«Να σκέφτεσαι μόνο και μόνο για τη χαρά της σκέψης,σαν τη μουσική». Εχοντας αρχή του την παραπάνω δήλωση, ο Αλβέρτος Αϊνστάιν, από τη γέννηση του οποίου συμπληρώνονται 130 χρόνια τον Μάρτιο του 2009, προκάλεσε επανάσταση στη σύγχρονη επιστήμη.
Γεννημένος στο Ουλμ της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στις 14 Μαρτίου 1879, ο Αλβέρτος Αϊνστάιν υπήρξε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ένα ελεύθερο και ανεξάρτητο πνεύμα που απεχθανόταν την αυστηρότητα των κοινωνικών ηθών και τη συμβατικότητα των κοινωνικών σχέσεων της εποχής του. Εδειξε τις τάσεις του αυτές από νεαρή ήδη ηλικία: μέτριος μαθητής στο καταπιεστικό γυμνάσιο του Μονάχου όπου φοιτούσε, διέπρεψε στο φιλελεύθερο λύκειο του Ααραου στη Ζυρίχη, όπου ολοκλήρωσε τη γενική του παιδεία. Σπουδάζοντας φυσική στην Ομοσπονδιακή Πολυτεχνική Σχολή της Ζυρίχης γνώρισε τη σερβικής καταγωγής συμφοιτήτριά του Μιλέβα Μάριτς, την οποία επρόκειτο να νυμφευθεί παρά τις αντιρρήσεις της οικογένειάς του το 1903.
Προετοιμάζοντας τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης αναζήτησε μάταια μια πανεπιστημιακή θέση, για να συμβιβαστεί το 1902 με εκείνη του τριτοβάθμιου τεχνικού εμπειρογνώμονα της Ελβετικής Υπηρεσίας Ευρεσιτεχνιών στη Βέρνη. Η απόκτηση του διδακτορικού του διπλώματος, το 1905, ήρθε σε μια χρονική στιγμή που ο νέος επιστήμονας ετοιμαζόταν να κλο νίσει πεποιθήσεις και βεβαιότητες αιώνων αναφορικά με την τάξη του κόσμου. Ανατρέποντας τον Νεύτωνα
Η διατύπωση της θεωρίας της σχετικότητας υπήρξε μια επανάσταση στον τρόπο πρόσληψης του Σύμπαντος από τον άνθρωπο. Η διανοητική απόσταση που χρειάστηκε να διανύσει ο Αϊνστάιν από τις κοινά παραδεκτές αρχές της επιστήμης της εποχής του ήταν τέτοια ώστε πολλές δεκαετίες αργότερα ο σύγχρονος μεγάλος φυσικός Ρίτσαρντ Φέινμαν συνήθιζε να σχολιάζει: «ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω πώς το σκέφτηκε». Ωστόσο είναι γεγονός ότι το 1905, το επονομαζόμενο σήμερα annus mirabilis της φυσικής, τα επαναστατικά άρθρα του Αϊνστάιν για την ηλεκτροδυναμική των κινούμενων σωμάτων και την ισοδυναμία μεταξύ μάζας και ενέργειας διαβάστηκαν από λίγους, έγιναν αντιληπτά από ακόμη λιγότερους και σχολιάστηκαν από ελάχιστους- αρνητικά σε αρκετές περιπτώσεις. Ακόμη και μετά τη διατύπωση της γενικής θεωρίας της σχετικότητας, το 1915, η πειραματική απόδειξη της υπέρβασης της νευτώνειας φυσικής παρέμενε το ζητούμενο. Χρειάστηκε η καταγραφή της διάθλασης του φωτός λόγω της βαρύτητας στη διάρκεια μιας έκλειψης, που παρατήρησε ο κορυφαίος βρετανός αστρονόμος Αρθουρ Εντινγκτον τον Μάιο του 1919, για να βαδίσει η σχετικότητα την οδό της επιστημονικής ορθοδοξίας- και η εξίσωση Ε = mc 2. Στις 7 Νοεμβρίου 1919, οι «Τimes» του Λονδίνου κυκλοφόρησαν με υπέρτιτλο «Επανάσταση στην επιστήμη- Νέα Θεωρία για το ΣύμπανΑνατρέπονται οι ιδέες του Νεύτωνα».
