.us) έδειξε ότι το 60% των αμερικανών ιστορικών που ερωτήθηκαν αποτιμούν τις δύο θητείες του κ. Μπους ως «τις χειρότερες στην Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών».

Μακρός είναι ο κατάλογος των επαίσχυντων λόγων και έργων της προεδρίας Μπους. Μεταξύ αυτών το Γκουαντάναμο, το Αμπου Γκράιμπ, δηλώσεις του όπως αυτές που έκανε τον Μάιο του 2003 σχετικά με το Ιράκ ότι «ο πόλεμος τελείωσε» ή ότι «μπορούμε πλέον να ξεχάσουμε τον Οσάμα» λίγο μετά την εισβολή στο Αφγανιστάν, ακόμη τα ψεύδη του σχετικά με τα όπλα μαζικής καταστροφής, η άνοδος του αντιαμερικανισμού παγκοσμίως, ο Ράμσφελντ, ο Τσένι και τόσα άλλα. «Ενας πρόεδρος τόσο καταστροφικός όσο ο Ρίτσαρντ Νίξον, του οποίου τα λάθη και οι ολέθριες επιλογές θα χρειαστούν δεκαετίες για να διορθωθούν» γράφει η αμερικανική εφημερίδα «Νational Journal».

Μια πολεμική επέλαση που φαντάζει ακραία ακόμη και για την αμερικανική εφημερίδα «Washington Ρost»- η οποία ασφαλώς δεν συντάσσεται με το δόγμα των νεοσυντηρητικών. Ο κ. Μπους αντέστρεψε τους όρους του παιχνιδιού, γράφει η εφημερίδα, και «η Ιστορία ίσως τον μεταχειριστεί με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που θα περίμεναν ορισμένοι κριτικοί». Στη μνήμη εκείνων οι οποίοι ασχολούνται με την αμερικανική πολιτική επανέρχεται το παράδειγμα ενός άλλου προέδρου, ο οποίος μπορεί να μην αγαπήθηκε ιδιαίτερα όσο ζούσε αλλά δικαιώθηκε μετά θάνατον από την Ιστορία. Πρόκειται για τον Χάρι Τρούμαν . Διαδεχόμενος τον Φραγκλίνο Ντελάνο Ρούζβελτ, τον πρόεδρο που σφράγισε το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τρούμαν υπήρξε εξαιρετικά αντιδημοφιλής στην εποχή του, όμως σήμερα θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους αμερικανούς προέδρους καθώς επέδειξε αποφασιστικότητα απέναντι στην τότε Σοβιετική Ενωση, αποφεύγοντας παράλληλα να εμπλέξει τη Δύση σε μια νέα ανοικτή σύρραξη.

Οι υποστηρικτές του Τζορτζ Μπους του νεότερου- κι όμως υπάρχουν- πιστεύουν ότι οι επόμενες γενιές θα προσμετρήσουν στα θετικά του το γεγονός ότι ξεκίνησε, παρ΄ ότι δεν κέρδισε, τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Δεν είναι βέβαια απαραίτητο να προσχωρήσουμε σε απόψεις υπέρ της «σταυροφορίας» για να μοιραστούμε τα αισθήματα οίκτου για τον πρόεδρο Μπους. Ο Τζορτζ Μπους υπήρξε τελικά ένας συνομιλητής, αν όχι αντίπαλος, «βολικός» για τους περισσότερους Ευρωπαίους. Διευκόλυνε το έργο εκείνων οι οποίοι έχουν αναγάγει τον αντιαμερικανισμό σε επάγγελμα. Διαίρεσε μεν τη Γηραιά Ηπειρο σε «παλαιά» και «νέα» Ευρώπη, ταυτόχρονα όμως συνέβαλε στην προσέγγιση μεταξύ χωρών που είχαν παραδοσιακά διαφορετική προσέγγιση προς την αμερικανική πολιτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η κοινή στάση που κράτησαν Γαλλία και Γερμανία απέναντι στον πόλεμο του Ιράκ. Ο Μπους υπήρξε ένας αμερικανός πρόεδρος στον οποίο ήταν εύκολο να λες όχι. Σε αντιδιαστολή, η Ευρώπη εμφανίστηκε η κατ΄ εξοχήν «ήπια δύναμη» και παράγοντας του πολυπολικού κόσμου.

Στο εξής θα είναι πιο δύσκολο να αντιταχθεί κάποιος στον διάδοχό του. Ο Μπαράκ Ομπάμα έφθασε στον Λευκό Οίκο όχι μόνο με το «φωτοστέφανο» της σχεδόν ομόθυμης υποστήριξης από τους Ευρωπαίους, αλλά επιπλέον πιστωμένος με τη διάθεση για διάλογο και συνεννόηση στην οποία δύσκολα θα μπορεί κανείς να αντισταθεί, ακόμη και όταν οι απαιτήσεις της νέας διακυβέρνησης θα μοιάζουν υπερβολικές.

Ενας από τους «φύλακες της ιρανικής επανάστασης», ερωτώμενος από την «Washington Ρost» αποκήρυξε τη δεδηλωμένη επιθυμία του νεοεκλεγέντος προέδρου να ανοίξει διάλογο «χωρίς προαπαιτούμενα» με την Τεχεράνη ως δόλια κίνηση του ιμπεριαλισμού. Αυτή λοιπόν είναι η παγίδα στην οποία κινδυνεύουν να πέσουν οι συνομιλητές του Μπαράκ Ομπάμα σε αντίθεση με τον Τζορτζ Μπους, ο οποίος μέσω της ακραίας στάσης του ευνοούσε τη μετωπική αντιπαράθεση εναντίον του.