Ο κατά το περιοδικό «Τime»«άνθρωπος του [20ού] αιώνα» πάντως πολύ απείχε από το να είναι αλάθητος τόσο στην προσωπική του ζωή όσο και στην επιστημονική του παραγωγή. Η πρώτη του σύζυγος, Μιλέβα, γνώρισε πέρα από τη μεγαλοφυΐα και τον άστατο χαρακτήρα μιας προσωπικότητας που ταλαντευόταν μεταξύ συντροφικότητας και απόστασης, θερμής αγάπης και ψυχρότητας, ιδανικού συζύγου και ακόλαστου εραστή. Η δεύτερη σύζυγος (και πρώτη του εξαδέλφη) Ελσα Λέβενταλ όφειλε να υπομένει το πλήθος των απιστιών του τη δεκαετία του ΄20, ενώ κάποια στιγμή είχε συναινέσει στην αποδοχή της τότε ερωμένης του, της Μπέτι Νόιμαν, με αντάλλαγμα την υπόσχεση ότι δεν θα στρεφόταν σε περισσότερες. Οσο για το επαγγελματικό του έργο, ο Χανς Οχάνιαν στο πρόσφατο βιβλίο του Εinstein΄s Μistakes κάνει λόγο για τα σοβαρά λάθη που ο κορυφαίος φυσικός Μαξ Πλανκ, συντάκτης της επιστημονικής επιθεώρησης στην οποία ο Αϊνστάιν είχε στείλει προς δημοσίευση το άρθρο του για την ειδική θεωρία της σχετικότητας το 1905, διαπίστωσε στο κείμενο εκείνο. Τύψεις για τη θεωρία του
Η λαμπρή πορεία της μετέπειτα ακαδημαϊκής καριέρας του Αϊνστάιν από τη Βέρνη στη Ζυρίχη, στην Πράγα και από το 1914 ως το 1933 στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου, όπως και η βράβευσή του με το Νομπέλ Φυσικής το 1921, αποτέλεσαν την έμπρακτη αναγνώριση της καταλυτικής συμβολής του. Η γνώριμη ωστόσο σ΄ εμάς εικόνα ενός «κοσμικού αγίου», όπως τον χαρακτηρίζει ο βιογράφος του, Ντένις Οβερμπαϊ, στο βιβλίο Ερωτευμένος Αϊνστάιν, δεν είναι παρά μια μεταθανάτια εκδοχή της προσωπικότητάς του. Το γεγονός ότι δεν δίσταζε να εκφράζει δημοσίως και σθεναρά τις πολιτικές και ηθικές του απόψεις τον έθεσε συχνά στο στόχαστρο στη διάρκεια της ζωής του. Η εβραϊκή του καταγωγή τον κατέστησε ανεπιθύμητο στη ναζιστική Γερμανία, από την οποία διέφυγε το 1933 για τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ινστιτούτο Ανωτέρων Σπουδών του Πρίνστον. Η διασημότητά του δεν εγγυάτο ωστόσο πάντοτε τη δημοφιλία του ούτε στην πρότυπη «ανοικτή κοινωνία». Στη συγκυρία του Ψυχρού Πολέμου, ο Αϊνστάιν υπήρξε τόσο πολέμιος των πυρηνικών όπλων («δεν γνωρίζω με ποια όπλα θα διεξαχθεί ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος» έγραφε, «μπορώ όμως να σας διαβεβαιώσω ότι ο Τέταρτος θα γίνει με πέτρες») όσο και επικριτής της καπιταλιστικής κοινωνίας («μιας αρπακτικής φάσης της ανθρώπινης εξέλιξης»). Το αποτέλεσμα ήταν ο φάκελός του στο FΒΙ να ξεπεράσει τις 1.427 σελίδες και το περιοδικό «Life» να συμπεριλάβει το όνομά του σε μια λίστα με τους «50 εξεχόντες αχυρανθρώπους και συνοδοιπόρους του κομμουνισμού» στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο ίδιος έζησε τα ύστερα χρόνια του υπό τις ενοχές για τις προεκτάσεις της θεωρίας του, οι οποίες άνοιξαν τον δρόμο στην κατασκευή της ατομικής βόμβας, περιφερόμενος στο Πρίνστον ξυπόλυτος, γκρινιάζοντας στον μεγάλο δανό φυσικό Νιλς Μπορ για τις αβεβαιότητες της κβαντικής του θεωρίας και προσπαθώντας χωρίς αποτέλεσμα να συνδυάσει τις υφιστάμενες δυνάμεις της φυσικής σε μια θεωρία ενοποιημένου πεδίου. Ο Αλβέρτος Αϊνστάιν, εμβληματική μορφή της σύγχρονης επιστήμης, πέθανε από ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής στις 18 Απριλίου 1955. *